Σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης διαπιστώνεται πως τα κράνα είναι σημαντικής διατροφικής αξίας, καθώς είναι πλούσια σε αντιοξειδωτικά και η ολική αντιοξειδωτική τους ικανότητα είναι υψηλότερη από κάθε άλλο φρούτο με το οποίο συγκρίθηκαν. Συγκεκριμένα, εξετάστηκαν ελληνικές ποικιλίες κρανιάς που ήδη καλλιεργούνται και έγινε σύγκριση με 62 ποικιλίες από 17 είδη οπωροφόρων με τη μέθοδο ΕΚΛΡ. Όπως προέκυψε, η αντιοξειδωτική ικανότητα των διαφόρων ειδών που μελετήθηκαν -με φθίνουσα σειρά- ήταν: κράνα, τζίτζιφα, κεράσια, κόκκινα σταφύλια, βατόμουρα, αχλάδια, λωτοί, δαμάσκηνα, ροδάκινα, λευκά σταφύλια, ρόδια, μήλα, νεκταρίνια, ακτινίδια, κυδώνια, σύκα, βερίκοκα. Διαφοροποιήσεις βρέθηκαν και μεταξύ ποικιλιών του κάθε είδους.
Στα ορεινά της Βόρειας και Κεντρικής χώρας (Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία), τα κράνα ήταν από παλιά γνωστά για τις φαρμακευτικές ιδιότητές τους. Παραδοσιακά, τα άνθη χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα κατά της διάρροιας και εντερικών παθήσεων, λόγω της στυπτικότητάς τους, η οποία οφείλεται στις τανίνες (Huxley και Taylor 1977).
Ο φλοιός, οι βλαστοί και οι ρίζες χρησιμοποιούνταν ως αντιπυρετικά. Οι καρποί είναι ευεργετικοί κατά των καρδιακών παθήσεων, της χολέρας, του κοιλόπονου, των πόνων περιόδου, των στομαχικών και εντερικών διαταραχών, ως χωνευτικό και ως τονωτικό κατά τη διάρκεια εργασίας. Παλαιότερα, αλλά και στις ημέρες μας, τα κράνα ήταν γνωστά στις Ελληνίδες νοικοκυρές, οι οποίες πάντα φρόντιζαν να έχουν στο σπιτικό τους παρακαταθήκη από το γνωστό ηδύποτο «λικέρ κράνων», ενώ πολλές έκαναν μαρμελάδα και γλυκά.
Σήμερα νέα έρευνα έχει δείξει ότι τα κράνα έχουν υψηλή περιεκτικότητα σε φλαβονοειδή, ανθοκυάνες και φαινολικά παράγωγα. Σε άλλες εργαστηριακές έρευνες βρέθηκε μεγάλη περιεκτικότητα σε σίδηρο (Fe), κάλιο (Κ), ασβέστιο (Ca) και φώσφορο (P) (Σωτηρόπουλος κ.ά. 2011), σε βιταμίνη C (103mg/100g), υψηλή περιεκτικότητα σε ασκορβικό οξύ (48- 73mg/100g (περισσότερο από τις φράουλες, τα πορτοκάλια και τα ακτινίδια), καροτίνη και τανίνες. Ιδού! Η λαϊκή σοφία στο μεγαλείο της!
Συμπυκνωμένος χυμός κράνων που κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά πίνεται ως αναψυκτικό σε αναλογία με νερό 1:5, προστίθεται στο τσάι, το γιαούρτι, το ταχίνι, τα παγωτά, σε κέικ, με λεμόνι στα ψητά, σε μίξη με λεμόνι ή βαλσάμικο σε σαλάτες, φρουτοσαλάτες και γρανίτες. Μαρμελάδα κράνων παρασκευάζεται σε διάφορες περιοχές της χώρας (π.χ. Ζαγοροχώρια, Πήλιο) από συνεταιρισμούς γυναικών, ωστόσο, απαιτείται ευρύτερη οργάνωση και διαφήμιση των διατροφικών γνωρισμάτων της.
Η αγορά μεταβάλλεται καθημερινά. Οι νέες τάσεις των καταναλωτών για βιολογικά και υψηλής διατροφικής και φαρμακευτικής αξίας προϊόντα και τα νέα ερευνητικά αποτελέσματα για τις ευεργετικές στην υγεία ιδιότητες των κράνων, τοποθετούν την καλλιέργεια της κρανιάς σε εκείνες που θα μπορούσαν να έχουν θετικές επιπτώσεις στην ανταγωνιστικότητα της γεωργίας, στην προστασία του περιβάλλοντος, στην ομορφιά της υπαίθρου και στην οικονομία γενικότερα.
Κλείνοντας το κομμάτι της αγοράς, ας δούμε την καλλιέργεια της κρανιάς. Στα μεταπολεμικά χρόνια, η τάση φυγής των νέων από τα χωριά και η εγκατάστασή τους στα αστικά κέντρα, είχε ως αποτέλεσμα την εγκατάλειψη ιδιαίτερα των ορεινών οικισμών της χώρας. Και καθώς, δυστυχώς, η παλιά γενιά αποχωρεί, σημαντικές ορεινές και ημιορεινές εκτάσεις που για χρόνια συγκράτησαν πληθυσμούς, δημιούργησαν πολιτισμό, διατήρησαν έθιμα και σπούδασαν παιδιά, βρίσκονται σήμερα εγκαταλειμμένες και χέρσες ή δασώνονται. Σημαντική αιτία της πληθυσμιακής αυτής αλλαγής υπήρξε η έλλειψη εθνικών στρατηγικών και ευνοϊκών πολιτικών για την ανάπτυξη των ορεινών όγκων της Ελλάδας. Μόνο κατά την τελευταία 15ετία, η ανάπτυξη του αγροτουρισμού και η χρηματοδότηση από ποικίλα χρηματοδοτικά μέσα (π.χ. τα προγράμματα Leader) φαίνεται να συμβάλλει στην ανάπτυξη ορεινής οικονομίας και στη συγκράτηση των νέων στην ύπαιθρο.
Κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, η αξιοποίηση των εκτάσεων αυτών είναι δυνατή μόνο με καλλιέργειες που δεν είναι ιδιαίτερα απαιτητικές, δεν χρειάζονται δηλαδή εντατική φροντίδα και είναι δυνατόν να αναπτυχθούν στους οριακής απόδοσης, μικρούς αγρούς που συνήθως απαντούν στην ορεινή και ημιορεινή Ελλάδα.
Η κρανιά αποτελεί μια νέα, άλλη λύση για ορεινές και ημιορεινές περιοχές, ιδιαίτερα της Βόρειας και Κεντρικής Ελλάδας, την υψομετρική δηλαδή ζώνη των 300-800 μέτρων περίπου.
Τεχνική καλλιέργειας
Η κρανιά (Cornus mas L.) είναι ένα αυτόχθονο, μακρόβιο φυλλοβόλο δένδρο, καλά προσαρμοσμένο στις κλιματεδαφικές συνθήκες της χώρας. Ευδοκιμεί σχεδόν σε όλα τα είδη των εδαφών, από γόνιμα έως μέτρια γόνιμα, υγρά ή ξηρά, αμμοπηλώδη έως βαριά αργιλώδη με pH 3,7-7,0. Ωστόσο, για εμπορική καλλιέργεια ιδανικά θα πρέπει να θεωρούνται τα ελαφρά όξινα έως σχεδόν ουδέτερα (pH 5,8-6,8) εδάφη και περιοχές με καλά κατανεμημένες βροχοπτώσεις πάνω από 500 mm. Δεν προσβάλλεται από έντομα και φυτονόσους και έτσι είναι ιδεώδες είδος για βιολογική καλλιέργεια. Αντέχει σε χαμηλές θερμοκρασίες (-25° C). Ανθίζει τον χειμώνα (Φεβρου άριο), ενώ οι καρποί ωριμάζουν στα τέλη Αυγούστου-αρχές Σεπτεμβρίου, οπότε και παίρνουν έντονα κόκκινο, γυαλιστερό χρώμα.
Τα δενδρύλλια φυτεύονται στα τέλη Οκτωβρίου (σε χαμηλά υψόμετρα) ή μέχρι τα τέλη Μαρτίου (σε μεγαλύτερα υψόμετρα με πιο δρυμείς χειμώνες), σε φυτευτικό σύνδεσμο 4×4 μέτρα (60 δενδρύλλια/στρέμμα). Επιθυμητό είναι να υπάρχει νερό και να αρδεύονται κάθε 10-15 ημέρες κατά τη θερινή, άνομβρη περίοδο. Επίσης, επιθυμητή είναι η ελαφρά λίπανση που πρέπει να βασίζεται σε εδαφολογική ανάλυση. Η κρανιά σπάνια κλαδεύεται. Η συλλογή του καρπού γίνεται με άπλωμα διχτυών και δόνηση των κλαδιών. Ο καρπός πλένεται και, είτε καταναλώνεται νωπός, είτε ψύχεται την ίδια ημέρα, είτε χρησιμοποιείται για την παρασκευή ποτών, γλυκών και μαρμελάδας.
Σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης όπου καλλιεργείται η κρανιά, χρησιμοποιούνται διάφορες ποικιλίες της. Η μακρόκαρπη ποικιλία (var. macrocarpa) παράγει μεγάλους καρπούς, ενώ η νανώδης ποικιλία (var. nana) χαρακτηρίζεται από το περιορισμένο ύψος και μέγεθος κόμης. Η ποικιλία variegata βρέθηκε να καρποφορεί σε περιπτώσεις που άλλες ποικιλίες δεν καρποφόρησαν, ενώ και οι καρποί της δεν είναι στυφοί. Η ποικιλία jolico παράγει νόστιμους και γλυκείς καρπούς, μεγάλους σε μέγεθος. Τέλος, η ποικιλία pioneer φημίζεται για τους εύχυμους, γλυκείς και αρωματικούς, αχλαδόμορφους καρπούς της που φθάνουν σε μέγεθος τα 35 χιλιοστά. Ακόμη υπάρχουν ποικιλίες με κίτρινους, λευκωπούς και μωβ καρπούς.
Στη χώρα μας, υπάρχουν διαθέσιμοι ελληνικοί γενότυποι προσαρμοσμένοι στο ξηροθερμικό μας κλίμα, με μεγαλόκαρπα, γλυκά κράνα. Οι παραγωγοί θα πρέπει να προβαίνουν σε ανάλυση του εδάφους των αγρών τους και, εάν πληρούνται οι βασικές προδιαγραφές, να προχωρούν σε εγκατάσταση φυτειών. Η καρποφορία αρχίζει από 4ο-5ο έτος, ενώ στο 15o έτος μπορεί να ξεπεράσει τον 1 τόνο/στρέμμα.
Η κρανιά προσφέρει λοιπόν στην Ελλάδα την ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει στη δημιουργία ενός αγροτικού προϊόντος με πολλαπλή χρήση (υψηλής διατροφικής και φαρμακευτικής αξίας). Η αξιοποίηση των εγκαταλειμμένων ορεινών εκτάσεων με καλλιέργειες όπως της κρανιάς, της τρούφας, της καστανιάς, της καρυδιάς και μικρών φρούτων, μπορεί να εξασφαλίσει ικανοποιητικό εισόδημα. Επιπλέον, οι καλλιέργειες αυτές δεν επιβαρύνουν το περιβάλλον με γεωργικά φάρμακα και λιπάσματα, συμβάλλουν στη συγκράτηση των νέων στις εστίες τους και την περιφέρεια όπου αναμφισβήτητα το επίπεδο διαβίωσης είναι υψηλότερο και πιο υγιεινό σε σχέση με τα βεβαρημένα αστικά κέντρα (Διαμαντής 2010).
Τα οικονομικά αποτελέσματα από τη μεταποίηση των κράνων είναι πολλαπλά, όπως σημαντική θα είναι και η προστιθέμενη αξία. Η συνεχώς ανερχόμενη στροφή του μέσου Έλληνα καταναλωτή προς τα βιολογικά και υγιεινά προϊόντα είναι βέβαιο πως θα αυξήσει και τη ζήτηση σε κράνα και μεταποιημένα προϊόντα κράνου. Εάν, λοιπόν, η καλλιέργεια της κρανιάς οργανωθεί σωστά και ιεραρχικά από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων προς την περιφέρεια και τους παραγωγούς, είναι βέβαιο πως, λόγω των εξαιρετικών ιδιοτήτων της, θα αξιοποιήσει τις συνεχώς αυξανόμενες εκτάσεις εγκαταλειμμένων ορεινών και ημιορεινών αγρών και θα συμβάλλει στην ανάπτυξη ορεινής οικονομίας.
Βιβλιογραφία
- Διαμαντής, Σ. 2010: Κράνα. Μπορούν να αποτελέσουν μια νέα εναλλακτική λύση αξιοποίησης ορεινών περιοχών. Ζωοκόμος 2010(4), 50-51.
- Huxley, A. και Taylor W. 1977: Flowers of Greece and theAegean. Chatto & Windus, London, pp. 185.
- Σωτηρόπουλος, Θ., Πετρίδης, Α. και Θεριός, Ι. 2011: Προκαταρκτικές παρατηρήσεις σε δύο ποικιλίες κρανιάς. ΕΘΙΑΓΕ 42 (4), 24-26.
Δρ Στέφανος Διαμαντής
ΕΛ.Γ.Ο.-ΔΗΜΗΤΡΑ, Ινστιτούτο Δασικών Ερευνών