ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΥΡΙΑΖΗ.
Οι σχολικές τουαλέτες είναι το background ποικίλων περιπτύξεων, που μπορούν να ξεκινήσουν από στοματικό έρωτα,
κανονικό σεξ, και να φτάσουν έως και στο σεξ μεταξύ πολλών ατόμων on camera
Η εικόνα της μαθήτριας πρώτης τάξης ενός λυκείου σε υποβαθμισμένη γειτονιά της πρωτεύουσας χειροτέρευε μέρα με τη μέρα. Ένα κορίτσι 16 χρόνων, που θα έπρεπε να σφύζει από υγεία, εμφάνιζε σημάδια ανορεξίας και απέφευγε συστηματικά να χαμογελάσει για να κρύψει τα δόντια της που είχαν πέσει.
Δεν πέρασε πολύς καιρός και η καθηγήτριά της Ελένη (σ.σ. το αληθινό της όνομα βρίσκεται στη διάθεση του περιοδικού) έκανε την οδυνηρή ανακάλυψη. Η μαθήτρια, που ζήταγε συνέχεια άδεια για να πάει την τουαλέτα, σνίφαρε κοκαΐνη ανακατεμένη με λιωμένα ντεπόν. Μερικές φορές, μάλιστα, για να εξασφαλίσει τη δόση της, αναγκαζόταν να εκπορνευτεί...
Καθηγήτρια νυχτερινού λυκείου κάνει σεξ σε διάφορες, ευρηματικές στάσεις με επτά μαθητές της στην τάξη, λίγο μετά το μάθημα. Μαθήτρια λυκείου ικανοποιεί στοματικά έναν συμμαθητή της μπροστά σε πολλά άλλα παιδιά που την αποθεώνουν. Οι σχολικές τουαλέτες είναι το background ποικίλων περιπτύξεων, που μπορούν να ξεκινήσουν από στοματικό έρωτα, κανονικό σεξ, και να φτάσουν έως και στο σεξ μεταξύ πολλών ατόμων on camera. Η χρήση ναρκωτικών στο σχολείο, κυρίως χασίς και κοκαΐνης, φαίνεται να μην αποτελεί πια ταμπού. Στη Μυτιλήνη π.χ. οι μαθητές ανεβάζουν μόνοι τους φωτογραφίες τους στο ίντερνετ τη στιγμή που καταναλώνουν υπερήφανα τις γνωστές ουσίες. Νωπές είναι οι μνήμες ακόμη από το περσινό τραγικό περιστατικόστο Ρέθυμνο, όταν ένας 17χρονος οδήγησε μια 16χρονη φίλη του από το σχολείο σε ερημική περιοχή και την εξώθησε στην κατανάλωση υπερβολικής ποσότητας αλκοόλ, μέχρι που το κορίτσι πέθανε. Τα περιστατικά ακραίας βίας ανάμεσα σε παρέες-συμμορίες ή και σε μεμονωμένα άτομα είναι τόσο πολλά που τείνουννα μην προκαλούν πια καμιά περιέργεια.
Η μόνιμη επωδός όλων των καθηγητών με τους οποίους μιλήσαμε ήταν ότι τα περαστικά ακραίων συμπεριφορών έχουν αυξηθεί δραματικά τα τελευταία χρόνια. Τα επίσημα στοιχεία συμφωνούν. Σε έρευνα της VPRC, 7 στους 10 μαθητές δημοτικού και γυμνασίου δήλωσαν ότι παρατηρούν φαινόμενα βίας και εκδηλώσεις εκφοβισμού στο σχολείο, ενώ το ίδιο ποσοστό στα λύκεια φτάνει στο 73%. Η αυξητική τάση των κρουσμάτων στην Ελλάδα αποτυπώνεται και σε έρευνα της Εταιρείας Ψυχοκοινωνικής Υγείας του Παιδιού και του Εφήβου (ΕΨΥΠΕ) που είναι σε εξέλιξη. Το 13,7% των μαθητών δηλώνει ότι πέφτει θύμα εκφοβισμού, ενώ το 3,5% των μαθητών παραδέχεται ότι εκφοβίζει άλλους συμμαθητές του.
Τα νούμερα λένε την αλήθεια, δεν περιγράφουν όμως την πραγματικότητα που βιώνουν καθηγητές και μαθητές σε σχολεία υποβαθμισμένων περιοχών της Αθήνας. Η Ελένη Χ., φιλόλογος με μεταπτυχιακή εκπαίδευση και δεκάχρονη εμπειρία σε «δύσκολα» λύκεια της Αθήνας, έχει κι άλλες ιστορίες να πει. «Είχα δώσει ραντεβού με φίλους να πάμε για ποτό σε μια γειτονιά του κέντρου και καθώς περίμενα, είδα από μακριά μια κοπέλα με προκλητικά, δερμάτινα ρούχα να στέκεται στη γωνία του δρόμου. Έμοιαζε με μια μαθήτρια που είχα τότε. Όντως, σε δύο λεπτά με πλησίασε και, τελικά, όταν έρχονται να σώσουν το παιδί, αυτό μπορεί να έχει πάει φαντάρος – που λέει ο λόγος. Οι γραφειοκρατικές αγκυλώσεις αποθαρρύνουν πολλούς εκπαιδευτικούς, που έτσι επιλέγουν να μην εμπλακούν».
Οι καθηγητές, λοιπόν, μένουν ουσιαστικά ανυπεράσπιστοι και αβοήθητοι στη διαχείριση παραβατικών συμπεριφορών, που πολλές φορές τους ξεπερνάνε. Η Ρ.Τ., μαθηματικός μέχρι πρότινος σε γυμνάσιο, μας διηγήθηκε περιστατικό όπου μαθητής την ώρα του μαθήματος έβγαλε μπροστά της ένα μπουκαλάκι από την τσάντα του και ούρησε μέσα σε αυτό: «Κόντεψα να πάθω εγκεφαλικό. Έτρεμα όλη τη μέρα» λέει, γελώντας νευρικά. Η Μ.Κ., φιλόλογος σε γυμνάσιο, μας περιέγραψε τις προσπάθειες όλων των καθηγητών του σχολείου να διαχειριστούν ένα εξαιρετικά επιθετικό παιδί: « Ήταν ο φόβος και ο τρόμος όλων των παιδιών. Εν ώρα μαθήματος, ξαφνικά, μπορούσε να σηκωθεί απροειδοποίητα από τη θέση του, να πάει σε μια διπλανή τάξη, να δείρει κάποιον μαθητή και να γυρίσει, σαν να μη συμβαίνει τίποτα». Και σε αυτή την περίπτωση οι καθηγητές προσπάθησαν να λύσουν μόνοι τους το πρόβλημα - χωρίς να είναι ούτε αρμόδιοι ούτε ειδικοί.
Η Ε.Δ., φιλόλογος σε λύκειο λίγα χρόνια πριν συνταξιοδοτηθεί, μας περιέγραψε τη φρίκη που υπέστη όταν ανακάλυψε γραμμένη σε ένα θρανίο μια κατάρα εναντίον της: «Δ., εύχομαι να πεθάνεις», είχε γράψει κάποιος. «Σοκαρίστηκα, δεν ήξερα τι να κάνω. Αποφάσισα να μην το αφήσω έτσι όμως και γρήγορα ανακάλυψα ότι το είχε γράψει μια μαθήτρια την οποία είχα αφήσει μετεξεταστέα την προηγούμενη χρονιά. Κάλεσα τον πατέρα της στο σχολείο, ο οποίος μου επιτέθηκε και από πάνω με φοβερό μένος. Χρειάστηκε η επέμβαση ενός άνδρα συναδέλφου ώστε ο πατέρας να έρθει στα συγκαλά του και να αποχωρήσει - χωρίς συγγνώμη, χωρίς τίποτα». Η ίδια καθηγήτρια μας περιέγραψε πώς άλλαξαν άρδην οι συμπεριφορές όσο καιρό κράτησαν οι καταλήψεις: «Ξαφνικά, σου μιλάγανε στον ενικό, σε σπρώχνανε να βγεις από το σχολείο.
Πέρσι έφτασαν στο σημείο να κατηγορήσουν έναν συνάδελφο (ο οποίος προσπαθούσε δυναμικά να τους πείσει να λήξουν την κατάληψη) για σεξουαλική παρενόχληση μαθήτριας.
Ο συνάδελφος έχασε τον ύπνο του και ζήτησε βοήθεια από ψυχολόγο. Στο τέλος, βέβαια, αποκαλύφθηκε το στημένο της υπόθεσης και η μαθήτρια απέσυρε τις καταγγελίες».
Οι ψυχολογικές επιπτώσεις, όμως, δεν είναι τόσο εύκολο να εξαλειφθούν. Όπως μας λέει ο αναπληρωτής Επιστημονικός Υπεύθυνος της ΕΨΥΠΕ, Άλκης Τσιάντης, οι αυξανόμενες εμφανίσεις ακραίων συμπεριφορών από πλευράς μαθητών, σε συνδυασμό με τα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα της εποχής μας, «είναι δυνατόν να οδηγήσουν πολλούς εκπαιδευτικούς σε ανάπτυξη ψυχοσυναισθηματικών δυσκολιών, όπως νευρικότητα, συναισθηματική αστάθεια, υπερβολικό αίσθημα κούρασης, απογοήτευση κ.ά., συμπτώματα που μπορεί να φτάσουν σε επαγγελματική εξουθένωση (burn out) και κλινικές μορφές άγχους και κατάθλιψης...».
Δεν βασανίζονται όμως μόνο οι καθηγητές, αλλά και τα παιδιά. Δεδομένης, μάλιστα, της εύθραυστης στιγμής στην οποία βρίσκονται, ίσως και να είνα ιπιο ευάλωτα σε όσα συμβαίνουν στο άξενο κλίμα των αθηναϊκών σχολείων. Οι Schooligans μας βοήθησαν να επικοινωνήσουμε με μαθητές από διάφορες περιοχές της Αθήνας, που όλοι τους συμφωνούν ως προς τούτο: οι δάσκαλοι α-δι-α-φο-ρούν για τα προβλήματά τους. Η Ιφιγένεια, 16 χρόνων, μαθήτρια σε λύκειο του Ν. Ψυχικού, μας είπε: «Τις περισσότερες φορές είναι απλώς αδιάφοροι. Εντάξει, δεν τους αδικώ, έχουν κι αυτοί προβλήματα. Αλλά ναι, είναι και αυτοί αιτίες του προβλήματος. Σιωπή σημαίνει συνενοχή.
Οι περισσότεροι, όταν τους θέσεις κάποιο πρόβλημά σου, θα αδιαφορήσουν εντελώς, λέγοντας “πηγαίνετε στον εφημερεύοντα καθηγητή”, ή θα γυρίσουν την πλάτη την ώρα ακριβώς που ένας καβγάς εξελίσσεται μπροστά τους». Η Ελένη από την Παλλήνη, 17 χρόνων, επαυξάνει: «Αν δεν συμβεί κάτι κατά τη διάρκεια της διδακτικής τους ώρας, δεν τους αφορά, δεν εμπλέκονται».
Ακόμα μια κοινή συνισταμένη στα παράπονα των μαθητών είναι τα υποτιμητικά σχόλια των καθηγητών ως προς την εμφάνισή τους, τα ρούχα τους και τα μαλλιά τους. Η Στέισι, 16 χρόνων, μαθήτρια σε λύκειο του Ν. Ψυχικού, μας δίνει τη δική της, πιο ανάλαφρη, εκδοχή του bullying: «Αρκετές φορές μας έχουν κοροϊδέψει και προσβάλει καθηγητές για τα έντονα χρώματα των νυχιών ή ακόμα και για τα σκουλαρίκια, τα οποία αποκαλούν “καγκελάκια”, κάτι το οποίο εμένα και την παρέα μου μας ενοχλεί αρκετά. Έχουμε κάθε δικαίωμα να διαλέγουμε το στυλ μας και να το υποστηρίζουμε με όποιον τρόπο θέλουμε, αφού μας το επιτρέπουν και μας στηρίζουν και οι ίδιοι μας οι γονείς. Παραδείγματος χάριν, προσωπικά έχω υποστεί αρνητική κριτική λόγω του ξανθού χρώματος του μαλλιού μου και μια φίλη μου λόγω του έντονου ροζ».
Θα ήταν ευχής έργο το χάσμα μεταξύ καθηγητών και μαθητών να ήταν μόνο για το στυλ.
Η Μαριέλλα από τη Ν. Σμύρνη, 17 χρόνων, μας διηγήθηκε ένα περιστατικό κατά το οποίο δύο χρόνια πριν «δημιουργήθηκε μια ανώνυμη ιστοσελίδα στο ίντερνετ που σχολίαζε και παρέθετε όλα τα ριψοκίνδυνα κουτσομπολιά του σχολείου, με αποτέλεσμα κάποια παιδιά να γελοιοποιούνται σε όλη την Αθήνα. Το σχολείο δεν έκανε τίποτα για να κατεβάσει τη σελίδα. Μόνοι μας πήραμε την πρωτοβουλία και κλείσαμε το σάιτ. Οι καθηγητές σχεδόν το διασκέδαζαν».
Τι απ’ όλα ισχύει; Έχουν γίνει πια οι μαθητές μικρά τέρατα ή οι καθηγητές έχουν μεταμορφωθεί σε «βαρεμένους» δημόσιους υπαλλήλους που αδιαφορούν για την ουσία της παιδείας; Οι απόψεις του κ. Τσιάντη φαίνονται συμβιβαστικές, εστιάζουν όμως στην ψυχική υγεία των παιδιών. «Είναι προφανές ότι η σοβαρή παγκόσμια κρίση που τόσο έντονα έχει χτυπήσει και την Ελλάδα/ επηρεάζει την ελληνική οικογένεια και το ελληνικό σχολείο.
Από τη μία η έλλειψη σταθερότητας στον κοινωνικό ιστό (αύξηση ανεργίας, αναθεώρηση αξιών και προτύπων, συχνές εκδηλώσεις βίας κ.ά.) και από την άλλη η κρίση στην οικογένεια (φόβος απόλυσης, ανεργία, ανασφάλεια, συγκρούσεις κ.ά.) διαταράσσουν το ασφαλές περιβάλλον που χρειάζονται τα παιδιά για να αναπτυχθούν ψυχοσυναισθηματικά, με δυνητικά σοβαρές επιπτώσεις στην ψυχοκοινωνική τους υγεία».
Μαθητές και καθηγητές αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου απαξιωμένου νομίσματος. Οι ευθύνες των καθηγητών είναι ασφαλώς περισσότερες, αλλά σε ένα κράτος που η παιδεία έχει τόσο κακοπάθει από την πολιτική μυωπία, την τριτοκοσμική έλλειψη πόρων και τη γενική εξαθλίωση των σχολείων έχουν κι αυτοί τα όριά τους. Μόνο από ένα είδος προσωπικής αυτοθυσίας μπορεί κάποιος δάσκαλος να είναι καλός και δοτικός σήμερα σε τέτοιο περιβάλλον, ώστε να αντιμετωπίσει τα ζόρια της εφηβείας, που στον κακό χαμό είναι φυσικό να εκτροχιάζονται κι αυτά.