Γράφει η Λένα Καλίδου, δασκάλα.
Έρχονται ένα – ένα στην τάξη. Είναι τα δικά μου 17 παιδιά.
Από τα τεράστια τζάμια κρέμονται σύννεφα και θυμίζει το χρώμα του ουρανού Χριστούγεννα. Είναι φορτωμένα με βαριές σάκες κι ακόμα νυσταγμένα. Το καθένα κουβαλάει τη μυρωδιά του σπιτιού του.
Καμένο ξύλο και ψητό κοτόπουλο, σαμπουάν με άρωμα τριαντάφυλλο, φρέσκο κέικ πορτοκάλι, κολόνια λεμόνι και ψημένο τοστ. Κρεμούν με τάξη τα πολύχρωμα πανωφόρια τους και τακτοποιούν τις τσάντες και τις κασετίνες τους. Τους δίνω πάντα λίγο χρόνο γι αυτό το πρωί. Η τάξη παίζει σημαντικό ρόλο σε αυτήν την τάξη. Προλαβαίνουν να τακτοποιήσουν και τις σκέψεις τους. Κάποια είναι ακόμα στο κλίμα του σπιτιού τους, η σκέψη τους έχει μείνει εκεί.
Ο Πέτρος άφησε πίσω τον πατέρα του να καπνίζει με βλέμμα ανεξιχνίαστο, ούτε σήμερα δεν πήγε στη δουλειά. Η Σοφία θέλει να κλάψει, ούτε σήμερα ο μπαμπάς την έφερε σχολείο. Έχει μήνες που έφυγε από το σπίτι και τον ρόλο αυτό έχει αναλάβει ο παππούς. Γιατί δεν είναι ο μπαμπάς της μαζί με τη μαμά της και γιατί δεν την φέρνουν μαζί όπως οι γονείς του Στάθη; Ο Στάθης αγαπάει τρελά τον μπαμπά, χτες που μάλωναν με τη μαμά είχε κλείσει σφιχτά τα αυτιά του. Όχι δεν πονάνε τώρα, τους είδε αγκαλιασμένους το πρωί και τώρα αγαπάει και τη μαμά! Πολύ. Η γιαγιά της Άννας μάλλον θα χρειαστεί χειρουργείο και η μαμά της κάνει πως δεν συμβαίνει τίποτα σήμερα όμως την ώρα του πρωινού έκλαιγε. Ο Νίκος ντρέπεται. Ντρέπεται πολύ πάλι είχε ξεχάσει την ορθογραφία το πρωί και έτρωγε γράμματα, πάλι φωνές, πάλι κλάματα. Η Ζωή είναι μαλωμένη με την αδερφή της, την είπε «βλαμμένο» μπροστά σε όλους και κανείς δεν την μάλωσε επειδή είναι μικρή, μόνο αυτή είναι η μεγάλη εκεί μέσα. Η Σπυριδούλα είναι ευτυχισμένη, από τότε που χώρισαν οι δικοί της είναι όλοι χαρούμενοι, κι αυτή ήρεμη.
Η ηρεμία, είναι μια καλή φίλη των παιδιών από όπου κι αν προέρχεται όποιες κι αν είναι οι συνθήκες που την προκαλούν είναι πάντα καλοδεχούμενη.
Πρέπει όλα αυτά τα μυαλά τώρα να τα μαζέψω κοντεύει και 20.
Δυο πρώτες ώρες γλώσσα και το θέμα σήμερα είναι η διαφήμιση. Ανοίγω τον προτζέκτορα και τον υπολογιστή. Ψάχνοντας την προετοιμασία μου λέω δυνατά και τάχα αδιάφορα:
«Σήμερα θα μιλήσουμε για έναν κόσμο που δεν υπάρχει»
Αυτό ήταν τα κέρδισα. Πάντα ένας κόσμος που δεν υπάρχει προκαλεί το παιδικό μυαλό να τον ανακαλύψει. 17 κεφαλάκια όλων των χρωμάτων, ξανθά, μελαχρινά, με μπούκλες, με κοτσίδες, με ουρίτσες ή χτένισμα μοικάνα αρχίζουν σιγά σιγά να ξεχνούν την οικογενειακή καθημερινότητα και για 80 περίπου λεπτά ζουν την σχολική.
Η διαφήμιση αυτή φρικτή απάτη που σφύζει από στερεότυπα και ψεύδη, που κατευθύνει τους αφελείς και προσθέτει απωθημένα και ανασφάλειες στα παιδικά κεφαλάκια ή στα κεφάλια που δεν μεγάλωσαν ποτέ!
-Παιδιά, θυμάστε κάποιες διαφημίσεις με αποστειρωμένα τεράστια καθιστικά, λαμπερές γυαλισμένες κουζίνες, λουκούλεια πρωινά και μια μαμά με πέρλες καλοχτενισμένη και καλοντυμένη λες και βγήκε από το περιοδικό μόδας; Ε; Έναν μπαμπά ατσαλάκωτο, γραββατωμένο, πολυάσχολο και τόσο χαμογελαστό που έχει λύσει τα προβλήματα της ζωής του και το μόνο που έχει να κάνει είναι να διαβάσει την εφημερίδα του πριν το γραφείο; Και το σκυλί; Ένα τεράστιο σγουρότριχο σκυλί να τρέχει πανταχόθεν χωρίς να αιωρείται τρίχα πουθενά;
-ΝΑΙΙΙΙΙΙΙ
-Ε παιδιά μου, αυτός ο κόσμος δεν υπάρχει!
ΠΗΓΗ...http://www.themamagers.gr