July 4, 2014
Περπατούσα χθες στην Αθήνα. Περνώντας από ένα παρκάκι, περπατάμε παράλληλα με μια κυρία. Η οποία επιτάχυνε κάποια στιγμή και διασταυρωθήκαμε.
Ακολουθεί ο εξής διάλογος:
- Κοπέλα μου να σου πω κάτι;
- (Χαμογελώ) Παρακαλώ, σας ακούω.
- Θα σου πω κάτι σαν μάνα σου, σαν γιαγιά σου. Αν είχα τα πόδια σου, που είναι έτσι ζουμπουρλούδικα, δεν θα φόραγα αυτό το φόρεμα.
Σοκ! Γύρισε το μάτι μου που λένε. Σκέφτηκα να τη βρίσω ή να αδιαφορήσω, να σχολιάσω κι εγώ την εμφάνισή της ή να φύγω και να μην της πω τίποτα; Την κοίταξα έντονα και κάνω ένα δυο βήματα για να φύγω. Όχι είπα, δεν γίνεται να φύγεις έτσι απλά και να μην πεις τίποτα. Πρέπει να μιλήσεις.
Γύρισα και με όσο λιγότερο ειρωνικό ύφος μπορούσα μα με μεγάλο χαμόγελο, ακολούθησε ο επόμενος διάλογος:
- Μμμμ τι εννοείτε; Να φοράω μόνο παντελόνια;
- Όχι κούκλα μου όχι. Αλλά να, να ήταν το φόρεμα ως εδώ. (Δείχνοντας μου λίγο κάτω από το γόνατο)
- Ναι αλλά οι γάμπες μου; Δηλαδή οι γάμπες μου σας αρέσουν; Δεν είναι κι αυτές ζουμπουρλούδικες;
- Ε όχι όχι. Είναι κι αυτές αλλά εντάξει, συγνώμη κιόλας μην με παρεξηγείς (ήδη έχει αρχίσει να ταράζεται και να νιώθει άβολα)
- Ελάτε να καθίσουμε λίγο στο παγκάκι. Για πείτε μου. Τα χέρια μου; Τα χέρια μου είναι κι αυτά ζουμπουρλούδικα. Λέτε θα ήταν καλύτερα να φοράω μακρυμάνικα όλο τον χρόνο; Γενικά όμως είμαι ζουμπουρλούδικο κορίτσι. Τι να φοράω;
- Αχ κούκλα μου σου ζητάω συγνώμη. Εγώ απλά σου μίλησα γιατί…
- Γιατί αλήθεια;
- Ε να, για να σου πω κάτι σαν μάνα σου. Από ενδιαφέρον.
- Αλήθεια, έχετε παιδιά;
- Όχι.
- Ευτυχώς. Γιατί αν δεν ήταν τέλεια για τα δικά σας μάτια, θα υπέφεραν πολύ. Και κάτι τελευταίο. Στην παραλία πώς θα εμφανιστώ με το μαγιό; Μήπως να πηγαίνω για μπάνιο μόνο νύχτα; Γενικά μήπως να βγαίνω έξω μόνο νύχτα;
Βούρκωσε, σχεδόν με πήρε αγκαλιά, μου ζήτησε συγνώμη. Μου είπε ευχαριστώ που της μίλησα και την έκανα να καταλάβει τι είχε πει. (Φαντάζομαι όχι μόνο σε εμένα. Αλλά σε πολλούς και για διαφορετικά θέματα)
Την ευχαρίστησα κι εγώ όμως. Δεν της εξήγησα και ίσως δεν κατάλαβα γιατί αλλά μετά το σκέφτηκα. Είναι πολλές φορές που μας συμβαίνει κάτι και μετά σκεφτόμαστε αχ και να έλεγα αυτό ή εκείνο, και γιατί δεν αντέδρασα έτσι ή αλλιώς. Την ευχαρίστησα γιατί με αφορμή το θρασύ σχόλιο μιας άγνωστης, βρήκα (ίσως για πρώτη φορά) ακριβώς τις κατάλληλες λέξεις την κατάλληλη στιγμή αφήνοντας πίσω τον θυμό που μου προκάλεσε. Την ευχαρίστησα που με άκουσε κι άφησε για λίγο πίσω την επικριτική της φύση.
Συνεχίζοντας μετά να περπατώ, θυμήθηκα κάτι που σκεφτόμουν και πριν λίγο καιρό. Το γνωστό: «των άλλων είναι καρύδια και βροντάνε, τα δικά μας είναι σύκα και δεν ακούγονται».
Είδες τι φοράει; πώς περπατάει έτσι; πώς χορεύει, πώς οδηγεί, πώς μιλάει;
Πόσο δύσκολο είναι να δούμε και να πούμε την αλήθεια στον εαυτό μας, για τον εαυτό μας. Ωστόσο, των άλλων τη βλέπουμε, τη λέμε και την κρίνουμε. Εύκολα, επιπόλαια και αυθόρμητα.
Πόσο δύσκολο είναι να «εκ-παιδεύσουμε» το βλέμμα μας να κοιτάζει χωρίς να επικρίνει και αφού έχουμε σκεφτεί, καθώς και το μυαλό μας να σκέφτεται χωρίς να επικρίνει και αφού έχουμε κοιτάξει.
Γράφω την ιστορία αυτή για έναν και μόνο λόγο. Ελπίζω πως μπορούμε να πάψουμε να κρίνουμε τους ανθρώπους επιφανειακά. Χρειάζεται προσπάθεια γιατί όλοι κρίνουμε εύκολα τα πάντα. Για τον ίδιο λόγο αφιέρωσα και 10 λεπτά για να συνομιλήσω με αυτή την άγνωστη γυναίκα. Ελπίζω πως αυτή η γυναίκα μετά την κουβέντα μας, θα σκεφτεί λίγο πριν ξανανοίξει το στόμα της για να κρίνει τον οποιοδήποτε. Ελπίζω πως κι εγώ θα σκεφτώ πριν κρίνω οτιδήποτε στους γύρω μου.
Κάποιοι ίσως πουν ότι με κάποιους ανθρώπους είναι σαν να μιλάς στον τοίχο. Μα λένε ότι και οι τοίχοι έχουν αυτιά...
~φωτογραφία: Έλενα Κουμίδου, την οποία ευχαριστώ πολύ~