Στην καθημερινότητα των οικογενειών είναι συχνές οι καταστάσεις όπου κάποιο μέλος αγανακτεί για την συμπεριφορά των άλλων και δεν συνειδητοποιεί ότι είναι αυτός που τους αδικεί με τη συμπεριφορά του ή με τις απόψεις του.
Η ύπαρξη ψυχοπαθολογίας είναι συστατικό στοιχείο της ανθρώπινης φύσης και κανείς δεν δικαιούται να φαντάζεται ότι κινείται στην απόλυτη λειτουργικότητα. Η ιδεολογικοποιημένη ψυχοπαθολογία όμως, είναι πολύ ύπουλη καθώς δεν αναγνωρίζεται ως δυσλειτουργία, αλλά αντίθετα διακηρύττει την υπεροχή της και ως θιγμένη κατηγορεί όποιον την αμφισβητεί.
Η δικτατορία του σωστού, η δικτατορία της λογικής, η δικτατορία της καθαριότητας, η δικτατορία της ευαισθησίας, η δικτατορία της αισθητικής, η δικτατορία της θυσίας διαβρώνουν και καταστρέφουν τις ζωές των θνητών που προσπαθούν να κρυφτούν από την θνητότητά τους. Όποιος πιστεύει σ’ αυτές τις απατηλές θρησκείες διαπράττει ανθρωποθυσίες, ενώ ο στόχος του είναι να διαφυλαχτεί από την απειλή του κακού.
Η καθαριότητα που μολύνει
Η μητέρα που ασχολείται ψυχαναγκαστικά με τν καθαριότητα, δεν συνειδητοποιεί το πλήθος των ψυχικών μικροβίων που καλλιεργεί στην καθημερινή ζωή της οικογένειας. Τη στιγμή που διαμαρτύρεται για το ρόλο της ως υπηρέτριας, που πιστοποιείται από τη συνεχή ενασχόλησή της με τον καθαρισμό του σπιτιού, δεν συνειδητοποιεί ότι έχει γίνει ένας δικτάτορας που ενοχοποιεί τη ζωή.
Θεωρεί ότι ταλαιπωρείται εξαιτίας των παιδιών της και δεν συνειδητοποιεί ότι αυτή ταλαιπωρεί αφόρητα, με το να τους στερεί το δικαίωμα να είναι φυσιολογικά παιδιά και όχι προγραμματισμένα ρομπότ. Αναπτύσσει μια αυτιστική στάση, κατά την οποία τα άψυχα αντικείμενα του σπιτιού έχουν την προτεραιότητα έναντι των έμψυχων όντων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο παραιτείται από το δικαίωμά της να είναι η οικοδέσποινα που δημιουργεί το θερμό κλίμα του σπιτικού και περιορίζεται στο να είναι ο φύλακας του άψυχου σπιτιού.(……)
Εκείνος που εκνευρίζεται με τους άλλους που δεν τηρούν τους κανόνες της καθαριότητας, τους οποίους έχει ο ίδιος θέσει, δεν συνειδητοποιεί ότι στην πραγματικότητα και αυτός θα επιθυμούσε να δραπετεύσει από την πεντακάθαρη φυλακή του. Γι’ αυτό και οργίζεται με εκείνους που το τολμούν. Εξάλλου, αυτό που στην πραγματικότητα επιθυμεί να τακτοποιήσει δεν είναι οι ακάθαρτες επιφάνειες των επίπλων, αλλά οι ‘’ακάθαρτες’’ σκέψεις, που ως λογισμοί της λένε ότι με κάτι άλλο θα ήθελε να ασχοληθεί.
Οι μητέρες αυτές θυμίζουν εκείνα τα παιδιά που ασταμάτητα διαβάζουν προκειμένου να είναι συνεπείς μαθητές στις σχολικές υποχρεώσεις τους. Φθονούν τους συμμαθητές τους που παίζουν ξέγνοιαστοι και εύχονται να τους προκύψει μια αιφνιδιαστική εξέταση για να τιμωρηθούν. Είναι όπως εκείνοι που στο φαγητό τους αφήνουν για το τέλος αυτό που τους αρέσει περισσότερο, αλλά με ζήλεια και αγωνία παρατηρούν ότι οι άλλοι ήδη ευχαριστιούνται το δικό τους.
Μία γυναίκα που ασχολείται διαρκώς με τις οικιακές εργασίες, κατά τρόπο εξουθενωτικό για την ίδια και βασανιστικό για τους οικείους της, είναι καλό να αναρωτηθεί: τι θα έκανε αν ήταν ελεύθερη να ασχοληθεί όχι με ό,τι πρέπει αλλά με ό,τι θα ήθελε; Τότε πιθανόν να αναστατωνόταν συνειδητοποιώντας ότι έχει ξεχάσει να επιθυμεί. (……)
Η τυραννία του σωστού
Ο γονιός που ζητά τη συμμόρφωση του παιδιού του με τη σωστή συμπεριφορά δίχως να μπορεί να εξηγήσει το γιατί, αποτυγχάνει στο στόχο του. Το παιδί είτε δεν θα αποδεχθεί και θα αντιδράσει, είτε μηχανιστικά θα υπακούσει, αλλά ουσιαστικά δίχως να το αποδεχθεί. Τελικά είναι ο γονιός που κάποια στιγμή θα παραμεριστεί ως μουσειακό είδος.
Αυτός που υπερασπίζεται το σωστό ως δεδομένη αυταπόδεικτη οντότητα, είναι αυτός που ουσιαστικά το αρνείται. Δεν κατανοεί ότι το σωστό είναι μια συνθήκη που δοκιμάστηκε και βρέθηκε ότι ισχύει σε κάποιες συνθήκες. Δεν έχει συνειδητοποιήσει ότι το σωστό κλειδί είναι αυτό που ταιριάζει στη συγκειμένη κλειδαριά. Επομένως, δεν γνωρίζει ότι η λειτουργικότητα είναι αυτή που κάθε φορά αναδεικνύει την ορθότητα ή μη μιας επιλογής.
Όποιος ζητάει να είναι εντάξει ως προς το σωστό, χάνει τη δυνατότητα να είναι δημιουργικός, να παράγει το νέο. Κανείς σημαντικός δημιουργός δεν κινήθηκε μόνο στο χώρο του σωστού. Δεν περιφρονεί την καταγεγραμμένη γνώση, αλλά τη δοκιμάζει σε νέες συνθήκες.
Κάποιοι αναφέρονται διαρκώς στις αξίες και τις υπερασπίζονται λεκτικά, αλλά στην πραγματικότητα δεν τις εμπιστεύονται, αφού τις ταυτίζουν με το ‘’σωστό’’, στο οποίο άκριτα πρέπει να υπακούει κανείς. Αγανακτούν μ’ όποιον τολμήσει να τις αμφισβητήσει και δεν συνειδητοποιούν ότι η δική τους υπεράσπιση τις κάνει απωθητικές.
Η εποχή της παγκοσμιοποίησης σχετικοποιεί κάποιες αλήθειες που αδιαπραγμάτευτα ίσχυαν. Μοιάζει σαν να αμφισβητείται και να καταστρέφεται κάθε παραδοσιακή αξία. Καλοπροαίρετοι άνθρωποι αγωνιούν ότι έρχεται η καταστροφή των πάντων. όμως τα πράγματα δεν καταγράφονται έτσι από τους σοβαρούς μελετητές. Υφίσταται μια αποδιοργάνωση, όπως αντιστοιχεί σε κάθε νέα πολιτιστική φάση, αλλά ταυτόχρονα οι νέοι άνθρωποι αναζητούν αυθεντικές αλήθειες και γνήσιες αξίες στις οποίες να μπορούν να στηρίξουν τις ζωές του και τις σχέσεις τους.
Οι γονείς που στην αγωνία τους για την πορεία των παιδιών τους αντιδρούν με απολυτότητα, με υποτίμηση του νέου στοιχείου και βερμπαλιστικές διακηρύξεις, δεν μπορούν να προσφέρουν αξιόπιστα ερείσματα στη ζωή των παιδιών τους και τελικά αποσύρονται παραιτημένοι.
Αντίθετα, οι γονείς που ενώ δυσκολεύονται από τα νέα δεδομένα, τα θεωρούν ως προκλήσεις, διαμορφώνουν τη ζωή τους σε εργαστήριο δημιουργίας, γνησιότητας και χαράς και τότε γίνονται οδηγοί και δάσκαλοι ζωής. Είναι εκείνοι που θα μεταδώσουν τις αξίες στην επόμενη γενιά που νιώθει υπερκορεσμένη και υποψιασμένη πλέον για την φτήνια, την κενότητα των μοντέλων life style που προσφέρει η συντονισμένη προπαγάνδα του θεάματος.
Οι αξίες που δικαιούνται να αναγνωρίζονται ως τέτοιες είναι αυτές που διαχρονικότητά τους και η παγκοσμιότητά τους έγκειται στο ότι αποτελούν χρηστικά εργαλεία ζωής και όχι παραδοχές. Επομένως, όποιος με τόλμη αμφισβητεί, κτίζει με πιο στέρεα στοιχεία το οικοδόμημα της πίστης και της εμπιστοσύνης.
Δημήτρης Φ. Καραγιάννης, Παιδοψυχίατος-Ψυχοθεραπευτής (”Η αδικία που πληγώνει”, εκδόσεις Αρμός)