Χωρίς να προσφέρουν μέρος του πλούτου τους στην αναγκεμένη κοινωνία, λαφυραγωγούν με αναίδεια τα αξιώματα και τη δημόσια προσοχή.
Τα πράγματα είναι απλά.
Απόγευμα αργίας, γύριζα σπίτι από την παραλία και στη στροφή είδα να υψώνεται το νέο κτίριο της Λυρικής. Μεγαλειώδες, όμορφο. Κάτι αισιόδοξο.
Απεχθάνομαι τον καταιγισμό δελτίων Τύπου που φτάνει στα γραφεία μας για κάθε ρίζα δέντρου που φυτεύεται στο Πάρκο αυτό, που χρηματοδοτεί το Ίδρυμα Νιάρχου. Όπως απεχθάνομαι όσους το δοξολογούν νυχθημερόν, με ακαταμάχητη δουλοπρέπεια, για να μπορέσουν κάποτε να ελεηθούν με οποιονδήποτε τρόπο.
Όμως το γεγονός είναι καταφανές και είναι ανεκτίμητο: Ένας πλούσιος διέθεσε ένα σοβαρό τμήμα του πλούτου του για να ωφεληθεί η κοινωνία της καταγωγής του. Για να ωφεληθεί ο κόσμος.
Και το ίδιο ισχύει για το Ίδρυμα Ωνάση, πέντε λεπτά αργότερα. Με το Ωνάσειο και τη Στέγη. Είτε για λόγους ματαιοδοξίας, είτε από αίσθηση ευθύνης, δύο Έλληνες μεγιστάνες κάνουν την πόλη καλύτερη, ωραιότερη, χρησιμότερη. Και τους αξίζει η τιμή και ο έπαινος.
Δεν είναι αυτονόητο ο βαθύς πλούτος να συμπεριφέρεται έτσι. Τη μία (και μοναδική) φορά που συνέφαγα με έναν άλλο Έλληνα μεγιστάνα, λίγο πριν ξεπνοήσει ο 20ός αιώνας, τον ρώτησα ευθέως:
– «Αγαπητέ Τάδε, είσαι τόσο πλούσιος, που όσα και να δώσεις, δεν θα σου λείψουν. Πώς και δεν έχεις φτιάξει κάτι που να φανεί χρήσιμο σε τόσους ανθρώπους που ζορίζονται άγρια;»
– «Δεν μου 'ρχεται!» μου απάντησε απολύτως άχρωμα. «Ναι, βλέπω και τον πατέρα μου, που έχει κάνει Ιδρύματα... Ποτέ δεν ήθελα τέτοια πράγματα. Και θα το θεωρούσα υποκρισία να τα κάνω για να με αγαπάει ο κόσμος. Εμένα με ενδιαφέρει να διακρίνομαι στις επιχειρήσεις μου και να ντιλάρω ευφυώς στο χόμπι μου».
Δεν τον ξαναείδα έκτοτε. Αλλά τον βλέπω να καμαρώνει στα διεθνή κοσμικά περιοδικά. Σαν να μην πρόκειται να πεθάνει ποτέ. Σαν να μην είχε χρεοκοπήσει η χώρα στην οποία περνάει τα χρόνια του.
Και βλέπω και τους υπόλοιπους Έλληνες πλούσιους. Να μας απασχολούν υπερβολικά πολύ με τις φιλοδοξίες τους, τα επιχειρηματικά άγχη τους, την εξωνημένη ανέλιξή τους προς την εξουσία και την γκρανγκινιολική τους καριέρα στις κοσμικές στήλες. Τους βλέπω να λαφυραγωγούν τη δημόσια προσοχή με τις βεντέτες τους, τα παραμιλητά αυταρέσκειας και τους αυτοεπαίνους τους – ακόμα και να φωτογραφίζονται στα γιοτ και τα παλάτσι τους για τα ξένα περιοδικά.
Και γεγονός παραμένει μόνο ένα: ΚΑΝΕΝΑΣ ΔΕΝ ΒΑΖΕΙ ΤΟ ΧΕΡΙ ΣΤΗΝ ΤΣΕΠΗ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΛΛΟΥΣ.
Κάτι ψιλά μόνο δίνουν στους ευτελισμένους δημοσιογράφους, τους ευτελισμένους εκδότες, τους ευτελισμένους πολιτικούς, που μπαίνουν στο payroll για να τους κάνουν αέρα, να τους ακούνε να αγορεύουν πάνω από το φιλέτο σφυρίδας κουνώντας το κεφάλι επιδοκιμαστικά – κυρίως όμως για να δημοσιεύουν τις φωτοσοπαρισμένες αγιογραφίες τους, δημιουργώντας ρίγη ενδιαφέροντος γύρω από πρόσωπα που αν δεν είχαν χρήμα, κανείς δεν θα έδινε δεκάρα.
Κυρία μου, δίνεις ή δεν δίνεις; Εάν δεν δίνεις, τουλάχιστον μη διεκδικείς την προσοχή που αξίζει στα πρόσωπα που δίνουν.
Έχουν όμως χρήμα. Κι αυτό είναι κάτι που δεν ξεχνιέται! Γι' αυτό και σύμπασα η Ελλάδα ασχολείται με τα εκδοτικά άγχη του Μπόμπολα, τις προεδρικές βλέψεις του Μαρινάκη, τις ακαδημαϊκές φιλοδοξίες της Μαριάννας και την αριστερή στροφή (τι γελοιότητα!) της Γιάννας.
Μου κάνει τεράστια εντύπωση το ότι κανείς δεν στράφηκε να τους ρωτήσει ΤΙ ΕΚΑΝΑΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, ΑΥΤΟΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΑ, ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΗΣ ΧΡΕΟΚΟΠΙΑΣ. Στα χρυσοποίκιλτα πάνελ, στις κόσμιες ευσεβιστικές συνεντεύξεις κ.λπ. κανείς δεν τους ρώτησε το αυτονόητο: Πέρα από το ναρκισσιστικό τριπάκι σας, τη νεύρωσή σας για δύναμη και εξουσία, τις στομφώδεις παπάρες που βάζετε να γράφουν για εσάς κ.λπ.· Τι προσφέρατε από τον άπειρο πλούτο σας για το δημόσιο καλό, για την Ελλάδα που δεν περνάει και πολύ καλά τελευταία; Και δεν εννοώ 50 υποτροφίες σε φοιτητές ή κάτι ψιλά στο τάδε αμερικανικό πανεπιστήμιο. Αλλά κάτι ανάλογο του μεγέθους σας – όπως πολύ έξοχα δείχνουν τα παραδειγματικά μεγέθη του Ωνάση, του Νιάρχου και άλλων.
Κι επειδή είναι σαφές ότι θα κομπιάσουν (αφού τα πάντα είναι αριθμοί), θα έπρεπε κάποιος να τους πει ότι αυτό είναι που ξεχωρίζει τους Επιτυχημένους πλούσιους από τους Αποτυχημένους ανθρώπους: η κοινωνική προσφορά. Η στοιχειώδης αίσθηση ευθύνης, βάσει της οποίας οι αριστοκράτες από αρχαιοτάτων χρόνων επέστρεφαν στην Πόλη ένα μέρος από τα δώρα που η εύνοια της θεάς Τύχης τους εξασφάλισε. Και αυτό είναι που ξεχωρίζει τους αριστοκράτες από τους πλουτοκράτες. Τους χυδαίους από τους ευγενείς. Ακόμα και αν είναι εξίσου άδικος, άτιμος και αδιαφανής ο τρόπος που πλουτίζουν και οι μεν και οι δε. Όχι πάντα – αλλά συχνά.
Τα πράγματα, λοιπόν, είναι απλά: Κυρία μου, δίνεις ή δεν δίνεις; Εάν δεν δίνεις, τουλάχιστον μη διεκδικείς την προσοχή που αξίζει στα πρόσωπα που δίνουν.
Γι' αυτό και οι πρόσφατες δηλώσεις περί αριστερής στροφής, Occupy, Προεδρίας της Δημοκρατίας κ.λπ. κάνουν τη θλιβερή ηθική αποτυχία της ελληνικής ελίτ ακόμα θλιβερότερη. Αφού, εκτός από αμέτοχη στο δημόσιο δράμα, δείχνει και ξεδιάντροπη. Αφού, ενώ είναι η μόνη που θα μπορούσε να διασώσει λίγο την κατάσταση, μοιράζοντας ένα μέρος του πλούτου της, θέλει να μας «σώσει», διασφαλίζοντας και άλλα μεγαλεία: βάζοντας το διαμαντένιο διάδημα της εξουσίας στο αλλόκοτο κεφάλι της.
Ντρέπομαι για λογαριασμό τους.