Η Ελλάδα είναι ο παράδεισος των χαμένων θησαυρών. Παραμένουν θαμμένοι από την αρχαιότητα (κτερίσματα μεγάλης αρχαιολογικής αξίας), από την Τουρκοκρατία (χρυσά νομίσματα και πολύτιμα πετράδια) και από τη γερμανική κατοχή και τον ελληνικό εμφύλιο (χρυσός και λίρες). Φήμες και θρύλοι για χαμένους θησαυρούς τυλιγμένοι με πέπλο μυστηρίου κεντρίζουν τη φαντασία των «κυνηγών». Ελληνες και ξένοι Ιντιάνα Τζόουνς εφοδιασμένοι με ανιχνευτές πολύτιμων μετάλλων, φτυάρια, κασμάδες, χάρτες, εκρηκτικά και όπλα εξορμούν κάθε βράδυ για το κυνήγι του χαμένου θησαυρού, μετατρέποντας πολλές περιοχές της ελληνικής υπαίθρου σε μέρη πιο πολυσύχναστα και από κεντρικούς δρόμους πόλεων.
Τα αντικείμενα του πόθου
Οι θησαυροί που συνήθως βρίσκονται στην Ελλάδα αποτελούνται από:
1. Αρχαία κτερίσματα, τα οποία προέρχονται από τη συνήθεια των αρχαίων Ελλήνων να θάβουν τους νεκρούς με τα προσωπικά τους αντικείμενα.
2. Τουρκικά χρυσά πεντόλιρα. Τα έκρυβαν προτού αποχωρήσουν οι τούρκοι διοικητές των απελευθερωμένων περιοχών της Ελλάδας, με την ελπίδα ότι η οθωμανική αυτοκρατορία θα ανακατελάμβανε τα χαμένα εδάφη και αυτοί θα επέστρεφαν να ξαναβρούν τα πλούτη τους.
3. Χρυσές λίρες παλαιάς κοπής της βασίλισσας Βικτωρίας, που έκρυψαν οι αντάρτες ή οι Γερμανοί. Τις λίρες έστελναν ως βοήθεια οι σύμμαχοι Αγγλοι προς τις ανταρτικές ομάδες του ΕΛΑΣ, του ΕΔΕΣ, του Ψαρρού και άλλες οι οποίες δρούσαν στην κατεχόμενη Ελλάδα. Η οικονομική βοήθεια έφθανε αεροπορικώς πάνω από τη χώρα μας και έπεφτε με αλεξίπτωτα μέσα σε ανοξείδωτα βαρελάκια. Οι ρίψεις γίνονταν τη νύχτα, με αποτέλεσμα πολλά «βαρελάκια» να χαθούν ή να πέσουν σε λάθος χέρια. Σημαντική σε όλη αυτή τη διακίνηση χρυσού ήταν και η συμβολή του ΕΛΑΝ, του ναυτικού των ανταρτών. Εκτός από το ενδεχόμενο της αιφνιδιαστικής επίθεσης του εχθρού εναντίον μιας ανταρτικής ομάδας κατά την παραλαβή του χρυσού ή του λάθους, που μπορούσε να αποτελέσει αίτια απώλειας του θησαυρού, υπήρχε πάντα και το προσωπικό κίνητρο οικειοποίησής του. Εκείνη την εποχή οι τράπεζες δεν ήταν το ασφαλέστερο μέρος για φύλαξη, γι' αυτό οι αντάρτες έθαβαν τους θησαυρούς σε μέρη από τα οποία υπήρχε η πιθανότητα να ξαναπεράσουν ή να επιστρέψουν κάποια στιγμή με ασφάλεια. Οι πιο πολλοί από αυτούς όμως δεν επέστρεψαν ποτέ, είτε γιατί εξολοθρεύτηκαν από τους Γερμανούς είτε γιατί μετά τη λήξη του πολέμου και του Εμφυλίου έφυγαν για τις χώρες του ανατολικού μπλοκ χωρίς να μπορέσουν να πάρουν τίποτε μαζί τους. Αυτοί οι άνθρωποι, όταν άρχισαν πριν από λίγα χρόνια να επιστρέφουν, έγιναν η πηγή μιας νέας μυθολογίας σχετικά με τους Ελληνες της Ανατολικής Ευρώπης. Αυτοί ήταν που έφεραν στην ελληνική «αγορά» ένα μεγάλο μέρος από τους χάρτες οι οποίοι κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι και τόνωσαν το ενδιαφέρον του «κυνηγιού». Το 90% περίπου αυτών των χαρτών είναι πλαστοί. Η τιμή ενός καλού χάρτη έχει σχέση με την ηλικία του προμηθευτή του. Οσο πιο ηλικιωμένος είναι αυτός που πουλάει τον χάρτη τόσο υψηλότερη είναι η τιμή του. Είναι η μόνη περίπτωση στην αγορά που η αξία ενός προϊόντος ανεβαίνει ανάλογα με την ηλικία του προμηθευτή του. Η ανώτερη τιμή που μπορεί να φθάσει ένας χάρτης είναι τα 5 εκατ. δραχμές. Το πρώτο, πρακτικό τεστ αξιοπιστίας ενός χάρτη είναι η αντιπαραβολή του με τον επίσημο στρατιωτικό της συγκεκριμένης περιοχής. Οχι πως αυτό εξασφαλίζει τη γνησιότητά του, αλλά είναι το πρώτο βήμα εξακρίβωσής της. Από 'κεί και πέρα υπάρχουν διάφορες άλλες σκέψεις που πρέπει να κάνει ο ενδιαφερόμενος, καθώς πολλές φορές οι αντάρτες κατά τη σχεδίαση του χάρτη χρησιμοποιούσαν διάφορες τεχνικές για να δυσκολευτεί ο «κυνηγός» σε περίπτωση που ο χάρτης έπεφτε σε λάθος χέρια.
Οι SOS περιοχές
Στόχο των κυνηγών θησαυρών αποτελούν οι περιοχές με αρχαιολογικό ενδιαφέρον, όπως της αρχαίας Πελασγίας, η οποία βρίσκεται ανάμεσα στους Αγίους Θεοδώρους και στον Πτελεό Αλμυρού. Η περιοχή αυτή θυμίζει βομβαρδισμένο τοπίο: υπάρχουν πάνω από 50 τρύπες που έχουν ανοίξει οι «κυνηγοί» οι οποίοι έφθασαν κατά καιρούς. Εκεί βρίσκονται πολλοί αρχαίοι τάφοι, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων έχει συληθεί.
Κύριος στόχος των «κυνηγών» όμως είναι οι περιοχές όπου έδρευαν ή δραστηριοποιούνταν ανταρτικές ομάδες. Τέτοιες είναι: η περιοχή της Αναύρας (Γούρας) Μαγνησίας, έδρα πολλών ανταρτικών ομάδων, της Γλύφας στη Φθιώτιδα, του Πτελεού Μαγνησίας, του Πηλίου και πιο συγκεκριμένα η περιοχή του Μοναστηριού Φλαμουρίου, το Λιτόχωρο, η Ανω και Κάτω Βροντού στον Ολυμπο κάτι σαν το Ελντοράντο για τους έλληνες κυνηγούς θησαυρών. Επίσης, η παραλία Διστόμου (από εκεί ξεκίνησε η επιχείρηση ανατίναξης της γέφυρας του Γοργοποτάμου), το Ναύπλιο, ο Αργοσαρωνικός, η Σαλαμίνα, όπου λέγεται ότι έκρυψαν χρυσό κατά την αποχώρησή τους οι Γερμανοί, η Αγία Τριάδα Φθιώτιδας και ο Παγασητικός κόλπος, όπου έχουν γίνει πολλές έρευνες για την ανεύρεση ενός συμμαχικού αεροπλάνου για το οποίο υπάρχει η φήμη ότι καταρρίφθηκε από γερμανικά αντιαεροπορικά ενώ μετέφερε χρυσό.
Τα πιο συνηθισμένα «σημάδια»
Συνήθως στην περιοχή όπου θεωρητικά μπορεί να βρίσκεται ο θησαυρός υπάρχουν συγκεκριμένα σημάδια, όπως: πηγές νερού, κάποιο μεγάλο δέντρο, ένα μικρό ξωκλήσι, σπηλιές των οποίων η είσοδος έχει σφραγιστεί, δυο-τρεις μικροί λόφοι. Τέτοια σημεία επέλεγαν οι αντάρτες για να είναι πιο σίγουροι πως όταν θα επέστρεφαν θα αναγνώριζαν πιο εύκολα το μέρος. Αυτή η μέθοδος όμως έχει δημιουργήσει πολλά προβλήματα στους «κυνηγούς», αφού το τοπίο στις περισσότερες περιοχές έχει αλλάξει. Ο μεγάλος πλάτανος μπορεί να έχει καεί, το ξωκλήσι να έχει γκρεμιστεί και οι λόφοι να έχουν ισοπεδωθεί για να γίνουν αυτοκινητόδρομοι. Ακόμη και το βάθος στο οποίο υποτίθεται ότι έχει κρυφτεί ο θησαυρός μπορεί να έχει αλλάξει. Π.χ., το ένα μέτρο μπορεί να έχει γίνει 50 πόντοι ή 5 μέτρα. Καλό σημάδι για τους κυνηγούς θεωρείται η παρουσία φιδιών στην περιοχή γιατί, σύμφωνα με τη μυθολογία στην οποία πιστεύουν απόλυτα, τα φίδια είναι οι φυσικοί φύλακες του χρυσού.
Ο κώδικας του χρυσοθήρα
* Ολα ξεκινούν από έναν μύθο, έναν θρύλο, μια φήμη, που πρέπει να ταιριάζει κατ' αρχήν με τη γεωγραφία του χώρου στον οποίο αναφέρεται.
* Αν δεν σκάψεις πολύ, δεν βρίσκεις. Δεν μπορείς να αγνοήσεις καμιά πληροφορία, σκάβεις σε κάθε υπόδειξη του μηχανήματος, του ραβδοσκόπου ή άλλου «ειδικού».
* Μόνο ένας τρόπος εξασφαλίζει σχετική σιγουριά στην ανεύρεση του χρυσού: η παρουσία στην ομάδα ανθρώπου που συμμετείχε στην «ταφή» του θησαυρού.
* Τα νομίσματα είναι συνήθως θαμμένα σε μικρό βάθος. Γιατί, λόγω των πιθανών συνθηκών μάχης ή των συνθηκών υποχώρησης από μια περιοχή, δεν υπήρχε πολύς χρόνος για επιμελές θάψιμο. Τις περισσότερες φορές μπορούσαν να σκάψουν μόνο τη νύχτα όταν σταματούσε η μάχη και μόνο για λίγες στιγμές. Οχι μόνο για να μην τους δουν οι εχθροί, αλλά και για να μην τους δουν ακόμη και οι «δικοί τους».
* Ενθαρρυντικό δείγμα είναι ο εντοπισμός κενού από το μηχάνημα. Κενό μπορεί να σημαίνει τάφος.
* Οι έρευνες με μηχάνημα κοντά σε ποτάμι δεν είναι πάντα αξιόπιστες. Το μηχάνημα εντοπίζει τη χρυσή άμμο των ποταμών αλλά και το ίδιο το υπόγειο νερό ως μέταλλο.
* Σύμφωνα με την «ανθρωπογεωγραφία» των ίδιων των «κυνηγών», οι περισσότεροι χρυσοθήρες προέρχονται από τον χώρο των γιατρών και των δικηγόρων, γιατί αυτοί μπορούν να παίξουν και τον ρόλο του «επενδυτή», του ανθρώπου που μπορεί να χρηματοδοτήσει μια ερευνητική αποστολή με τον εξοπλισμό της. Πάντα χρειάζεται ένα αρχικό κεφάλαιο για να ξεκινήσει μια οργανωμένη αποστολή.
* Πολλές φορές ο θησαυρός μπορεί να είναι παγιδευμένος με εκρηκτικά από τον ίδιο τον άνθρωπο που τον έθαψε. Σ' αυτή την περίπτωση οποιοσδήποτε άλλος φθάσει στον θησαυρό μπορεί να αντιμετωπίσει μια οδυνηρή έκρηξη. Σύμφωνα με τη μυθολογία των «κυνηγών», έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι αρκετές φορές όταν υπάρχει πυρκαϊά σε δάσος το ρεπορτάζ αναφέρει ότι «ακούστηκαν εκρήξεις» κατά τη διάρκειά της.
* Σχεδόν πάντα μαζί με τον θαμμένο θησαυρό υπάρχει θαμμένο και στρατιωτικό υλικό (κάποιο πολυβόλο με σφαίρες, κάποιο τυλιγμένο σε μαντίλι πιστόλι με γεμιστήρα), έτσι ώστε αυτός που ξέρει να έχει την υπεροπλία τη στιγμή που ανακαλύπτεται ο θησαυρός και το πλεονέκτημα έναντι των συντρόφων του σε περίπτωση που στραβώσει κάτι τη στιγμή της ανακάλυψης. Η μοιρασιά, όταν φθάσεις στον στόχο, δεν ξέρεις ποτέ τι σου επιφυλάσσει.
Τα αξεσουάρ του «κυνηγού»
Ραβδοσκόποι, άνθρωποι που διαθέτουν το χάρισμα του εντοπισμού πολύτιμων μετάλλων. Ντόπιοι, πρακτικοί ανιχνευτές οι οποίοι με τη βοήθεια μιας ξύλινης διχάλας ή ενός χάλκινου ελάσματος μπορούν να εντοπίσουν πολύτιμα μέταλλα και θησαυρούς. Η ραβδοσκοπία είναι μια από τις αρχαιότερες μεθόδους, ευρύτερα διαδεδομένη τα παλαιότερα χρόνια, αλλά τον τελευταίο καιρό με την είσοδο και τη νομιμοποίηση των σύγχρονων μηχανημάτων έχει περάσει σε τρίτο ρόλο. Ακόμη και μέντιουμ χρησιμοποιούνται από τους χρυσοθήρες για τον εντοπισμό του θησαυρού. Το μέντιουμ μεταφέρεται στον χώρο όπου πιθανόν βρίσκεται ο θησαυρός και προσπαθεί με αυτοσυγκέντρωση ή υπνωτισμό να εντοπίσει το σημείο η έσχατη μέθοδος για τον «άρρωστο» χρυσοθήρα που έχει εξαντλήσει όλες τις άλλες λογικές μεθόδους.
Πιο λογική μέθοδος από το μέντιουμ είναι o εξοπλισμός με σύγχρονα μηχανήματα ανίχνευσης, όπως ο στρατιωτικού τύπου ανιχνευτής Γκάρετ με τις σειρές 1, 2, 3 και 4. Λειτουργεί με χρησιμοποίηση υπερήχων οι οποίοι κατευθύνοονται από το μηχάνημα πάνω στο χώμα, αντανακλώνται από τα μέταλλα του υπεδάφους και επιστρέφουν. Θεωρείται ένα από τα πλέον αξιόπιστα μηχανήματα ανίχνευσης μετάλλων, αλλά και αυτό έχει τις φανερές αδυναμίες του, όπως το γεγονός της μικρής εμβέλειας σε βάθος (70 πόντοι), του μικρού πεδίου σάρωσης του γύρω χώρου (4 μέτρα), η αδυναμία του να ξεχωρίσει χρυσές λίρες από τενεκέ και το ότι επηρεάζεται από την υγρασία του εδάφους. Αλλα μηχανήματα είναι τα λεγόμενα «μαγνητικά». Είναι αμερικανικής προελεύσεως, έχουν τη μορφή τετράγωνου κουτιού με κεραίες ή με οθόνη και καλύπτουν την περιοχή από απόσταση. Είναι τα πιο σύγχρονα και ακριβά και στην πραγματικότητα αυτά με τις μικρότερες δυνατότητες.
Οι κακές συναντήσεις
Οταν συναντηθούν δύο ομάδες «κυνηγών», τρία ενδεχόμενα μπορούν να συμβούν: να αναμετρηθούν με όπλα, να συνεργαστούν για την ανεύρεση του θησαυρού ή να συνεργαστούν και να αλληλοσκοτωθούν στη μοιρασιά. Ακόμη, ίσως γίνει αντιληπτή η ομάδα από έναν άσχετο αλλά πονηρό βοσκό, ο οποίος μπορεί είτε να παρακολουθήσει και να «καρφώσει» στις αρμόδιες αρχές είτε να περιμένει ώσπου να ανακαλύψει η ομάδα τον θησαυρό και να κάνει ο ίδιος τη μοιραία κίνηση. Γιατί μια νύχτα συνήθως δεν φτάνει για να βγει στο φως όλος ο θησαυρός. Την πρώτη νύχτα κυρίως γίνεται ο εντοπισμός. Στη διάρκεια της ημέρας ο «πονηρός» έχει πάει και έχει «ψειρίσει» όλο το πακέτο.
ΠΗΓΗ...http://koziakas.forumotion.com