Σάββατο 3 Ιουνίου 2017
"Παγιδευμένοι" του Άντον Τσέχωβ - Θεατρική παράσταση από την νεοσύστατη Θεατρική Ομάδα Περίκλειας.
Θεατρική παράσταση <<Παγιδευμένοι>>
Διηγήματα του Άντον Τσέχωβ σε διασκευή, από την νεοσύστατη Θεατρική Ομάδα Περίκλειας.
3, 4 και 5 Ιουνίου 2017 στο Δημοτικό Σχολείο Περίκλειας.
Ώρα έναρξης 21.00 μ.μ.
Είσοδος ελεύθερη(προαιρετική εισφορά για τα έξοδα της παράστασης).
Παίρνουν μέρος ( με αλφαβητική σειρά ):
Λίνα Αβράμη
Τάσος Βανούτσης
Γιάννης Γόδου
Χρήστος Κιούπης
Αννέτα Μιχαλοπούλου
Μαρία Παπαντωνίου
Ντίνα Πετρούση
Σούλα Σούση
Νίκος Σούσης
Δέσποινα Τσουλφαϊδου
Ελευθερία Χότζια
Σκηνοθετική επιμέλεια : Αννέτα Γόδου
Μουσική: Νίκος Μπούμπας
Ευχαριστούμε θερμά τους:
Δημοτικό Σχολείο Περίκλειας
Πολιτιστικό Σύλλογο Προμάχων
Δήμο Αριδαίας ( Νικόλτση Αλέξανδρο)
Φέντα Διονύση
Μορφωτικό Σύλλογο Βλάχων Αρχαγγέλου και
όλους τους κατοίκους του χωριού, που προσφέρθηκαν εθελοντικά για την πραγματοποίηση της παράστασης.
Στο οδοντιατρείο
-Μου επιτρέπετε κυρία μου; Ορίστε τούτο το περιοδικό, μόλις το αγόρασα δεν το έχει πιάσει άλλου ανθρώπου χέρι, μυρίζει άρωμα και μελάνι φρέσκο και σίγουρα με αυτό θα περάσει πιο ανώδυνα η ώρα αναμονής σας που κατά τη γνώμη μου είναι και το πιο δύσκολο κομμάτι της όλης ιστορίας που έχει να διηγηθεί ένα σφραγισμένο δόντι.
-Ω μα σας ευχαριστώ. Είστε σαν να λέμε και συγχωρέστε με, κάτι σαν αδερφή του Ελέους που σκοπός της ζωής της είναι να απαλύνει τον εφιάλτη του τροχού;
-Κάθε άλλο κυρία μου. Ένας πανδυστυχής ομοιοπαθών και ομοιοϋποφέρων είμαι. Γι αυτό και καταλαβαίνω τον πόνο του καθενός που βρίσκεται εδώ, σε τούτον το κατ’ ευφημισμό μοντέρνο ιατρείο του μαρτυρίου, που θα συμπλήρωνα ο πάσχων. Σε μία ώρα κυρία μου είναι το ραντεβού μου μα ο εφιάλτης του με κατέχει από τη στιγμή που μού το έκλεισε ο γιατρός εδώ και 15 ημέρες. Έχω υπηρετήσει σαν φαντάρος στους καταδρομείς, έκανα βατραχάνθρωπος και βούτηξα σε απύθμενες λίμνες και άπατους θαλάσσιους βυθούς χωρίς να σκιαχθώ. Μα στη θέα και μόνο της άσπρης μπλούζας εγώ κάτι παθαίνω, κάπως πεθαίνω. Γι’ αυτό και έρχομαι τόσο νωρίτερα από τη στιγμή του μαρτυρίου, για να συνηθίζω, κατά το μέτρο του ανθρωπίνως δυνατού, στην ιδέα. Ο γιατρός, φίλος μου παιδιόθεν, προς τιμή του συμμερίζεται τις φοβίες μου γι’ αυτό και στο δικό μου ραντεβού αλλάζει την ιατρική του μπλούζα και ντύνεται με μία καταπράσινη σαν αυτές των χειρουργείων που Κύριος οίδε το ΓΙΑΤΙ τις προτιμώ, ισορροπώντας το νευρικό μου σύστημα. Δεν ντρέπομαι που σας εξομολογούμαι το ψυχολογικό μου πρόβλημα. Πόσο θα ευχόμουν να μου έκανε ολική νάρκωση για να μη αισθάνομαι τις «διαολενέσεις» που κάνει για να μουδιάσει την πάσχουσα περιοχή και τις λογής-λογής τσιμπίδες και καθρεφτάκια που γεμίζει σαν εργαλειοθήκη το δόλιο το στόμα μου..
-Ω μα το ξέρετε πως με αγχώσατε με όλα αυτά που μου λέτε; Ομολογώ ότι δεν το έβλεπα καθόλου έτσι λαμβανομένου υπ’ όψιν και του γεγονότος ότι ο γιατρός είναι σούπερ ντούπερ, κάθε άλλο παρά φόβο προκαλεί. Κάθομαι στην καρέκλα του λοιπόν, που σίγουρα για σας θα πρέπει να μοιάζει κάτι σαν την ηλεκτρική, χαλαρώνω, μετρώντας προβατάκια και ο χρόνος κυλά υπέρ μου και γρήγορα. Το κυριότερο, ακούω χαλαρωτική μουσική, όχι Βάγκνερ όπως έκαναν οι ναζί μα ορχηστρική, τον Clayderman πχ και τον φαντάζομαι τότε που ήταν νέος και απίστευτα γοητευτικός. Και είναι να απορείς το πόσο γρήγορα περνά ο χρόνος…
-Τι μου λέτε; Είστε θησαυρός κυρία μου. Πώς και δεν το είχα συλλάβει έτσι;
-Ακούστε λοιπόν. Το ραντεβού σας είναι μετά το δικό μου. Δεν είναι; Ε, λοιπόν θα αλλάξουμε σειρά. Θα πάρετε τόσο το ραντεβού μου όσο και το mp3 και τα ακουστικά μου και θα μπείτε άφοβα εκεί μέσα. Δεν έχουμε παρά να δοκιμάσουμε. Σήμερα δεν βιάζομαι καθόλου και για να είμαι ειλικρινής, είμαι περίεργη να δω τη εξέλιξη του θέματος.
-Έλα Νανά η σειρά σου…
-Νίκο μου αλλάξαμε με τον κύριο κάτι προέκυψε, έτσι δεν είναι κύριε...;
-Μάνθος μαντάμ και σας ευχαριστώ. Αν ακούσετε οιμωγές και οδυρμούς δεν θα είναι από μένα αλλά από το φάντασμά μου και ζητώ εκ των προτέρων συγγνώμη για το ρεζίλεμά του. Τι να λέμε τώρα. Με ξεπερνάει.
-Έλα, Μάνθο έλα. Τι έγινε ρε συ με την Ρεάλ χθες βράδυ; Τα ‘παιξε ο Ρομπέρτο; Καλά να πάθει, η βασίλισσα και η βασίλισσα και πράσινα άλογα πια.
Έκλεισε η πόρτα του γιατρού και η Νανά χαμογέλασε για την κατανόηση που έδειξε απέναντι στο τρόμο του συνανθρώπου της. Καθόλου δεν τον σνόμπαρε. Κάποτε είχε δει τον αρχηγό του σώματος Χωροφυλάκων της κωμόπολης της να λιποθυμά στο φαρμακείο της γειτονιάς στη θέα και μόνο του εμβολίου κατά της γρίπης που πήγε να του κάνουν. Και να σκεφτείς ότι όταν έφαγε κάποτε μία σφαίρα από έναν κακοποιό, την έβγαλε μόνος του από το σμπαραλιασμένο του μπράτσο χωρίς νάρκωση, αφήνοντας κατάπληκτο το γιατρό που ήρθε αργότερα, πράγμα σωτήριο ακόμη και για τη ζωή του. Κάθε άλλο λοιπόν παρά κορόιδεψε τον δύστυχο τον Μάνθο που ήταν και νοστιμούλης ο μπαγάσας.
-Νανά μου με έσωσες (να 'τος και ο ενικός). Θα σε ανακηρύξω εθνικό μου σωτήρα, αλήθεια σου λέω. Επίτρεψε μου σε παρακαλώ να σε περιμένω να πάμε μαζί για φαγητό. Σου τ’ ορκίζομαι όσο θα σε περιμένω θα είναι για μένα η ωραιότερη αναμονή που θα έχω περάσει όχι μόνο σε τούτο δω τον χώρο αλλά παντού.
Και την περίμενε και τώρα και όλη τους τη ζωή οσάκις πήγαιναν πάντα μαζί στον οδοντίατρό τους, που τον λάτρευαν όπως λάτρευαν ο ένας τον άλλον και οι δύο μαζί τα παιδιά τους.
Είδες οδοντίατρε θαύματα που λαμβάνουν χώρα στο ιατρείο σου; Τελικά, να πώς απομυθοποιούνται θετικά χώροι βασανιστηρίων… Αχ αγάπη, αγάπη, αγάπη..
_
γράφει η Λένα Μαυρουδή Μούλιου
ΠΗΓΗ...https://tovivlio.net
Τα σταράκια
Τα κίτρινα σταράκια ήταν τα πιο ηλικιωμένα και σοφά παπούτσια της ντουλάπας. Ταλαιπωρημένα, στραβοπατημένα, λίγο ξεθωριασμένα από το πλύσιμο, αλλά τουλάχιστον δε μύριζαν άσχημα. Παρόλο που ζούσαν στο βάθος της ντουλάπας, είχαν το δικό τους κουτί. Και αυτό σήμαινε πολλά.
Αν και σπάνια έβγαιναν πια από το ντουλάπι, είχαν να διηγηθούν πάρα πολλές ιστορίες. Δεν ήταν λίγες οι φορές που τα υπόλοιπα παπούτσια άκουγαν με θαυμασμό τις ιστορίες τους. Ηλιοβασιλέματα σε βρώμικα καταστρώματα πλοίου, βόλτες σε πλακόστρωτα σοκάκια και χιλιόμετρα περατζάδας σε αμμουδερές παραλίες. Δύσκολες καταστάσεις, γιατί για πολλές μέρες μετά, η άμμος χωνόταν στα πιο απίθανα σημεία. Ακόμα πιο επικίνδυνες ήταν οι εξορμήσεις σε συναυλίες κάθε είδους, με τα χοροπηδητά και την πολυκοσμία. Μπορεί, τώρα, να ήταν σε απραξία, αλλά στο ένδοξο παρελθόν τους υπήρχαν ολόκληροι μήνες που τα σταράκια δεν είχαν πάρει ούτε μέρα ρεπό. Και είχαν φορεθεί με τζιν και σορτσάκια, ακόμα και με αέρινα καλοκαιρινά φορέματα. Ωραίες εποχές.
Τα σταράκια προσπαθούσαν πάντα να δικαιολογήσουν την τωρινή τους απραξία. Πού θα μπορούσαν να φορεθούν πια άλλωστε; Στη δουλειά με το ταγέρ; Όχι βέβαια! Ούτε στο γυμναστήριο, ούτε και σε κάποιο ραντεβού. Ήλπιζαν σε μία πιο χαλαρή ανοιξιάτικη βόλτα, ή κάτι τέτοιο. «Εγώ, πάντως, άκουσα να λένε ότι δεν είστε και πολύ βολικά», τόλμησε να πει μία φορά ένα ζευγάρι αθλητικά. Και τα All Star δεν του ξαναμίλησαν για εβδομάδες. Σπάνιο γεγονός, γιατί συνήθως ήταν ευγενικά με τα υπόλοιπα παπούτσια και συχνά έδιναν συμβουλές στους καινούριους, πώς να αποφεύγουν τα στραβοπατήματα, τις ύπουλες τρύπες στη γωνία έξω από το σπίτι και ποιες ήταν οι πιο ασφαλείς κρυψώνες από τον σκύλο, σε περίπτωση που ξέμεναν κάποιο βράδυ εκτός ντουλάπας.
Παρά όλες τις δικαιολογίες, τα σταράκια δεν είχαν αυταπάτες. Ήξεραν ότι η εποχή τους είχε περάσει. Αλλά τα παρηγορούσε το γεγονός ότι ήταν πάντα εκεί. Κανείς δεν είχε σκεφτεί να τα πετάξει. Και υπήρχαν εκείνες οι μέρες που ανασύρονταν με αγάπη από το βάθος της ντουλάπας. Και είχαν τη χαρά να γνωρίζουν ότι αυτό δε γινόταν για πρακτικούς λόγους, αλλά από μία βαθιά εσωτερική ανάγκη. Γιατί, μερικές φορές, θέλεις να επιστρέψεις στην οικειότητα ενός παλιού φίλου, στην αναφορά της ανέμελης νιότης. Και γιατί, πάντα μα πάντα, θα ταιριάζουν τέλεια με τα τζιν.
_
γράφει η Χριστίνα Κατσιαδάκη
ΠΗΓΗ...https://tovivlio.net
Θα μ’αγαπάς ακόμα όταν ξημερώσει;
Ήταν μια συνηθισμένη νύχτα όπως όλες. Εκείνος καθόταν και έβλεπε τηλεόραση, εκείνη ήταν έξω στη γωνιά που πήγαινε πάντα όταν ήθελε να σκεφτεί. Κοιτούσε τον ουρανό και ονειρεύονταν το μέλλον της έλεγε. Είχε περάσει πολλή ώρα που ήταν έξω. «Τι κάνει τόση ώρα μόνη της;» είπε και σηκώθηκε από τον καναπέ που καθόταν για ώρα, για να βγει έξω στο μπαλκόνι να την βρει.
«Γιατί είσαι έξω τόση ώρα; Δεν κρύωσες;»
«Ο αέρας μου δίνει την ελευθερία που χρειάζομαι, μου καθαρίζει το μυαλό, τις σκέψεις.»
Την πλησίασε την αγκάλιασε, την φίλησε στον λαιμό απαλά και τις ψιθύρισε στο αυτί:
«Σ’αγαπώ όσο τα άστρα αγαπούν τη νύχτα.»
Εκείνη χαμογέλασε, γύρισε μπροστά του και τον αγκάλιασε σφιχτά.
«Δεν θέλω να σε χάσω» του είπε με ένα βλέμμα γεμάτο θλίψη.
«Να κάνουμε μια συμφωνία, αν σου πω κάποτε να χωρίσουμε, θέλω να μου δώσεις μια σφαλιάρα να συνέλθω γιατί σίγουρα δεν θα είμαι στα καλά μου για να θέλω να φύγω.»
«Σύμφωνοι τότε, αλλά πρόσεχε γιατί το χέρι μου είναι βαρετό.»
Άρχισαν να γελάνε και τότε ένα αστέρι έπεσε στον ορίζοντα του ουρανού.
«Κάνε ευχή, κάνε ευχή!» του είπε με μια χαρά.
«Δεν χρειάζεται, η ευχή μου έχει πραγματοποιηθεί από την μέρα που ήρθες στη ζωή μου.»
Τότε την έπιασε πάνω του και ξάπλωσαν μαζί στο κρεβάτι τους αγκαλιά και καθώς περνούσε η ώρα αυτή τον κοίταζε συνέχεια στα μάτια και του είπε:
«Θα με αγαπάς ακόμα όταν ξημερώσει;»
«Θα σε αγαπάω κάθε ξημέρωμα και πιο πολύ μικρή μου.»
Κοιμήθηκαν αγκαλιά και τα όνειρα τους ενώθηκαν μέσα στην νύχτα, μέχρι που το πρωί τους βρήκε έτοιμους για το μέλλον, ελπίζοντας πως ο χρόνος θα τους φερθεί καλά.
_
γράφει ο Νικόλας Χαραλάμπους
ΠΗΓΗ...https://tovivlio.net