Ετήσια γιορτή των Αθηναίων προς τιμή της
Αγλαύρου, κόρης του βασιλιά Κέκροπα. Η γιορτή
γινόταν σε ανάμνηση της θυσίας της για τη σωτηρία
της Αθήνας. Όταν κάποτε το Μαντείο των Δελφών
είχε δώσει χρησμό που έλεγε ότι για να σωθεί η
Αθήνα από τον μακρό κι επικίνδυνο πόλεμο που
την ταλαιπωρούσε έπρεπε να θυσιαστεί κάποιος
Αθηναίος με τη θέλησή του, η Άγλαυρος, παρθένα
ακόμη, αποφάσισε να θυσιαστεί πέφτοντας απ'τον
βράχο της Aκρόπολης.
Στο σημείο που θυσιάστηκε οι Αθηναίοι ίδρυσαν το
Αγραύλειο, πάνω ακριβώς από το ιερό των
Διόσκουρων. Με αυτή τη θυσία σχετίζεται η γιορτή
κατά την οποία όλοι οι νέοι των Aθηνών, μόλις
γίνονταν έφηβοι, πήγαιναν στο ναό της Aγραύλου,
όπου έδιναν όρκο ότι θα προστάτευαν την πατρίδα
και ότι θα τηρούσαν τους νόμους της: "ου καταισχυνώ
όπλα τα ιερά... ίστορες θεοί τούτων Άγλαυρος,
Ενυάλιος, Άρης, Ζευς, Θαλλώ, Αυξώ, Ηγεμόνη".
Μετά γράφονταν στη Ληξιαρχική Γραμματεία και
παρελάμβαναν τα όπλα τους, την ασπίδα και το
δόρυ. H ίδια η Aθηνά ως πολιούχος των Aθηνών
ταυτιζόταν με την Άγραυλο και ονομαζόταν
«Aγραυλίς Παρθένος»
Ήταν μία από τις εννιά ημέρες της γιορτής των Καρνείων
αλλά δεν γνωρίζουμε προς τιμή ποιου θεού γινόταν. Το
όνομά της προέρχεται από τη λέξη "αγήτωρ" (οδηγητής),
επίθετο που είχαν ο Δίας και ο Απόλλωνας στη Σπάρτη
και ο Ερμής στη Μεγαλόπολη. Aγητής, ή Aγήτης
ονομαζόταν ο ιερέας των Καρνείων στη Σπάρτη και
αγήτωρ ο ιερέας της Aφροδίτης στην Κύπρο.
Την ημέρα της Αγητορίας ο ιερέας έκανε θυσίες με τη
βοήθεια των Καρνεατών. Οι Καρνεάτες ήταν
ανύμφευτοι Σπαρτιάτες που επιλέγονταν με κλήρωση
(πέντε από κάθε φυλή) για μια τετραετία και στη
διάρκεια της θητείας τους δεν μπορούσαν να
νυμφευθούν.
Πριν από κάθε εκστρατεία, οι Σπαρτιάτες, θυσίαζαν
στο βωμό του Δία Αγήτορα. Οι στρατηγοί έπαιρναν
το ιερό πυρ από το βωμό που είχε γίνει η θυσία και με
τη φωτιά αυτή άναβαν τις δάδες τις οποίες κρατούσαν
οι επικεφαλείς του στρατεύματος. Αγητόρεια
γιορτάζονταν και στην Κύπρο και ο αγήτωρ, ο ιερέας
της Αφροδίτης, οδηγούσε την πομπή κατά τη διάρκεια
της γιορτής.
Την ημέρα της Αγητορίας ο ιερέας έκανε θυσίες με τη
βοήθεια των Καρνεατών. Οι Καρνεάτες ήταν ανύμφευτοι
Σπαρτιάτες που επιλέγονταν με κλήρωση (πέντε από
κάθε φυλή) για μια τετραετία και στη διάρκεια της
θητείας τους δεν μπορούσαν να νυμφευθούν.
Πριν από κάθε εκστρατεία, οι Σπαρτιάτες, θυσίαζαν
στο βωμό του Δία Αγήτορα. Οι στρατηγοί έπαιρναν
το ιερό πυρ από το βωμό που είχε γίνει η θυσία και
με τη φωτιά αυτή άναβαν τις δάδες τις οποίες κρατούσαν
οι επικεφαλείς του στρατεύματος. Αγητόρεια
γιορτάζονταν και στην Κύπρο και ο
αγήτωρ, ο ιερέας της Αφροδίτης, οδηγούσε την πομπή
κατά τη διάρκεια της γιορτής. "
Αγώνες που γίνονταν προς τιμή του ήρωα Αβδήρου
ιδρυτή των Αβδήρων. Οι αγώνες περιλάμβαναν
πυγμή, παγκράτιο, πάλη και άλλα αγωνίσματα.
Στους αγώνες δεν έκαναν ιπποδρομίες, επειδή τον
ήρωα τον είχαν κατασπαράξει τα άλογα του Διομήδη,
τα οποία είχε αναλάβει να τα φυλάξει.
Στις τριάντα του αττικού μήνα Πυανεψιώνος
εωρτάζονταν στην Αθήνα τα «Χαλκεία», προς τιμή
των προστατών Θεών των κάθε είδους τεχνουργών
, Ηφαίστου και Αθηνάς «Εργάνης». Η εορτή άρχιζε
με λαμπαδηφορία εφήβων που ξεκινούσε από την
επιβώμια φωτιά του βωμού του Θεού Έρωτος στον
εξωτερικό Κεραμεικό. Την ημέρα των «Χαλκείων»
άρχιζε επίσης από τις «Εργαστίνες» ιέρειες και η
επίσημη ύφανση του πέπλου της Θεάς για την πομπή
των «Παναθηναίων» (βλ. λ.). Τον 5ο αιώνα π.α.χ.χ.
η εορτή επικεντρώθηκε αποκλειστικά στη λατρεία
του Ηφαίστου μόνον, ενώ έναν αιώνα αργότερα
καθιερώθηκε ως ειδική εορτή του χειρώνακτα εργάτη.
«Χαλκεία», αυτή τη φορά όμως με τη μορφή τοξευτικών
αγώνων, συναντάμε, σύμφωνα με τη μαρτυρία του
Πινδάρου, και κατά τον εορτασμό των «Ηραίων»
(βλ. λ.) του Άργους
Εορτασμοί ανά τετραετία (με γυμνικούς και μουσικούς
αγώνες) στο Ιερό και Μαντείο του Θεού Απόλλωνος
«Πτώου» στο όρος Πτώον της Βοιωτίας. Η προέλευση
αυτών των αγώνων (προς τιμή του «Πτώου»
Απόλλωνος ως πολεμικού Θεού εμποιούντος τον
τρόμο στις καρδιές των εχθρών, αλλά και προς
τιμή του τοπικού ήρωα Πτώου, της γειτονικής
πόλης Ακραιφείας, υιού του Θεού Απόλλωνος και
της Αθαμαντίδος Ζευξίππης) χάνεται στα βάθη
της αρχαιότητας και η συνέχεια της τέλεσής τους
(με μικρή διακοπή στα τέλη του 4ου αιώνα π.α.χ.χ.
λόγω της καταστροφής του ιερού από τους
Μακεδόνες) εξακριβώνεται τουλάχιστον έως τον
2ο αιώνα μ.α.χ.χ. (επί Ηρώδου του Αττικού 101-177).
Από τον 3ο αιώνα π.α.χ.χ. τα «Πτώα» είχαν
προαχθεί σε επίσημες εορτές του Κοινού των
Βοιωτών κάτω από την επιστασία των Ακραιφνείων.
Λαμπροί εορτασμοί στη Σικελία, ιδίως στην πόλη
Αργύριον, με θυσίες και γυμνικούς και ιππικούς
αγώνες προς τιμή του «συμβώμου» του Ηρακλέους
ήρωα Ιολάου, με βραβείο για τους νικητές χάλκινους
τρίποδες και στεφάνια από μυρτιά. «Ιαολάεια»
εωρτάζονταν επίσης και στην πόλη των Θηβών προς
τιμή επίσης του Ιολάου, που εκεί ετιμάτο αυτεξούσια
ως τοπικός ήρωας. Από τη Θήβα, τα «Ιολάεια»
διαδόθηκαν αργότερα στον βοιωτικό Ορχομενό,
την Αθήνα και αλλού (η επιγραφή - ημερολόγιο
θυσιών που ανευρέθηκε στη θέση Κουκουνάρι
της πεδιάδας του Μαραθώνος, αναφέρει και
τελετές υπέρ του Ιολάου στη γνωστή Τετράπολι
της περιοχής).
Αγωνιστικές εορτές σε σειρά ελληνικές πόλεις
(Σπάρτη, Αθήνα, Πελλήνη Αχαϊας, Φενεός, Κυλλήνη,
Δήλος, Αρκαδικές πόλεις, Τανάγρα κ.α.), με γυμνικούς
αγώνες και λαμπαδηφορίες παίδων κι εφήβων,
προς τιμή του Θεού Ερμού «Αγωνίου» ή «Εναγωνίου»,
προστάτη των παλαιστρών και των Γυμνασίων. Στη
Σαλαμίνα
περιελάμβαναν μόνο ένα αγώνισμα, το «Στάδιον»,
ενώ στην Αθήνα είχαν ως κύριο αγώνισμα τον
δρόμο λαμπαδηφόρων. Στην Τανάγρα είχαν ως
κύριο αγώνισμα την αρματοδρομία. Οι Ταναγραίοι
ξεκινούσαν τα «Έρμαια» με μεγάλη πομπή που είχε
επικεφαλής τον πιο όμορφο νέο της πόλης με ένα
κριάρι στους ώμους («Κριοφόρος») προς τιμή του
Θεού που η τοπική παράδοση ήθελε να έχει σώσει
την Τανάγρα από επιδημία μετά από Επιφάνειά
του και καθάρσια κριοφορία (Θεός Σωτήρ).
Ειδικές θυσίες των Δωριέων, κατά κανόνα στο Θεό
Δία «Αγήτορα», που η ευοίωνη ή όχι τέλεσή τους
απεφάσιζε αν ο στρατός θα διέβαινε ή όχι τα σύνορα
της «πατρίδος γής» για εκστρατεία. Πρωθιερείς
των θυσιών αυτών ήσαν στη Σπάρτη οι Ηρακλείδες
βασιλείς, που σε θετική έκβαση των θυσιών
συναπεκόμιζαν με τελετουργικό τρόπο φωτιά
από τον βωμό με τη βοήθεια ειδικού ιερέως, του
λεγόμενου «Πυρφόρου», την οποία φωτιά ώφειλαν
να μεταφέρουν τουλάχιστον έως τα σύνορα της
πόλης και να θυσιάσουν εκεί ξανά στο Δία και την
Αθηνά. Αν οι θυσίες αποδεικνύονταν ευοίωνες,
ακολουθούσε μεταφορά της επιβώμιας φλόγας,
μπροστά από όλο το στράτευμα και δίπλα στο
«δόκανο» (δηλ. στο ιερό λάβαρο των Σπαρτιατών
που ήταν ένα ξύλινο ανεικονικό άγαλμα των
Διοσκούρων), μέχρι τα σύνορα των εχθρών.
Τα λεγόμενα «Γαλάξια» εωρτάζονταν στην Αθήνα,
σε δυστυχώς άγνωστη σήμερα ημέρα (του
Ελαφηβολιώνος πάντως μήνα σύμφωνα με την
άποψη του L. Deubner), προς τιμή της Θεάς Ρέας.
Στη Θεά Μητέρα προσφερόταν σπονδή
«γαλαξίας», πολτώδους μείγματος δηλαδή
κριθάλευρου βρασμένου σε γάλα. Οι έφηβοι της
αφιέρωναν χρυσές φιάλες και αντάλασσαν μεταξύ
τους γλυκίσματα παρασκευασμένα με μέλι και
γάλα. «Γαλάξια» εωρτάζονταν και προς τιμήν
του Απόλλωνος «Γαλαξίου», στο περίφημο
Ισμήνιο Ιερό των Θηβών (με ιδιαίτερη πομπή
στη διάρκεια των εκεί «Δαφνηφορίων» βλ.λ.),
στο Γαλάξιον της Βοιωτίας και στη Δήλο (όπου
και ο ομώνυμος μήνας «Γαλαξιών» ταυτόχρονος
του αθηναϊκού «Ελαφηβολιώνος»).