Όλες οι κοινωνιολογικές θεωρήσεις, που διατείνονται πως η ιδιοκτησία είναι η πηγή απάντων των κακών, δύσκολα μπορούν να βρουν πρακτική εφαρμογή των αρχών τους, επειδή η έννοια αυτή φαίνεται πως είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη ανάπτυξη και συνδέεται με την αντίληψη της κατοικίας-φωλιάς, το συναίσθημα της ασφάλειας και χαλάρωσης, τη θέση στην ιεραρχία και την οριοθέτηση του απαραβίαστου προσωπικού χώρου.
Η υπέρβασή της προϋποθέτει άρση των ανθρώπινων αδυναμιών και κοινωνικές σχέσεις αρτιότερες από τις σημερινές, που μόνο σε υποθετικές αγγελικές, αναρχικές ή πρωτόγονες κοινότητες περιγράφονται. Η κατάλυση των συνόρων, των κτημάτων, της περιουσίας και της μεταβίβασης τους, όσο λογική κι αν φαίνεται, εξαιτίας του αναπότρεπτου θανάτου, αποτελεί τη βάση των περισσοτέρων πολιτισμών, νοηματοδοτεί την οικονομία και είναι κίνητρο για την εξέλιξη του είδους.
Αν και τόσο σημαντικός, ο όρος αυτός σπάνια περιλαμβάνεται αναλυτικά στα εγχειρίδια της εξελικτικής ψυχολογίας, παρότι κάθε γονιός μπορεί να διαβεβαιώσει πως η λέξη ΄δικό μου΄ πολύ νωρίς αποκτά θεμελιώδη σημασία και η νηπιαγωγός γρήγορα θα καταλάβει ότι η ακριβής οργάνωση των αντικειμένων του μαθητή αποτρέπει πολλές συγκρούσεις ή προλαμβάνει ζητήματα μικροκλοπών και κατάχρησης.
Η διάθεση του παιδιού να μοιραστεί δε γίνεται εξαιτίας μιας πρόωρης ηθικής προσωπικότητας, αλλά συνδέεται με την ανάγκη του να γίνει αποδεκτό, το αίσθημα ισορροπίας, που έχει ενσωματώσει, τον κορεσμό ή στέρηση υλικών αγαθών, την περιχαράκωση του εαυτού, τη μίμηση. Πάντως η διαφοροποίηση των παιδιών ως προς αυτό το χαρακτηριστικό, καθόλου δε μπορεί να προκαθορίσει τελεσίδικα την στάση του απέναντι στα υλικά αγαθά κατά την ενήλικη ζωή. Η ψυχανάλυση θέλοντας να ερμηνεύσει τα αίτια της παθολογικής τσιγκουνιάς και κατοχής πραγμάτων, ομιλεί για καθήλωση στο πρωκτικό στάδιο με νοσηρή άσκηση ελέγχου, που ικανοποιείται μόνο με την ασφυκτική ιδιοκτησιακή σχέση με το περιβάλλον.
Ήδη από την ηλικία των δύο ετών το παιδί τείνει να προσδιορίζει το ζωτικό του χώρο και τα αντικείμενα, που τον αποτελούν και να διαπιστώνει πως η ιδιοκτησία υφίσταται, χωρίς να είναι απαραίτητη η παρουσία του κατόχου. Ας μην ξεχνάμε ότι λίγο πριν κάθε τι ήταν προέκταση του εγώ, τουλάχιστον, όσο η αντίληψη και οι αισθήσεις βεβαίωναν την παρουσία του αντικειμένου ή παιχνιδιού στην εμβέλειά του.
Οι έρευνες σε τρίχρονα νήπια επιβεβαιώνουν πως, παρά τη μικρή τους ηλικία, μπορούν εύκολα να ταξινομήσουν τα αντικείμενα σε κατασκευασμένα από ανθρώπους (κούκλες, κουζινικά, σεντόνια κλπ ) και σε φυσικά, (αστραπή, βουνό, θάλασσα). Στα πρώτα διεκδικούν την κυριότητα, ενώ για τα υπόλοιπα πιστεύουν πως κατά κάποιο τρόπο οι ιδιότητες τους συσχετίζονται με τα ίδια. Για παράδειγμα, η σελήνη λάμπει, για να φωτίσει το όμορφο φόρεμα ή για να βρει η Χιονάτη το δρόμο στο δάσος. Ο ανιμισμός και η προσωποποίηση, χαρακτηριστικά της μυθικής σκέψης (τα αποτελέσματα αποδίδονται σε ατεκμηρίωτες αιτίες, πχ η βροντή είναι τιμωρία του Δία) διαιωνίζονται ακόμα και σήμερα στην ενήλικη κουλτούρα πολλών, στα ζώδια και σε άλλες μεταφυσικές ερμηνείες, πχ το aids τιμωρία του Θεού.
Αν τα αντικείμενα είναι άγνωστα, τα παιδιά αναστέλλουν τη διεκδίκηση κυριότητας, μέχρι να βεβαιωθούν πως είναι ακίνδυνα ή τεχνητά. Ο διαχωρισμός αυτός πάντως σταματά να ισχύει στην ωριμότητα, αν και πολλοί με αλαζονεία και βεβαιότητα περισσή νομίζουν πώς τα κτήματα τους ανήκουν, ενώ ολόκληρη η ανθρωπότητα επαίρεται πως ο πλανήτης είναι δικός της και μπορεί να τον καταστρέφει.
Στην ηλικία 2-3 ετών τα νήπια ξέρουν ποια αντικείμενα αν πάρουν, θα προκαλέσουν αναστάτωση στους γονείς ή συνομιλήκους και, αν πρόκειται για παιχνίδια αδελφών, τα αναζητούν επίμονα.
Η εμπέδωση της έννοιας της ιδιοκτησίας είναι συνυφασμένη με την ανάπτυξη της νοημοσύνης, αφού οι κοινωνίες φρόντισαν να εφαρμόσουν ένα σύνθετο και πολλές φορές στρεβλό σύστημα σχέσεων και οικονομικών συμβόλων. Πολλοί ενήλικες αδυνατούν να εξηγήσουν, παρά την εμπειρία, τη νομιμοποίηση, ηθική και λειτουργική, πολλών χρηματοοικονομικών προϊόντων, όπως τα παράγωγα.
Αναλογιστήκατε πόσο περίπλοκη είναι η συνειδητοποίηση της ανταλλακτικής αξίας του χρήματος- τα μικρά παιδιά πιστεύουν πως μπορούν να αποκτήσουν οτιδήποτε τους αρέσει χωρίς αντίτιμο και αργότερα θα προτιμήσουν τα μεταλλικά νομίσματα αντί των χαρτονομισμάτων, επειδή το χαρτί είναι λιγότερο φανταχτερό από τα κέρματα. Θα περάσουν χρόνια μέχρι να καταλάβουν πως ο πλούτος αντιπροσωπεύει θεωρητικά εργασία, με μύριες όμως παραχαράξεις, εξαιρέσεις και αδικίες.
Για τους τετράχρονους, όποιος αγγίζει πρώτος ένα αντικείμενο, ασκεί νόμιμη κυριαρχία πάνω του και αυτό μπορεί να ισχύει ακόμα και για τα δώρα, που κάνουν. Η διδασκαλία κανόνων οριοθετεί τις καταστάσεις, αλλά πολλές φορές συνδέεται με αισθήματα απαξίωσης, προκατειλημμένης συμπεριφοράς υπέρ κάποιου άλλου παιδιού, ανισότητας, κλπ. Βρισκόμαστε στο στάδιο της ηθικότητας, που έχει να κάνει με την ποσότητα και η ολοκλήρωση του υπερεγώ αργεί ακόμα.
κλπ.
Τα νήπια, αν και έχουν εικόνα περί των πραγμάτων που τους ανήκουν, συνήθως απορούν για τη μονιμότητα της κατοχής. Τι θα συμβεί αν δώσω σε ένα άλλο παιδάκι να παίξει με τη δική μου κούκλα. Εξακολουθώ να την έχω, αποκτά και ο φίλος δικαιώματα..Γιατί τα πράγματα του άλλου δεν τα έχω κι εγώ (εξάλλου, τα ξένα είναι πάντα πιο επιθυμητά από τα δικά τους). Τι θα συμβεί αν βρω στο δρόμο κάτι που μου αρέσει. Εκείνος που το έχασε εξακολουθεί να το κατέχει..Η έννοια της κοινοκτημοσύνης συνήθως αφορά την ΄ περιουσία ΄ των άλλων και όχι τη δική τους..
Το κεφάλαιο της αντίληψης της ιδιοκτησίας δεν εξαντλείται εδώ, αλλά ενίοτε, καθυστέρηση της ωριμότητάς της μπορεί να ερμηνεύσει φαινόμενα μικροκλοπών και εκφοβισμού στο σχολικό περιβάλλον. Οπωσδήποτε, η άσκηση βίας για την απόκτηση αγαθών συνεπάγεται άμεση ενίσχυση από το ίδιο το αγαθό, ενώ η ματαίωση ή αναστολή της επιθυμίας και ο κόπος για να κερδηθούν, συνδέεται με μελλοντική επαγγελματική επιτυχία.
_______
~ Ευστράτιος Παπάνης, Επίκουρος Καθηγητής Κοινωνιολογίας Πανεπιστημίου Αιγαίου