Καλώς ήρθατε στον ιστότοπο του ιστορικού μας χωριού, όπου μπορείτε να δείτε άρθρα, που αφορούν όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού γίγνεσθαι. Περιπλανηθείτε στις αναρτήσεις μας για να ταξιδέψετε σε μια πλούσια ποικιλία θεμάτων που ετοιμάζουμε με μεράκι και αγάπη για τον ευλογημένο μας τόπο.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS
Κλίκ στην εικόνα

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

Ι.Μ Αγίου Ιλαριωνος

Ιερός Ναός Αγίου Ιλαρίωνος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άποψη του χωριού.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άποψη πλατείας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Το μνημείο των ηρώων.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Νερόμυλος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πετροντούβαρο.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Σοκάκι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Ι.Μ Αγίου Ιλαρίωνος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Καταρράκτης.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Αγία Παρασκευή.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Φράγμα.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

"Μπιτσκία".

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης .

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χορευτικός σύλλογος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εκκλησία - κοινότητα.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Το μνημείο των ηρώων.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άνοιξη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

Τρίτη 22 Αυγούστου 2017

"Ποιο είναι το μεγάλο μυστικό του βλάκα;" - Από τις "Ιστορίες του κ. Κόινερ" του Μπρεχτ


Ποιο είναι το μεγάλο μυστικό του βλάκα; ρώτησαν κάποτε τον κ. Κόινερ. Αυτό που τον κάνει ακατανίκητο, ανυπέρβλητα κακό και πάντα νικητή;

- Το μεγάλο μυστικό του βλάκα, χμ, για να σκεφτώ λίγο… Ε… μάλλον ότι δεν του περνά καν από το μυαλό, δεν διανοείται ότι μπορεί για μια στιγμή να ‘χει άδικο. Κι αν του περάσει μια στάλα υποψίας από το μυαλό, γρήγορα τη διώχνει.

Αυτός βλαξ;

Ποτέ των ποτών. Οι άλλοι είναι πάντα. Έτσι γίνεται αδίσταχτα θρασύς, υπέροχα επικίνδυνος, ανυπέρβλητα αλαζονικός. Και πείθει. Γιατί πάντα υπάρχουν αρκετοί βλάκες για να σχηματίσουν μια πλειοψηφία. Αυτό είναι το μυστικό όπλο του βλάκα.

Μα γι αυτό ακριβώς πρέπει να εξολοθρεύουμε τη βλακεία, γιατί κάνει βλάκες αυτούς που τη συναντούν.

Άραγε η βλακεία οδηγεί στην κακία ή η κακία οδηγεί στην βλακεία;  τον ρώτησαν.

Ούτε το ένα ούτε το άλλο .. Απάντησε ο κ. Κόινερ. Και τα δυο δεν είναι παρά συμπτώματα . Η βαθύτερη αιτία είναι η δυσανεξία απέναντι σε ένα Απύθμενο εσωτερικό κενό… Ο Βλάξ το Υποψιάζεται , αλλά καθώς αδυνατεί να το παραδεχτεί, το Απωθεί .Το παραγεμίζει είτε σωματικά -λαιμαργία-είτε στρεφόμενος προς τον εξωτερικό κόσμο : Με κακία. Προσπαθώντας να Επιβάλλει την εξουσία του ελπίζει να ξεχάσει την εσωτερική του κενότητα ..αλλά εκείνη επιστρέφει τα βράδια καθώς ετοιμάζεται να κοιμηθεί .. ή τα πρωινά λίγα δευτερόλεπτα πριν ανοίξει τα μάτια του . Φαύλος κύκλος.

Ποιες δραστηριότητες επιλέγει συνήθως ο Βλάκας ;

Επειδή είναι ανασφαλής επιλέγει δραστηριότητες που του δίνουν μια Ψευδαίσθηση παντοδυναμίας. Καθώς είναι περιορισμένος στην Βλακεία του διαθέτει και ορισμένα πλεονεκτήματα: Οργανωτικότητα , επιμονή και υπομονή, Τα καταφέρνει συνήθως να οικειοποιείται δουλειές άλλων. Εξάλλου διαθέτει και ένα σπάνιο χάρισμα : δεν έχει καθόλου την αίσθηση της Ευγνωμοσύνης .. Καθώς επίσης είναι και βλάκας δεν μπορεί να διανοηθεί ότι κάνει κάτι το κακό, καρπούμενος τον πνευματικό ή μη μόχθο , άλλων. Αυτό αποτελεί επισυνέπεια του ΜΥΣΤΙΚΟΥ  ΟΠΛΟΥ ΤΟΥ ΒΛΑΚΑ (βλ παραπάνω..)_


Ποια Ύπαρξη ενοχλεί περισσότερο τον Βλάκα ;

Η αλογόμυγα … Γιατί τον βάζει σε υποψίες αυτογνωσίας.

Ναι κύριε Κόινερ.. Αλλά γιατί από την άλλη η αλογόμυγα πάει και κολάει στα μούτρα του Βλάκα;

- Διότι δεν μπορεί να ανεχτεί την Βλακεία … Αυτή είναι η μοίρα της Αλογόμυγας .

Και γιατί ο Βλάκας παρόλο που είναι πιο δυνατός δεν εξοντώνει την Αλογόμυγα ;

- Γιατί είναι Βλάκας και Υπερβολικός . Προσπαθεί να την εξοντώσει με Κανονιές .. Μονό ένας βλάκας θα προσπαθούσε να εξοντώσει μια Αλογόμυγα με κανόνι…

- Και ποια θα ήταν η λύση;

Η λύση θα ήταν να έπαυε να είναι Βλάκας. Αλλά καθώς αυτό είναι αδύνατον δυστυχώς δεν υπάρχει λύση : Ούτε για τον Βλάκα αλλά και ούτε για την Αλογόμυγα …

Και δεν είναι Τραγικό για τον Βλάκα να πρέπει να υποφέρει διαρκώς την ενοχλητική του Αλογόμυγα ;

-Ε όχι και τόσο. Tι να πούνε και όσοι θα πρέπει να υποφέρουνε τον ΒΛΑΚΑ ;

Πως είναι δυνατόν ο Βλάξ να μην έχει ΚΑΘΟΛΟΥ την αίσθηση του χιούμορ;

- Στην ουσία η έκλειψη Χιούμορ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΕΙ ΤΟΝ ΒΛΑΚΑ. Διότι , αν είχε στοιχειώδη αίσθηση του Χιούμορ Δεν θα έπαιρνε και τον εαυτό του τόσο σοβαρά ,οπότε θα έπαυε νάναι και Βλάκας .

- Και ποια είναι τα πιο σημαντικά Χαρακτηριστικά της Βλακείας ; Ρώτησαν κάποτε τον κ Κόινερ.

Ας τα πάρουμε ένα ένα. Απάντησε ο κ Κόινερ.

Πρώτα απ όλα ο Βλάξ δεν έχει καμιά ικανότητα μεταφορικής σκέψης .Τα παίρνει όλα Κ Υ Ρ Ι Ο Λ Ε Κ Τ Ι Κ Α…Έτσι αδυνατεί να καταλάβει ποτέ ο συνομιλητής του μεταφέρει μια άποψη άλλων από την άποψη του ιδίου του συνομιλητή του . Δεν μπορεί να αντιληφθεί την εντός εισαγωγικών φράση … Παράδειγμα : Λέει η Βίβλος : ”Ο Άφρων είπε : Δεν υπάρχει Θεός ” - και λέει ο Άφρων (δηλαδή ο Βλάξ):Είδατε ; Το λέει και η Βίβλος : Δεν υπάρχει θεός.

Δηλαδή τι θέλετε να μας πείτε κ Κόινερ; Ότι υπάρχει Θεός;

- Αγαπητό μου παιδί . Δεν ξέρω αν υπάρχει ή δεν υπάρχει Θεός . Εκείνο για το οποίο είμαι Βέβαιος είναι ότι η Ανθρώπινη Βλακεία είναι Ακατανίκητη ,

Κ Υ Ρ Ι Ο Λ Ε Κ Τ Ι Κ Α!!

ΑΠΟ ΤΙΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΟΥ κ. ΚΟΪΝΕΡ ΤΟΥ ΜΠΡΕΧΤ






Κάθε φέτα από καρπούζι


Δύσκολα κι εκείνα τα χρόνια. Φτωχικά. Όταν όμως τα κοιτάζεις από μια απόσταση, καταλαβαίνεις πως ο χρόνος έχει τη μοναδική ικανότητα να ξεθωριάζει καθετί στενάχωρο, να λειαίνει τις τραχιές γωνίες του και να τονίζει με φωτεινά χρώματα τις στιγμές που συνδέονται με ιδιαίτερα γεγονότα, με γιορτές ή διακοπές. Στην τελευταία λέξη ο νους ακουμπάει πάντα στον Αύγουστο, διότι αυτόν τον μήνα παραθέριζαν όσοι ήταν τυχεροί και είχαν ένα χωριό ή κάποιον να τους φιλοξενήσει.
Στην οικογένειά μου νιώθαμε διπλά τυχεροί. Εκτός από χωριό, είχαμε κολλήσει και το μικρόβιο του ταξιδευτή, ποιος ξέρει από ποιον, κι έτσι ταξίδια κι εκδρομές δε μας έλειπαν. Τα οικονομικά μας πενιχρά. Από ανέσεις, τίποτα σπουδαίο. Ένα φιατάκι είχαμε όλο κι όλο και με αυτό «οργώναμε» την Ελλάδα. Την ηπειρωτική, αφού ο πατέρας ούτε ήθελε να ακούσει για τη νησιωτική. Η ιδέα ότι εξαρτιόταν από ένα πλοίο που θα του όριζε τη διάρκεια παραμονής του στο μέρος, του προκαλούσε πανικό. Ξεκινούσαμε λοιπόν για μέρη άγνωστα κι όπου μέρα μας, όπου νύχτα μας. 
Σε αυτά τα ταξίδια είχαμε ανακαλύψει τα ωραιότερα ξενοδοχεία. Ξενοδοχείο «Η Αμμουδιά», «Η Ελιά», «Ο Πλάτανος». Όλα ευάερα, ευήλια και πλήρως εναρμονισμένα με το περιβάλλον. Το πρωί μας ξυπνούσε ο ήλιος και το βράδυ μάς κοίμιζαν τ’ αστέρια. Και τι αστέρια! Ξαπλώναμε ανάσκελα και τα κοιτούσαμε, κάνοντας τα πιο όμορφα ταξίδια ανάμεσα στους άλλους γαλαξίες, νιώθοντας ταυτόχρονα προνομιούχοι γι’ αυτή την πολυτέλεια. Τι να λέμε, ξενοδοχεία πολλών αστέρων, όχι ψέματα. Τώρα καταλαβαίνω πως, όποιος έχει μάθει από μικρός να στροβιλίζεται στη μαγεία των αμέτρητων αστεριών, μίζερος του φαίνεται στη μετέπειτα ζωή του ο χορός με πέντε αστέρια μόνο. Αυτό είναι νόμος, αν και οι νόμοι συχνά έχουν και τα παραθυράκια τους. 
Κάποιος Αύγουστος ήταν, όταν ξεκινήσαμε για ένα τέτοιο ταξίδι στην κεντρική Μακεδονία. Το πρώτο του πρωινό μας βρήκε να φορτώνουμε το αυτοκίνητό μας με αποσκευές και προμήθειες σε τροφές. Αν είχε φωνή το έρμο, ποιος ξέρει τι θα μας έσουρνε, έτσι που το είχαμε καταντήσει σαν παραγεμισμένο ντολμά. Το πορτ μπαγκάζ ασφυκτιούσε, η οροφή θαρρείς και βούλιαζε από τα αμέτρητα σακίδια πάνω στη μεταλλική του σχάρα και σαν να μην έφταναν αυτά, είχαμε και δυο μεγάλα καρπούζια στα πόδια μας. Τα καρπούζια ήταν η αγαπημένη και μόνιμη συντροφιά μας στα ταξίδια, αφού παντού βρίσκαμε πηγές και τρεχούμενα νερά που τα κρατούσαν δροσερά. Το φιατάκι μας, παρά το φόρτωμα, αποδείχτηκε μουλάρι και όχι μόνο δεν παραπονέθηκε αλλά αντιθέτως μια μέρα μας οδήγησε και στον Παράδεισο. Οι ταμπέλες βέβαια τον ανέφεραν ως Άγιο Νικόλαο της Νάουσας, απόδειξη ότι κι αυτές μπορούν να γίνουν πεζές καμιά φορά. 
Ήταν ένα ειδυλλιακό μέρος, κατάφυτο από αιωνόβια και δροσερά πλατάνια. Μαζί με το ποτάμι που κυλούσε πλούσιο και γάργαρο, σχημάτιζαν μια δροσερή αγκαλιά από αυτές που μόνο η φύση μπορεί να χαρίσει. Το νερό του υπερβολικά παγωμένο. Λίγο να ακουμπούσες μέσα τα πόδια κι ένιωθες αμέτρητες βελόνες να τα κεντούν κοντά κοντά. 
Τριγύρω οι σκηνές έμοιαζαν με πολύχρωμα λουλούδια, θαρρείς κι είχαν ανοίξει τα πέταλά τους για να υποδεχτούν τους τουρίστες, που είχαν έρθει από κάθε γωνιά της Ευρώπης, με σκοπό να απολαύσουν τις ομορφιές της χώρας μας. Τακτοποιηθήκαμε κι εμείς στο ξενοδοχείο «Το Ποτάμι» όσο καλύτερα γινόταν, πιάνοντας παρακαλώ και τη «σουίτα». Έτσι ονομάσαμε το σημείο που κατασκηνώσαμε, λόγω της προνομιακής του θέσης. Βρισκόταν σ’ ένα τρίγωνο στεριάς, εκεί που τα νερά του ποταμού ενώνονταν σχηματίζοντας ένα μικρό δέλτα, εκεί που τρία πλατάνια διασταύρωναν τα κλαδιά τους, προσφέροντάς μας την καλύτερη σκιά. Το πρώτο πράγμα που έκανε ο πατέρας ήταν να ρίξει τα καρπούζια μέσα στο ποτάμι για να είναι παγωμένα. Όσο η μητέρα ετοίμαζε το φαγητό, εμείς τα παιδιά τρέχαμε από δω κι από κει φορώντας ένα βρακί μονάχα και κάναμε παρέα με τα υπόλοιπα παιδάκια που δεν ήξεραν γρι ελληνικά κι εμείς ούτε λέξη από τη γλώσσα τους. Καταφέραμε όμως να συνεννοηθούμε, γιατί τα παιδιά πάντα βρίσκουν τον τρόπο. 
Φάγαμε και όταν ήρθε η ώρα για το φρούτο, ο πατέρας έκοψε το καρπούζι σε φέτες και πρόσφερε και στους άλλους κατασκηνωτές. Για τους μεγάλους, έγιναν συνώνυμες με τη φιλοξενία. Για μας τα παιδιά, με το παιχνίδι. Ένα παιχνίδι απλό κι εμπνευσμένο από την ανάγκη μας για συναναστροφή. Λίγα κουκούτσια απ’ το καρπούζι, σημείο εκκίνησης το στόμα μας και στόχος ο κορμός ενός γέρικου πλάτανου, ήταν αρκετά για να αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο τρόπο κάτι που όποιος δε διαθέτει φαντασία το θεωρεί άχρηστο. 
Αυτό το κέρασμα έγινε αφορμή να γνωριστούμε καλύτερα με όλους τους γείτονές μας. Λίγα ελληνικά από δω, λίγα αγγλικά από κει, λίγο η γλώσσα του σώματος, συνεννοηθήκαμε έστω και τσάτρα πάτρα. Και τι μάθαμε; Πως κι αυτοί είχαν κολλήσει το μικρόβιο του ταξιδευτή, μόνο που το δικό τους τους οδηγούσε και πέρα από τα σύνορα της χώρας τους. Στην Ελλάδα έρχονταν συχνά γιατί τους άρεσε ο τόπος και οι άνθρωποι. Ο Άγγλος ήταν θαρρώ που είπε, πως του είχε κάνει εντύπωση η αφθονία των φρούτων και των λαχανικών που υπήρχαν στη χώρα μας κι έδειξε το καρπούζι. Πρόσθεσε πως στη χώρα του το συγκεκριμένο φρούτο πουλιόταν με τη φέτα και μάλιστα ακριβά, γι’ αυτόν τον λόγο όταν μετά από μέρες φύγαμε από κείνον τον επίγειο παράδεισο, αφήσαμε το άλλο καρπούζι μέσα στο ποτάμι, δώρο στους γείτονές μας για να το ευχαριστηθούν, να το χορτάσουν. Ο επόμενος προορισμός μας εξάλλου ήταν η Ηλεία, η ιδιαίτερη πατρίδα των γονιών μου, με τον ατέλειωτο κάμπο και την αφθονία όλων των φρούτων και ιδιαίτερα των καρπουζιών. Άλλα παιχνίδια μας περίμεναν εκεί, άλλα κεράσματα, άλλες απολαύσεις με αυτόν τον ζουμερό καρπό της φύσης. 
Ταξιδεύαμε πια πιο ανάλαφροι, απαλλαγμένοι από κάμποσο βάρος. Ο πατέρας όμως δεν μπορούσε με τίποτα να χωνέψει αυτό που άκουσε την προηγούμενη μέρα: «Άκου να πουλιέται με τη φέτα το καρπούζι! Τι να σου κάνει μωρέ μια φέτα; Χορταίνεις με μια φέτα μοναχά; Νερό είναι. Μέχρι να τη βάλεις στο στόμα σου διαλύθηκε» έλεγε και ξαναέλεγε, φύσαγε και ξεφύσαγε. 
«Δίκιο έχεις. Τι να σου κάνει; Να φάει η οικογένειά σου, εσύ ή να φιλέψεις και κάποιον;» ακούω δίπλα μου τη φωνή ενός ηλικιωμένου. Δεν έχω καταλάβει πόση ώρα κάθομαι απέναντι από το ψυγείο του σούπερ μάρκετ και μπροστά στη θέα του μισού καρπουζιού, επαναλαμβάνω εκείνα τα λόγια. Παράξενο μου φαίνεται, έτσι όπως το βλέπω τυλιγμένο με μια διάφανη μεμβράνη, να φιγουράρει λες και είναι μουσειακό είδος. Να στέκει λειψό και μίζερο και να γίνεται η υποχρεωτική επιλογή του κουτσουρεμένου μισθού. Κάποιοι να μπορούν να το αγοράσουν, κάποιοι άλλοι όχι.
«Όλα τα πετσοκόψανε παιδί μου, το καρπούζι θα αφήνανε ολόκληρο;» ακούγεται πάλι η φωνή του, λες και κάνει διάλογο με τις σκέψεις μου. 
Μα εμένα με πονάει να το βλέπω έτσι. Ίσως επειδή κάθε φέτα που λείπει και το αφήνει μισό, είναι σαν να στερεί από το αύριο τις αναμνήσεις του τώρα. Να τις αφήνει άνυδρες, θαμπές και ξινισμένες, σαν το καρπούζι το κομμένο που μένει έξω από το ψυγείο. 
Κι όμως αυτό το φρούτο το έχω συνδέσει με την αφθονία και με κάμπους κατάμεστους από την παρουσία του. Με ταξίδια κι εκδρομές. Μπολιασμένο κι αυτό με το μικρόβιο του ταξιδευτή, να γυρίζει πόλεις και χωριά και να υπόσχεται απολαύσεις. Να περνά από τις γειτονιές, να μαζεύονται οι γείτονες κοντά του και να οι κουβέντες, να τα αστεία! 
Να χαιρετάει η τροφαντή του σάρκα με έναν ήχο υπόκωφο στο άγγιγμα της παλάμης του κάθε αγοραστή. 
Να γελάει η σκληρή του η φλούδα με εκείνο το χορταστικό τρίξιμο στην επαφή με το μαχαίρι. 
Να τρέχουν οι ζουμεροί χυμοί του πάνω σε μουτράκια παιδικά και τα κουκούτσια του να γίνονται αφορμή για παιχνίδια ομαδικά, απλά, ξέγνοιαστα.
Κάθε φέτα του να ξυπνάει ολόκληρα καλοκαίρια και να αφήνει τους ζαχαρωμένους χυμούς να κυλούν και να χαϊδεύουν ηδονικά τις στιγμές.
Όσο να πεις, μια γλύκα τη χρειάζονται κι αυτές για να φωλιάσουν στο σεντούκι του χρόνου όμορφα φτιασιδωμένες και από κει, να στάζουν σταγόνα σταγόνα τη δροσιά τους στις θύμησες.

_

γράφει η Χριστίνα Σουλελέ





Πολύτιμο δώρο


-Κύριε Ανδρέα ετοιμάσου, έρχεται το δωράκι σου.
-Επιτέλους! Πρώτα θα πέθαινα και μετά θα ερχόταν.
-Έλα μη μου γκρινιάζεις και σε λίγο θα βγεις περδίκι από δω μέσα. 
-Ποιος το στέλνει, ξέρουμε; 
-Α! Είναι σεμνός ο θαυμαστής, δε θέλει δημοσιότητα. 
Η νοσοκόμα κρέμασε ψηλά τη φιάλη με το αίμα κι αφού ψηλάφισε προσεκτικά τη φλέβα, τοποθέτησε χωρίς βιασύνη τη βελόνα. Το κόκκινο υγρό άρχισε αμέσως το ταξίδι του με έναν αργό αλλά σταθερό ρυθμό, για να φτάσει τη σωστή στιγμή στον προορισμό του και να φέρει σε πέρας την αποστολή του. Αφετηρία του, η διάθεση κάποιου για προσφορά. Οι αποσκευές του φορτωμένες δώρα. Ένα φιλί ζωής. Ένα όνειρο μεγαλύτερο. Μια ελπίδα παραπάνω. Ένα χαμόγελο αισιοδοξίας περισσότερο. Στην ετικέτα τους, μια παύλα. Ανώνυμος ο δότης. Στο εισιτήριο σφραγισμένη η ένδειξη «Δωρεάν».
Το βλέμμα του κύριου Ανδρέα έμεινε καρφωμένο στη φιάλη και οι ερυθρές σταγόνες που έπεφταν αργά, έμοιαζαν να μεταφέρουν μηνύματα μυστικά και κωδικοποιημένα. Κάθε σταγόνα κι ένα μήνυμα από τον δότη προς τον παραλήπτη. Κάθε μήνυμα και μια τρυφερή συνομιλία ανάμεσα σε δυο αγνώστους. Ένα ραντεβού στα τυφλά ανάμεσα σε λευκούς τοίχους, με ένα κέρασμα άλικο κι ένα «στην υγειά σου» από καρδιάς. Παρά τα εβδομήντα του χρόνια, ποτέ δεν το έβανε ο νους ότι θα χρειαζόταν να γίνει δέκτης μιας τέτοιας προσφοράς και ούτε φυσικά είχε σκεφτεί να προσφέρει ο ίδιος κάτι ανάλογο. Και να που τα ’φερε η ώρα, να βρίσκεται με μια βελόνα στο χέρι και να κυλάει μέσα της ζωή, κομμάτι από τη ζωή ενός αγνώστου που νοιάστηκε γι’ αυτόν χωρίς να τον γνωρίζει. Ένιωσε έναν κόμπο στον λαιμό, λες και τα συναισθήματα που βίωνε, από τη στιγμή που μπήκε στο νοσοκομείο, τυλίγονταν σε κουβάρι κι εναλλάσσονταν από την αγωνία στην ανακούφιση και από τη χαρά στην ευγνωμοσύνη. Σκέψεις πολλές και ερωτήματα, απ’ αυτά που έρχονται απρόσκλητα κάτι τέτοιες δύσκολες ώρες και ζητούν απαντήσεις, του κρατούσαν συντροφιά.
-Ποιος είσαι φίλε μου; 
-Τι σημασία έχει;
-Να μην ξέρω ποιος μου προσφέρει το δώρο;
-Τι θα αλλάξει;
-Πες το ψέματα! Είσαι άντρας ή γυναίκα;
-Εσύ τι θα προτιμούσες; 
-Μου φτάνει που είσαι άνθρωπος. 
-Στα λόγια μου έρχεσαι.
-Πες μου μόνο, τι σε ώθησε σε αυτή την προσφορά; 
-Η αγάπη.
-Δεν με ξέρεις. 
-Η αγάπη φωλιάζει στις ψυχές όχι στα πρόσωπα.
-Όπως και να έχει αφιέρωσες χρόνο. 
-Δέκα λεπτά μόνο. 
-Πόνεσες.
-Ένα απλό τσίμπημα ήταν.
-Έβαλες σε κίνδυνο την υγεία σου για μένα.
-Ώπα φίλε! Με υπερεκτιμάς και δε μου αξίζει. Δεν είμαι κάποιος που θα έβαζε σε κίνδυνο την υγεία του για κάποιον άλλον. Και για να εξηγούμαστε. Ό,τι σου έδωσα ήταν από το περίσσευμά μου. Σε λίγη ώρα το αναπλήρωσα. 
-Είμαι γέρος πια. Πώς θα στο ανταποδώσω;
-Να θυμάσαι αυτή τη στιγμή. Κι όταν βγεις με το καλό, μίλα για μένα στα παιδιά σου, στα εγγόνια σου. Μίλα στον κόσμο. Πολλοί αγνοούν. Υπόσχεσαι;
-Υπόσχομαι.
Η φιάλη άδειασε κι η νοσοκόμα εμφανίστηκε χαμογελαστή. 
-Παραμιλάς κύριε Ανδρέα; 
-Μπα! Έπιασα κουβέντα με τον ανώνυμο θαυμαστή μου.
-Φαίνεται πως ήταν φλύαρος, σε βλέπω ζαλισμένο, του είπε κι έκλεισε το μάτι στον γιατρό που στεκόταν δίπλα του.
-Με μένα μιλούσες κυρ Ανδρέα. Με ρωτούσες και σου απαντούσα. Είπαμε ότι θα νιώσεις εξάντληση μετά τη μετάγγιση αλλά εσύ νομίζω το παράκανες λιγάκι, του είπε γιατρός και τον χτύπησε φιλικά στον ώμο.
Εκείνος κοίταξε γύρω του σαστισμένα και η ματιά του πότε έπεφτε πάνω στον γιατρό και πότε πάνω στην άδεια φιάλη αίματος. Ένιωθε κουρασμένος και λίγο πριν κλείσει τα βλέφαρα για να ξεκουραστεί, ζήτησε να τη φέρουν κοντά του. Η νοσοκόμα του έκανε το χατίρι και αφού την τοποθέτησε πάνω σ’ ένα δίσκο, την ακούμπησε στο τραπεζάκι που βρισκόταν δίπλα του. Εκείνος την κοίταξε βουρκωμένος κι αφού άγγιξε με το χέρι τη μεριά της καρδιάς, ψέλλισε με συγκίνηση: «Σε ευχαριστώ φίλε μου γι’ αυτό το πολύτιμο δώρο κι ας μη σε ξέρω».

_

γράφει η Χριστίνα Σουλελέ





Ποντιακό θέατρο στο Δασάκι Αριδαίας


Υπάρχουν λέξεις που πάντα θα κρατάς, όταν ξεμείνεις από τη σιωπή


Υπάρχουν λέξεις που στο όνομά τους ξαγρυπνάς
Και ένας βαρύς απόηχός τους συντροφεύει τα όνειρά σου
Τις τρομαγμένες κινήσεις σου γεννούν
τις μέρες που το βάρος τους σε έχει κατακλύσει με φόβο.

Υπάρχουν λέξεις που σαν ανέμελους ήχους, δίχως βαρύτητα, για λίγο κρατάς
Και ύστερα φεύγουν, σα να μην ήρθαν ποτέ
Ούτε ένα χάδι, ένα χαιρέτισμα δεν άφησαν στο βλέμμα σου
Ίσως κάποτε έρθουν ξανά…
Όταν θα γίνεις φιλόξενος μαζί τους…

Υπάρχουν λέξεις που πάντα θα κρατάς, σαν επιπλέον ρούχο σου
Όταν ξεμείνεις… και ξεγυμνωθείς από τη σιωπή…
Όταν στερέψει η ζωή σου από εμπειρίες
Ίσως θα είναι δανεικές
Ίσως κάπου γνώριμες από παλιά.

Υπάρχουν λέξεις που στο στόμα σου κατοικούν, δίχως να γνωρίζεις
Σε διατάζουν, μα εσύ δεν το ξέρεις
Κάπου, κάποιος, κάποτε, ίσως σου τις έφερε.
Έχουν δύναμη αυτές οι λέξεις
Τη δύναμη της δικής σου άγνοιας
και ξέρουν να σε οδηγούν…

Υπάρχουν λέξεις που σε βαραίνουν και θα σε βαραίνουν,
οι λέξεις που δεν ειπώθηκαν.
Και ασφυκτιάς όσο και αν τις αγνοείς.
Βαραίνουν τα βηματά σου, τη νηφάλια σκέψη σου
Ζουν μέσα σου, όσο παλεύεις μαζί τους, γεμάτος φόβο.

Κρυσταλλία Μπακοπούλου





ΠΗΓΗ...http://enallaktikidrasi.com

Ο Κριστιάν Μεντί στον Αλμωπό Αριδαίας


Η διοίκηση του Αλμωπού είναι στην ευχάριστη θέση να ανακοινώσει την απόκτηση του 26χρονου επιθετικού Christian Mendy (Κριστιάν Μεντί) με θητεία στην ΑΠΕ Λαυρεωτική, Βύζας Μεγάρων (Β’ Εθνική), Ντακάρ Σενεγάλης.
 Τον καλωσορίζει στην οικογένεια της ομάδας μας και του εύχεται υγεία, δύναμη και πολλές επιτυχίες.

    Με τιμή το Δ.Σ 
 Αλμωπού Αριδαίας 

ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ...