Καλώς ήρθατε στον ιστότοπο του ιστορικού μας χωριού, όπου μπορείτε να δείτε άρθρα, που αφορούν όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού γίγνεσθαι. Περιπλανηθείτε στις αναρτήσεις μας για να ταξιδέψετε σε μια πλούσια ποικιλία θεμάτων που ετοιμάζουμε με μεράκι και αγάπη για τον ευλογημένο μας τόπο.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS
Κλίκ στην εικόνα

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

Ι.Μ Αγίου Ιλαριωνος

Ιερός Ναός Αγίου Ιλαρίωνος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άποψη του χωριού.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άποψη πλατείας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Το μνημείο των ηρώων.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Νερόμυλος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πετροντούβαρο.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Σοκάκι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Ι.Μ Αγίου Ιλαρίωνος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Καταρράκτης.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Αγία Παρασκευή.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Φράγμα.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

"Μπιτσκία".

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης .

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χορευτικός σύλλογος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εκκλησία - κοινότητα.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Το μνημείο των ηρώων.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άνοιξη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

Σάββατο 28 Μαΐου 2016

Κλοπή σε οικία στους Προμάχους



Κλοπή, με λεία μια τσάντα, που περιείχε χρυσαφικά και πολλά χρήσιμα έγγραφα, σημειώθηκε χθες Παρασκευή 27 Μαΐου σε οικία στις ανατολικές γειτονιές των Προμάχων.
Οι τρεις δράστες προσποιούμενοι τους πλανόδιους πωλητές χαρτιού κουζίνας, βρήκαν ευκαιρία και εισέβαλαν στο σπίτι το οποίο δεν αναστάτωσαν, άρπαξαν την τσάντα με το πολύτιμο περιεχόμενο και εξαφανίστηκαν.
Οι άτυχοι ιδιοκτήτες κατέθεσαν μήνυση κατ΄αγνώστων στο Α.Τ. Αριδαίας, που έχει αναλάβει την υπόθεση.
Συνιστάται μεγάλη προσοχή στους κατοίκους και ιδιαίτερη επιφυλακή, γιατί το καλοκαίρι σημειώνονται πάντα πολλά κρούσματα.

Που στέκονται οι νεράιδες…;


 Ένα μικρό απόσπασμα από την ομιλία του Πρύτανη του Πανεπιστημίου Κύπρου Σταύρου Ζένιου κατά την τελετή αποφοίτησης το 2003.


Τίτλος: ” Πού στέκονται οι Νεράιδες? “

Εσείς, η τάξη αποφοίτων … περνάτε ένα συμβολικό κατώφλι.
Παύετε να είστε αντικείμενο κοινωνικής φροντίδας…
Είστε πιά ελεύθεροι να επιλέξετε τον δικό σας δρόμο, να ακολουθήσετε ο καθένας τη δική του εσωτερική πυξίδα.
Να ανταποκριθείτε στην εσωτερική φωνή που σας καλεί, τον καθένα και την καθεμιά ξεχωριστά, στον δικό της προορισμό.
Μην αφήσετε ποτέ τη φωνή αυτή να ατονήσει, να σας πει “Δεν βαριέσαι”.
Μην της επιτρέψετε να υποκύψει στις θεότητες της εξουσίας ή του χρήματος, τις θεότητες της παράδοσης και του συμβιβασμού.
Διότι η πρόοδος του ανθρώπινου είδους, η επιβεβαίωση μας ως ανθρώπινο είδος, εξαρτάται από αυτούς που αψηφούν τις θεότητες , μεγάλες ή μικρές.
Ο Robert Fulghum αναφέρεται στην ιστορία ενός ιερέα, ο οποίος έχοντας αναλάβει τη φροντίδα μιάς ομάδας ζωηρών παιδιών, τα καθοδηγεί στη συμμετοχή σ’ ένα παιχνίδι με Γίγαντες, Νάνους και Μάγους.
-”Πρέπει να χωριστείτε”, εξηγεί ο ιερέας στα παιδιά.“Γίγαντες στα αριστερά, Μάγοι στα δεξιά και Νάνοι στο κέντρο…”.
Ένα κοριτσάκι του τραβάει το μανίκι και τον ερωτά.
-”Πού στέκονται οι Νεράϊδες???”
Ο ιερέας της απαντά ότι δεν υπάρχουν Νεράϊδες στο παιχνίδι.
-”Βεβαίως υπάρχουν” του λέει με αποφασιστικότητα. “Εγώ Νεράιδα είμαι!”
Βλέπετε το κοριτσάκι ήξερε τί ήθελε και δεν ήταν έτοιμο να θυσιάσει την προσωπικότητα της, αλλά ούτε και να μείνει έξω από το παιχνίδι.
Επέμενε να πάρει τη θέση που έκρινε ότι της άρμοζε.
“Πού στέκονται οι Νεράιδες???”
Ποιός είναι ο ρόλος όλων αυτών που είναι διαφορετικοί, που δεν ταιριάζουν με τα στερεότυπα, που δεν έχουν προκαθορισμένους ρόλους?
Απαντήστε αυτήν την ερώτηση, συνεχίζει ο Fulghum και μπορείτε να ιδρύσετε μια καινούργια σχολή, ένα νέο κράτος, να κτίσετε ένα καινούργιο κόσμο …





ΠΗΓΗ...https://fairytalesdreams.wordpress.com

Και με τη νύχτα θα επιστρέφει…



Ο Αστερισμός του Κύκνου είναι ένας από τους ογδόντα οκτώ αστερισμούς του ουρανού και είναι ορατός τους καλοκαιρινούς μήνες στο Βόρειο ημισφαίριο.
Το πιο λαμπρότερο άστρο του ονομάζεται Ντένεμπ και είναι το δέκατο όγδοο σε φωτεινότητα άστρο στον ουρανό,ενώ τα αμυδρότερα αστέρια του, σχηματίζουν τις απλωμένες του φτερούγες και το μακρόστενο λαιμό του.
Ονομάζεται και Βόρειος Σταυρός. 

Μια ιστορία…ένα παραμύθι για ό,τι χάθηκε…

Και με τη νύχτα θα επιστρέφει

Αν το καλοκαίρι υψώσουμε το βλέμμα μας στον νυχτερινό ουρανό,
θ΄αντικρίσουμε χιλιάδες αστέρια να αχνοφέγγουν τρεμοπαίζοντας αδύναμα το λιγοστό τους φως.
Σαν μικρά μικρά διαμάντια , σαν μικρά μαργαριτάρια, φορεμένα στο λαιμό του ουρανού…
Ξημέρωνε…κι ένας λαμπρός ήλιος ξεπρόβαλε στον ορίζοντα βάφοντας μαβιά τα λιγοστά σύννεφα πάνω απ’ τη λιμνοθάλασσα…
Η άνοιξη συλλάβιζε ήδη τις πρώτες της λέξεις καλωσορίζοντας στην υδάτινη πολιτεία τους εποχικούς επισκέπτες.
Πελαργοί, αγριόχηνες , ερωδιοί έφταναν διαδοχικά στον προορισμό τους.
Τελευταίοι φάνηκαν οι κύκνοι…
Κατάλευκοι και αρχοντικοί, πλησίαζαν τη λιμνοθάλασσα επιστρατεύοντας τις τελευταίες δυνάμεις έπειτα από το μακρινό ταξίδι τους απ’ το Νότο.
Ο ήλιος μεσουρανούσε πια και χιλιάδες πουλιά πλημμύριζαν τον υγρότοπο με εικόνες, ήχους και χρώματα κυματίζοντας τις εκτάσεις του, την επιφάνειά του…
Μονάχα δύο κύκνοι αποτραβηγμένοι σε μιαν άκρη της λιμνοθάλασσας, χάραζαν τα νερά ανάμεσα απ’ τα παλιά ξύλινα ιβάρια, που ορθώνονταν σιωπηλά σαν αγάλματα στο νερό.
Δύο ερωτευμένοι κύκνοι.
Άλλοτε παραδομένοι στον απείθαρχο έρωτά τους, και άλλοτε πάλι με μια επείγουσα τρυφερότητα,έσμιγαν αδιάκοπα σε μια χορογραφία δίχως τέλος.
Λιποτάκτες που χάνονταν στον απροσμέτρητο ουρανό…στην αναπνοή του χρόνου…
Η νύχτα τους έβρισκε στα φεγγισμένα νερά, με το βλέμμα στραμμένο στ’ αστέρια, υφαίνοντας την ισόβια αγάπη τους με σιωπηρές υποσχέσεις στην αιωνιότητα.
Ανυπεράσπιστοι των επιθυμιών , έρμαιοι μιας εξημμένης φαντασίας, δεσμώτες και φύλακες του έρωτά τους, στροβιλίζονταν στο κουβάρι του χρόνου.
Κι εκείνο κυλούσε φέρνοντας το φθινόπωρο, που έπαιρνε αργά μα πρόθυμα τη θέση του εξαντλημένου καλοκαιριού, ενώ μικρές ριπές ανέμου όλο και πιο συχνά μαστίγωναν τον υγρότοπο, αποκαλύπτοντας ανάγλυφα σχέδια στην επιφάνεια του νερού.
Ύστερα ήρθαν οι πρώτες βροχές και οι πρώτοι ψυχροί άνεμοι που συμβούλευαν το ερωτευμένο ζευγάρι για ένα καινούργιο ταξίδι, για μια καινούργια φυγή προς το Νότο.
Μα κάποτε, η μοίρα με μια μονοκοντυλιά σκορπίζει τα πάντα αγάπες…έρωτες…κάνοντας το παντοτινό να μοιάζει εφήμερο , το αιώνιο προσωρινό…διαχωρίζοντας το εγκόσμιο απ’ το απόκοσμο με ένα λεπτό, λεπτότατο νήμα, ή μ’ έναν ήχο…ένα κρότο…και ύστερα παύση…
Την παύση διέκοψε η τρομαγμένη φωνή της καθώς έβγαινε λαβωμένη στην όχθη.
Ο ήλιος που έδυε και μια πληγή την έβαφαν κόκκινη…
Σκοτείνιαζε, κι εκείνος απελπισμένος πλάι της άκουγε τη φωνή και το αδύναμο χτυποκάρδι της που τρεμόσβηναν, κι όλο σκοτείνιαζε…
Η πρωινή καταχνιά τον βρήκε με το κεφάλι γερμένο στο άψυχο πλέον σώμα της…
Σηκώθηκε πλησιάζοντας τη λιμνοθάλασσα, το σιωπηλό βασίλειο του νερού τον συνέθλιβε.
Πόσα του χάρισε…πόσα του στέρησε…
Ένας γκρίζος ουρανός απειλούσε και υπενθύμιζε τυραννικά στους τελευταίους κατοίκους του υγρότοπου, πως έπρεπε να βιαστούν για το ταξίδι του γυρισμού.
Όλοι είχαν εγκαταλείψει τη λιμνοθάλασσα και οι μόνοι που απέμεναν ήταν οι κύκνοι, που τώρα υψώνονταν βιαστικά και πετούσαν αφήνοντας πίσω τους ένα ερημωμένο τοπίο.
Κι εκείνος;
Εκείνος δίπλα της, μια να κοιτάει ανήσυχος τους συντρόφους του που απομακρύνονταν και μια εκείνη…
Σφάλισε τα μάτια του…
Η δύναμη του ενστίκτου τον καθόριζε του έδειχνε τον προορισμό του…
Άνοιξε τα μάτια του κι έπειτα άπλωσε τα φτερά του…
Δεν ακολούθησε τα σμήνη που κατευθύνονταν προς το Νότο παρά μονάχα μια ανοδική , σχεδόν κατακόρυφη πτήση προς τ’ αστέρια που τους συντρόφευαν τις νύχτες. 
Μια απελπισμένη διαφυγή στον ουρανό, ώσπου χάθηκε στην μεγάλη αγκαλιά της απεραντοσύνης του…
Αν το καλοκαίρι υψώσουμε το βλέμμα μας στο νυχτερινό ουρανό θ΄αντικρίσουμε χιλιάδες αστέρια να αχνοφέγγουν τρεμοπαίζοντας αδύναμα το λιγοστό τους φως.
Κάπου εκεί κρυμμένη υπάρχει και μια μικρή ομάδα αστεριών.
Είναι ο αστερισμός του Κύκνου, που με το φως του επιστρέφει και θυμίζει ότι η αγάπη και ο έρωτας, όσο προσωρινά και εφήμερα μοιάζουν κάποιες φορές, τόσο παντοτινά και αιώνια είναι…



πηγή: Αντώνης Δημητρακόπουλος

https://fairytalesdreams.wordpress.com

ΕΥΧΑΡΙΣΤΗΡΙΟ AΛMΩΠOY APIΔAIAΣ



"TO ΔΣ TOY AΛMΩΠOY APIΔAIAΣ EYXAPIΣTEI TO ΔHMO AΛMΩΠIAΣ ΓIA TIΣ EPΓAΣIEΣ ΣTO ΔHMOTIKO ΣTAΔIO KAI ΓIA THN ΓENIKOTEPH ΣYNEPΓAΣIA KAI YΠOΣTHPIΞH ΣTHN ΠPOΣΠAΘEIA ΓIA ANOΔO ΣTH Γ' EΘNIKH".

ME TIMH 

ΔΣ AΛMΩΠOΣ 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ: ¨Εξωφρενική εξαίρεση του αρχαιολογικού χώρου της Πέλλας από το ασύρματο ιντερνετ¨



ΕΡΩΤΗΣΗ
Του βουλευτή Πέλλας ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΣΜΑΝΗ
Προς τον Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού

ΘΕΜΑ:
¨Εξωφρενική εξαίρεση του αρχαιολογικού  χώρου της Πέλλας από το ασύρματο ιντερνετ¨

          Κατάπληξη προκαλεί αλλά και σοβαρά ερωτήματα εγείρει η ανακοίνωση του Υπουργείου Πολιτισμού για την ανάπτυξη υποδομών δωρεάν ασύρματων ευρυζωνικών υπηρεσιών (Wi-Fi ιντερνετ) σε 20 αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία σε ολόκληρη τη χώρα.
Απόφαση κατ’ αρχήν αξιέπαινη καθώς, σε μια εποχή αλματώδους ανάπτυξης της πληροφορικής και των επικοινωνιών παγκοσμίως, ο εκσυγχρονισμός των χώρων αυτών που αποτελούν πόλους έλξης εκατομμυρίων επισκεπτών από όλον τον κόσμο, παρέχει υπηρεσίες υψηλού επιπέδου και συντελεί στην ανάπτυξη του τουρισμού μας.
Αυτό όμως που κυριολεκτικά ¨σοκάρει¨ είναι το γεγονός ότι, στη ¨λίστα¨ των 20 χώρων που αναφέρονται ως επιλεγέντες από το Υπουργείο, δεν συμπεριλαμβάνεται ούτε ένας από τους αρχαιολογικούς χώρους του Νομού μας και, κυρίως, ο αρχαιολογικός χώρος και το Μουσείο Πέλλας!
ΕΠΕΙΔΗ στην ανακοίνωση τονίζεται ότι η επιλογή των χώρων έγινε από το Υπουργείο, με κριτήρια σπουδαιότητας και επισκεψιμότητας…
ΕΠΕΙΔΗ οι αρμόδιοι προφανώς έκριναν ότι δεν είναι… ιδιαίτερης ¨σπουδαιότητας¨ ο αρχαιολογικός χώρος της γενέτειρας του μεγαλύτερου στρατηλάτη και εκπολιτιστή Μεγάλου Αλεξάνδρου…
ΕΠΕΙΔΗ αυτή η υποβάθμιση ενός μνημείου παγκόσμιας φήμης – αν δεν οφείλεται σε ασύγγνωστη άγνοια ή σε γνωστές πιέσεις για την ικανοποίηση τοπικιστικών (ενδεχομένως και μικροκομματικών) επιδιώξεων – συνιστά ανήκουστη ασέβεια προς την ιστορία και τον Πολιτισμό μας…
ΚΑΛΕΙΤΑΙ ο κύριος Υπουργός να παρέμβει άμεσα και να επανορθώσει αυτήν την εξωφρενική εξαίρεση, με την προσθήκη του αρχαιολογικού μνημείου της Πέλλας στους χώρους για την εγκατάσταση ασύρματου δωρεάν ιντερνετ.

Ο ΕΡΩΤΩΝ βουλευτής


Γιώργος ΚΑΡΑΣΜΑΝΗΣ

Μ.Χ.Σ. ΠΡΟΜΑΧΩΝ "ΟΙ ΠΡΟΜΑΧΟΙ" - ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΕ ΕΚΔΗΛΩΣΗ


Θυμός



Από τη γέννηση ως το θάνατο, οι άνθρωποι δεν παύουν να βιώνουν άπειρα συναισθήματα – φόβο, πόνο, ανημποριά, θυμό, χαρά, ζήλια και αγάπη – όχι γιατί είναι σωστά, αλλά γιατί απλώς τα νιώθουν. Το ν’ αφήσεις τον εαυτό σου να έρθει σ’ επαφή με κάθε πλευρά της οικογενειακής σου ζωής, μπορεί να προκαλέσει ριζικές βελτιώσεις της κατάστασης. Πιστεύω πως οτιδήποτε μπορεί να συζητηθεί και να γίνει αντιληπτό σαν κάτι ανθρώπινο.

Ας εξειδικεύσουμε το θέμα μας. Ας πάρουμε το θυμό. Πολλοί δεν καταλαβαίνουν πως ο θυμός αποτελεί απαραίτητο ανθρώπινο συναίσθημα έκτακτης ανάγκης. Επειδή ο θυμός καμμιά φορά ξεσπάει με καταστροφικές πράξεις, ο κόσμος νομίζει πως ο ίδιος ο θυμός είναι καταστρεπτικός. Δεν καταστρέφει ο θυμός, μα η πράξη που προέρχεται απ’ αυτόν.

Ας εξετάσουμε ένα ακραίο παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι σε φτύνω. Αυτό, πιθανόν εσύ να το νιώσεις σαν κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Να το νιώσεις σαν επίθεση και να αισθανθείς άσχημα για τον εαυτό σου και θυμωμένος εναντίον μου. Μπορεί να θεωρήσεις τον εαυτό σου αντιπαθητικό (υπήρχε κανείς άλλος λόγος να σου επιτεθώ;) Αισθάνεσαι πληγωμένος, με μειωμένη αυτοεκτίμηση, μόνος και ίσως χωρίς φίλους. Αν και φέρεσαι με θυμό, αισθάνεσαι πληγωμένος – πράγμα για το οποίο δεν έχεις παρά αμυδρή αντίληψη. Πώς θα δείξεις τι αισθάνεσαι; Τι θα πεις; Τι θα κάνεις;

Έχεις επιλογές. Μπορείς να με φτύσεις και συ. Μπορείς να με χτυπήσεις. Μπορείς να κλάψεις και να με παρακαλέσεις να μην το ξανακάνω. Μπορείς να μ’ ευχαριστήσεις. Μπορείς να το βάλεις στα πόδια. Μπορείς να εκφραστείς με ειλικρίνεια και να μου πεις πόσο θυμωμένος είσαι. Τότε πιθανότατα θα μπορέσεις να έρθεις σ’ επαφή με την αίσθηση της προσβολής και να μου μιλήσεις γι’ αυτό. Τότε θα μπορέσεις να με ρωτήσεις πώς έγινε και σ’ έφτυσα.

Οι κανόνες σου θα σε οδηγήσουν με ποιο τρόπο να εκφράσεις την αντίδρασή σου. Αν οι κανόνες σου επιτρέπουν τις ερωτήσεις, μπορείς να με ρωτήσεις και να καταλάβεις. Αν οι κανόνες σου δεν επιτρέπουν τις ερωτήσεις, μπορεί να μαντέψεις και ίσως να μαντέψεις λαθεμένα. Το φτύσιμο μπορεί να εκφράζει πολλά και διάφορα. Μπορείς να αναρωτηθείς: μ’ έφτυσε γιατί δεν της άρεσα; Επειδή είναι θυμωμένη μαζί μου; Επειδή νιώθει απογοητευμένη απ’ τον εαυτό της; Από κάποιο ακούσιο μυϊκό σπασμό; Μ’ έφτυσε γιατί ήθελε να την προσέξω; Αυτές οι πιθανότητες μπορεί να φαίνονται παρατραβηγμένες, αλλά για σκέψου τις λίγο. Δεν είναι καθόλου παρατραβηγμένες.

Ας μιλήσουμε λίγο ακόμα για το θυμό γιατί είναι πολύ σημαντικός. Δεν είναι βίτσιο, αλλ’ ανθρώπινη συγκίνηση, άξια σεβασμού και χρήσιμη σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Κανένας άνθρωπος δεν περνάει τη ζωή του δίχως ν’ απαντήσει μερικές έκτακτες καταστάσεις κι όλους μάς έχει κάποτε κυριέψει ο θυμός.

Όποιος θέλει να θεωρείται Καλός Άνθρωπος (και ποιος δεν το θέλει;) προσπαθεί να συγκρατήσει το θυμό του. Κανέναν όμως δεν ξεγελάει. Έχεις ποτέ δει κάποιον φανερά θυμωμένο να προσπαθεί να μιλήσει σαν να μην τρέχει τίποτα; Τεντωμένοι οι μυώνες, τα χείλια σφιγμένα, κοφτή η ανάσα του, αλλαγμένο το χρώμα του, μισόκλειστα τα μάτια τους, καμιά φορά κι ολόκληρο το σώμα του τεντωμένο.

Όσο περνάει ο καιρός, το άτομο, που ο κανόνας του λέει πως ο θυμός είναι κακός ή επικίνδυνος, συγκεντρώνει την ένταση πιο βαθιά μέσα του. Οι μυώνες, το πεπτικό σύστημα, ο καρδιακός ιστός, τα τοιχώματα των αρτηριών και των φλεβών σκληραίνουν, παρόλο που το εξωτερικό φαίνεται ήρεμο, ψύχραιμο και συγκρατημένο. Μόνο ένα στιγμιαίο ατσάλινο βλέμμα ή κάποιοι σπασμοί στο αριστερό πόδι δείχνουν τι πραγματικά αισθάνεται το άτομο. Σύντομα εμφανίζονται όλες οι σωματικές εκδηλώσεις της αρρώστιας που προέρχεται από το εσωτερικό σφίξιμο, όπως είναι η δυσκοιλιότητα και η υψηλή πίεση. Έπειτ’ από ένα διάστημα, το άτομο δεν αντιλαμβάνεται πια το θυμό του, αλλά μόνο τον πόνο μέσα του. Τότε, μπορεί να πει ειλικρινά: «Δε θυμώνω. Μόνο που με πονάει η χολή μου«. Τα συναισθήματα αυτού του ατόμου έχουν θαφτεί βαθιά, λειτουργούν ακόμα, μα πέρα από την ακτίνα της συνειδητής αντίληψης.

Μερικοί άνθρωποι δε φτάνουν ως εκεί, αλλά δημιουργούν ένα βυτίο όπου αποθηκεύουν το θυμό τους. Το βυτίο γεμίζει και κάθε τόσο ξεσπάει με εκρήξεις για μικροπράγματα.

Πολλά παιδιά διδάσκονται πως είναι κακό να μαλώνει κανείς και να πληγώνει τους άλλους. Ο θυμός προκαλεί καβγάδες, άρα είναι «κακό πράγμα». Πάρα πολλοί δεχόμαστε το αξίωμα πως «για να μεγαλώσεις ένα καλό παιδί, να εξοστρακίσεις το θυμό». Είναι σχεδόν αδύνατο να υπολογίσεις πόσο μπορεί να βλάψει το παιδί αυτού του είδους η διδασκαλία.

Αν επιτρέπεις στον εαυτό σου να πιστεύει πως ο θυμός είναι ένα φυσιολογικό, ανθρώπινο συναίσθημα σε ορισμένες καταστάσεις, τότε θα μπορείς να τον σέβεσαι και να τον τιμάς, να τον παραδέχεσαι ελεύθερα σαν μέρος του εαυτού σου και να μάθεις πως υπάρχουν πολλοί τρόποι να τον χρησιμοποιείς. Αν αντιμετωπίσεις τα συναισθήματα του θυμού σου και τα φανερώσεις καθαρά και με ειλικρίνεια στο «φταίχτη», πολύς από τον «ατμό» θα εξαφανιστεί μαζί με την ανάγκη για καταστρεπτική αντίδραση. Εσύ επιλέγεις και έτσι μπορείς να νιώσεις ότι εσύ κυβερνάς τον εαυτό σου. Και συνεπώς να αισθανθείς ικανοποιημένος απ’ τον εαυτό σου. Οι σχετικοί κανόνες της οικογένειας καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό, αν θα μπορέσεις ή όχι να ωριμάσεις μαζί με το θυμό σου ή αν θα αφεθείς να πεθαίνεις από λίγο κάθε φορά εξαιτίας του.

V. Satir, απόσπασμα από το βιβλίο Πλάθοντας Ανθρώπους (εκδ. Κέδρος) – Κεφάλαιο 9 «Οι Κανόνες που Ακολουθείς στη Ζωή»




ΠΗΓΗ...https://to23ogramma.wordpress.com

Το σπίτι του Αστερίου - J. L. Borges



Ξέρω πως με λένε φαντασμένο, ίσως και μισάνθρωπο, ίσως και τρελό. Οι κατηγορίες αυτές (που θα τις τιμωρήσω όταν έρθει η ώρα) είναι γελοίες. Μπορεί να είναι αλήθεια ότι δε βγαίνω από το σπίτι μου, αλήθεια είναι όμως και ότι οι πόρτες του (άπειρες τον αριθμό) είναι ανοιχτές μέρα και νύχτα τόσο για τους ανθρώπους όσο και για τα ζώα. Όποιος θέλει, μπαίνει. Δεν θα βρει εδώ γυναικείες πομπές ούτε τις αλλόκοτες τελετουργίες των ανακτόρων, θα βρει όμως γαλήνη και απομόνωση. Θα βρει ακόμα κι ένα σπίτι που είναι μοναδικό σ’ όλη τη γη. (Ψεύδονται όσοι λένε πως στην Αίγυπτο υπάρχει ένα παρόμοιο.) Ακόμα κι οι συκοφάντες μου παραδέχονται πως σ’ ολόκληρο το σπίτι δεν υπάρχει ούτε ένα έπιπλο. Άλλη γελοιότητα είναι το ότι τάχα εγώ, ο Αστέριος, είμαι φυλακισμένος. Να το ξαναπώ ότι δεν υπάρχει ούτε μία κλειδωμένη πόρτα; Να προσθέσω ότι δεν υπάρχει ούτε μία κλειδωνιά; Ένα σούρουπο μάλιστα, βγήκα στο δρόμο∙ κι αν γύρισα εδώ πριν πέσει η νύχτα, ήταν γιατί με φόβισαν τα πρόσωπα του πλήθους, πρόσωπα ξεθωριασμένα και πλακουτσωτά, σαν ανοιχτή παλάμη. Ο ήλιος είχε βασιλέψει πια, αλλά απ’ το απελπισμένο κλάμα ενός παιδιού και τις ηλίθιες ικεσίες του όχλου, κατάλαβα πως μ’ είχαν αναγνωρίσει. Ο κόσμος προσευχόταν, έφευγε μακριά, έπεφτε στα γόνατα∙ μερικοί σκαρφάλωσαν στον στυλοβάτη του Ναού των Λάβρεων∙ άλλοι μάζευαν πέτρες. Κάποιος, αν δεν κάνω λάθος, έπεσε στη θάλασσα για να κρυφτεί. Δεν είναι τυχαίο που η μητέρα μου ήταν βασίλισσα: δεν μπορώ να συχνωτίζομαι με τον όχλο, αν και το ζητάει η ταπεινοφροσύνη μου.

Πάντως, είμαι μοναδικός. Δεν μ’ ενδιαφέρει τί μπορεί να μεταδώσει ένας άνθρωπος στους άλλους∙ κι εγώ, σαν τον φιλόσοφο, είμαι της γνώμης ότι τίποτα δεν μπορεί να μεταδοθεί με την τέχνη της γραφής. Οι κοινότοπες και ενοχλητικές λεπτομέρειες δεν έχουν καμία θέση στο πνεύμα μου, που είναι πλασμένο για τα σπουδαία∙ ποτέ μου δεν κατάφερα να συγκρατήσω σε τί διαφέρει το ένα γράμμα από το άλλο. Κάποια γενναιόδωρη αδημονία δεν μου επέτρεψε να μάθω να διαβάζω. Καμιά φορά, μετανιώνω γι’ αυτό, γιατί οι νύχτες και οι μέρες είναι μεγάλες.

Να διευκρινίσω ότι δε μου λείπουν οι διασκεδάσεις. Σαν το κριάρι που χιμάει να κερατίσει, διασχίζω τρέχοντας τις πέτρινες στοές, ώσπου να σωριαστώ στο χώμα, ζαλισμένος. Κρύβομαι πίσω από μια στέρνα ή στη στροφή ενός διαδρόμου και καμώνομαι ότι με κυνηγούν. Έχει κάτι εξώστες, απ’ όπου αφήνομαι να πέφτω ώσπου να γεμίσω αίματα. Οποιαδήποτε στιγμή μπορώ να παίξω τον κοιμισμένο, κρατώντας τα μάτια μου κλειστά και βαριανασαίνοντας. (Κάπου κάπου κοιμάμαι στ’ αλήθεια∙ κάπου κάπου ανοίγω τα μάτια μου, και το χρώμα της μέρας έχει αλλάξει.) Απ’ όλα όμως τα παιχνίδια μου, αυτό που μ’ αρέσει πιο πολύ είναι να παίζω τον άλλο Αστέριο. Κάνω πως με επισκέπτεται και πως του δείχνω το σπίτι. Όλο ευγένεια και φιλοφρονήσεις του λέω: Τώρα επιστρέφουμε στην προηγούμενη διασταύρωση ή Τώρα βγαίνουμε σε μια άλλη αυλή ή Καλά το φαντάστηκα πως θα σου άρεσε τα φρεάτιο ή Κοίτα εδώ μια στέρνα που γέμισε άμμο ή Τώρα θα δεις πώς διακλαδώνεται το υπόγειο. Καμιά φορά κάνω λάθος, και τότε γελάμε κι οι δυο με την καρδιά μας.

Τα παιχνίδια αυτά δεν είναι το μόνο πράγμα που έχω κατεβάσει απ’ το κεφάλι μου∙ μ’ έχει απασχολήσει πολύ και το σπίτι. Όλοι οι χώροι του σπιτιού επαναλαμβάνονται πολλές φορές, και κάθε μέρος είναι ένα άλλο μέρος. Δεν υπάρχει μία αυλή, ένα πηγάδι, μία ποτίστρα, ένα παχνί∙ υπάρχουν δεκατέσσερα [= άπειρα] παχνιά, ποτίστρες, πηγάδια, αυλές. Το σπίτι είναι μεγάλο όσο και ο κόσμος∙ ή, μάλλον, είναι ο κόσμος. Νά όμως που, για να ‘χω εξαντλήσει τις αυλές με τα πηγάδια και τις κονισαλέες στοές από γκρίζα πέτρα, βγήκα μια μέρα στο δρόμο και είδα τον Ναό των Λάβρεων και τη θάλασσα. Αυτό δεν το ‘χα καταλάβει, μέχρι που ήρθε ένα όραμα της νύχτας και μου αποκάλυψε ότι οι ναοί και οι θάλασσες είναι πάλι δεκατέσσερις [= άπειρες]. Τα πάντα είναι πολλές φορές, δεκατέσσερις φορές, υπάρχουν όμως και δυο πράγματα στον κόσμο που δείχνουν να είναι μόνο μια φορά: πάνω, ο δυσνόητος ήλιος∙ κάτω, ο Αστέριος. Μπορεί και να ‘μαι εγώ που έπλασα τ’ αστέρια και τον ήλιο και το θεόρατο σπίτι, μα τώρα δεν θυμάμαι τίποτα.

Κάθε εννιά χρόνια, έρχονται στο σπίτι εννιά άνθρωποι για να τους λυτρώσω απ’ το κακό. Ακούω τα βήματά τους ή τις φωνές τους στα βάθη των πέτρινων στοών και τρέχω όλο χαρά να τους προϋπαντήσω. Η τελετή διαρκεί λίγα λεπτά. Ο ένας μετά τον άλλο σωριάζονται, χωρίς να λερώσω τα χέρια μου με αίμα. Εκεί που πέφτουν, εκεί μένουν, κι αυτό με βοηθάει να ξεχωρίζω τη μια στοά απ’ την άλλη. Δεν ξέρω ποιοι είναι, ξέρω όμως πως ένας από δαύτους, την ώρα που ξεψυχούσε, προφήτεψε πως κάποτε θα ‘ρχόταν κι ο δικός μου λυτρωτής. Από τότε, δεν με βαραίνει η μοναξιά, γιατί ξέρω ότι ο λυτρωτής μου ζει και μια μέρα θα προβάλει μέσ’ από τη σκόνη. Αν η ακοή μου μπορούσε να συλλάβει όλους τους ψιθύρους στον κόσμο, θα ξεχώριζα τα βήματά του. Είθε να με πάει σε κάποιον χώρο με λιγότερες στοές και λιγότερες πόρτες. Πώς θα ‘ναι ο λυτρωτής μου; αναρωτιέμαι. Θα ‘ναι ταύρος ή άνθρωπος; Θα ‘ναι μήπως ταύρος με ανθρώπινο κεφάλι; Ή θα ‘ναι σαν κι εμένα;



Ο πρωινός ήλιος άστραφτε πάνω στο μπρούντζινο σπαθί. Δεν είχε μείνει ούτε σταγόνα αίμα.

«Θα το πιστέψεις, Αριάδνη;» είπε ο Θησέας. «Ο Μινώταυρος δεν αντιστάθηκε σχεδόν καθόλου.»


Στην Μάρτα Μοσκέρα Ήστμαν





J. L. Borges, Το Άλεφ (εκδ. Ύψιλον), μτφ. Α. Κυριακίδης || P. Picasso, The Minotaur

Κωνσταντίνος Καβάφης «Ενδύματα»



Κωνσταντίνος Καβάφης «Ενδύματα»

Μέσα σ’ ένα κιβώτιο ή μέσα σ’ ένα έπιπλο από πολύτιμον έβενο θα βάλω και θα φυλάξω τα ενδύματα της ζωής μου.
      Τα ρούχα τα κυανά. Και έπειτα τα κόκκινα, τα πιο ωραία αυτά από όλα. Και κατόπιν τα κίτρινα. Και τελευταία πάλι τα κυανά, αλλά πολύ πιο ξέθωρα αυτά τα δεύτερα από τα πρώτα.
      Θα τα φυλάξω με ευλάβεια και με πολλή λύπη.
      Όταν θα φορώ μαύρα ρούχα, και θα κατοικώ μέσα σ’ ένα μαύρο σπίτι, μέσα σε μια κάμαρη σκοτεινή, θα ανοίγω καμιά φορά το έπιπλο με χαρά, με πόθο, και με απελπισία.
      Θα βλέπω τα ρούχα και θα θυμούμαι την μεγάλη εορτή - που θα είναι τότε όλως διόλου τελειωμένη.
      Όλως διόλου τελειωμένη. Τα έπιπλα σκορπισμένα άτακτα μες στες αίθουσες. Πιάτα και ποτήρια σπασμένα κατά γης. Όλα τα κεριά καμένα ώς το τέλος. Όλο το κρασί πιωμένο. Όλοι οι καλεσμένοι φευγάτοι. Μερικοί κουρασμένοι θα κάθονται ολομόναχοι, σαν κ’ εμένα, μέσα σε σπίτια σκοτεινά - άλλοι πιο κουρασμένοι θα πήγαν να κοιμηθούν.



Με ποιον κοιτάς απόψε το φεγγάρι;



Άλλη μία βραδιά.  Μια βραδιά από εκείνες τις δύσκολες. Εκείνες που κανείς και τίποτα δε θα σε έβγαζε από το σπίτι. Από εκείνες που θα έπαιζε χαμηλά η λίστα με τις αγαπημένες σου μουσικές και η μόνη σου συντροφιά θα ήταν ένα ποτήρι κρασί κι η θέα του φεγγαριού.

Όσο περίεργη κι αν είναι η διάθεσή σου, τις απολαμβάνεις αυτές τις βραδιές. Ξέρεις πως κοιτώντας το φεγγάρι, περνούν όλα! Όπως ακριβώς το είπε η Αλκυόνη Παπαδάκη στο βιβλίο της. «Όσοι ξαγρυπνούν κοιτώντας το φεγγάρι, ονειρεύονται κι ελπίζουν» και δόξα το Θεό δεν υπήρξε βράδυ πάνω στον πλανήτη αυτό που το φεγγάρι να ξέχασε το ραντεβού μαζί σου.

Θα το χάζευες για ώρες πάλι, μέχρι να δώσει τη θέση του στον ήλιο κι ούτε που θα καταλάβαινες πόσο γρήγορα κύλησε ο χρόνος και τα κατάφερες να μην κοιμηθείς και σήμερα. Ξεκίνησες γεμάτος από σκέψεις και κοιτώντας το, δεν κατάφερες να κάνεις καμία από αυτές. Το φεγγάρι απορροφά ό,τι στέλνεις σ’ αυτό και αντικαθιστά τις σκέψεις σου με άλλες.  αι έχεις πειστεί πια πως είναι η μαγεία του που σε παρηγορεί ή σε γιατρεύει από οτιδήποτε σε θλίβει.

Μια βραδιά που τελικά εξελίχθηκε αλλιώς. Ένα τηλεφώνημα ενός φίλου, μια πρόσκληση για να παραστείς στην αυλή του,  ένα παράπονο για το ότι η παρέα έχει μέρες να σε δει κι αυτή η θέα του φεγγαριού που «θα ‘ναι ακόμη ομορφότερη από εκεί» σκέφτεσαι, δεν ήθελες και πολύ, σ’ έπεισαν. Κι είχες δίκιο!

Η αυλή ανθισμένη,  με τη μυρωδιά του γιασεμιού να «τρυπάει» τη μύτη σου και να την προτιμάς ακόμη κι από εκείνη της πανσέτας που ο κολλητός σου ψήνει. Οι καρέκλες καλά βυθισμένες μες στο χώμα της αυλής και το μόνο φως που αντανακλάται πάνω στο τραπεζάκι, αυτό της σελήνης.

Πιάνεις με το βλέμμα σου όλοι να το κοιτάζουν τελικά. Άλλος βιαστικά, άλλος για ώρα κι άλλος σαν να περιμένει μια απάντηση από αυτό. Αν το φεγγάρι μιλούσε, πόσα θα μας είχε διηγηθεί! Πάνω του συναντήθηκαν τα βλέμματα όλων όσων έζησαν πάνω στον πλανήτη αυτόν. Υπό το φως του δόθηκαν τα ωραιότερα φιλιά, ενώθηκαν κορμιά, ακούστηκαν οι ωραιότερες ιστορίες. Πάνω του ακουμπήσανε όλες οι ανησυχίες μας,  οι ελπίδες μας. Κάναμε ευχές στ’ άστρα που το συνοδεύουν και περιμένουμε μέχρι και σήμερα να βγουν αληθινές.

Λατρέψαμε κάθε τραγούδι που μιλά για εκείνο στον στίχο του, διαβάσαμε τόσα ποιήματα που γράφτηκαν για χάρη του και ζηλέψαμε κάθε φωτογραφία που το είχε ως φόντο. Το είχαμε συντροφιά σε παραλίες, αυλές και πεζούλια, μα το πιο σημαντικό, το είχαμε να ξεπροβάλλει κάθε βράδυ ανάμεσα από τους τσιμεντένιους τοίχους της πόλης και να ξορκίζει με το φως και τη μαγεία του, τα σκοτάδια μας.

Έτσι και τώρα! Σ’ αυτή την ωραία βραδιά με τους φίλους σου, στέκεται εκεί ψηλά και κάνει τα πάντα να μοιάζουν πιθανά, το τοπίο πιο όμορφο, τους έρωτες να δείχνουν πιο δυνατοί κι όλους εμάς πιο ρομαντικούς. Μέχρι να ‘ρθει το πρωί. Ίσως «οι όμορφες μέρες να μην έχουν ανάγκη τον ήλιο» όπως λένε, αλλά οι νύχτες θα ‘χουν πάντοτε ανάγκη το φεγγάρι. Για να τις γεμίζει μαγεία. Μια μαγεία που τη δημιουργεί μια ψευδαίσθηση.

Είτε το απολαμβάνεις μόνος, είτε με παρέα, είτε μόνο το κοιτάς, είτε ρομαντικά ανοίγεις κουβέντα μαζί του, εκείνο θα συνεχίσει για πολλά χρόνια ακόμη να παίζει τα παιχνίδια του και ν’ αποτελεί έμπνευση για κάθε μορφής τέχνη κι ανθρώπινη σχέση.

Και «ίσως φταίνε τα φεγγάρια» που λέει και το τραγούδι που σήμερα έμεινε μόνο αυτό να σου κρατά συντροφιά στη βεράντα του σπιτιού σου, «ίσως πάλι φταις κι εσύ» που δεν έκανες ένα τηλεφώνημα για να έρθει κάποιος εκεί να ξημερώσετε παρέα.


Επιμέλεια Κειμένου Μαριάμ Πολυγένη: Κατερίνα Κεχαγιά.




ΠΗΓΗ...http://www.pillowfights.gr

Αν δε μ’ αγαπάς Κυριακή πρωί, να μη με θές Σάββατο βράδυ



Αμέτρητα τραγούδια έχουν γραφτεί για τα Σάββατα, τα βράδια των οποίων έχουν χαράξει ιστορία στο πάνθεον των απανταχού απωθημένων. Δεν είναι πως τα συναισθήματα ανθούν σε συγκεκριμένες μέρες κι ώρες, είναι που η επικρατούσα τάση πάντα το έκανε πιο εύκολο να στείλεις εκείνο το μήνυμα που σου βασάνιζε τα μέσα, να γίνεις λίγο πιο τολμηρός, να κάνεις κι ένα βήμα παραπάνω, βράδια σαν κι αυτά που σε βρίσκουν λίγο πιο ανάλαφρο. Σάββατο βράδυ, κι έχεις την ευκαιρία να μιλήσεις λίγο πιο ελεύθερα, ξεστομίζοντας κουβέντες που αν τύχει και παρασυρθείς μπορείς εύκολα να τις ρίξεις στο ποτό και το κακό να είναι μικρό.

Ωραία τα μεθυσμένα μηνύματα, δε λέω· όλοι μας τα αποζητάμε, κι όλοι μας χαζοευτυχούμε στην ιδέα πως είμαστε το άτομο που σκέφτεται ο άλλος μέσα στο χαμό. Ωραία και τα μεγάλα λόγια, ωραία κι εκείνα τα τηλέφωνα που χτυπάνε χαράματα και σε ξυπνάνε ή σε βρίσκουν να ξενυχτάς στην άλλη πλευρά της πόλης και σε πείθουν πως ξημερώνεις σε λάθος μέρος. Κρύβουν αυθορμητισμό, πάθος κι ένα υπέροχο «δε γαμιέται, εγώ σε θέλω» που καμιά φορά λυγίζει και τις πιο σιδερένιες καρδιές. Λόγια που κρύβουν μια υπέροχη υπέρβαση, κρύβουν ζορισμένα συναισθήματα, αλλά –κακά τα ψέματα- κάποιες φορές κρύβουν μόνο αυτά, γι’ αυτό και καταλήγουν να μην πείθουν.

Επειδή μπουχτίσανε οι άνθρωποι από υποσχέσεις κι αγκαλιές που εύκολα μπορείς να προσάψεις την επόμενη μέρα στο αλκοόλ· κι επειδή οι αξιαγάπητες φλυαρίες του Σαββάτου καμιά φορά συνεπάγονται οδυνηρές Κυριακάτικες σιωπές, και δεν έχουν όλοι χρόνο για περιττούς πόνους. Να ξεβολευτείς είναι το θέμα, όχι απλά να εκτεθείς αναίμακτα· να το στείλεις εκείνο το «δεν είναι ωραία χωρίς εσένα», να πάρεις εκείνο το τηλέφωνο, να αρπάξεις από το χέρι τον άνθρωπο που γουστάρεις, αλλά νισάφι, μην επιτρέψεις στον εαυτό σου να κάνει γι’ ακόμα μια φορά μόνο αυτό· γιατί, κακά τα ψέματα, τι σχέση έχει το «θέλω να σε δω» με το «έρχομαι»;

Να δείξεις στον άλλον πως δε φτάνεις μόνο μέχρι εκεί, μα πως αξίζεις να είσαι η Κυριακή του, εκεί είναι η μαγκιά· να ξυπνάς και να τον αγκαλιάζεις, να τυλίγεις τα χέρια σου γύρω του, ν’ αναπνέεις στο λαιμό του, εκείνα τα μοναδικά πρωινά της εβδομάδας που οι ζωές των ανθρώπων μοιάζουν τόσο ανάκατα όμορφες όσο τα κρεβάτια τους. Εκείνα τα πρωινά που δεν πετάγεσαι από το κρεβάτι λες και σε χτύπησε ρεύμα, που τα ξυπνητήρια είναι απενεργοποιημένα, που κανένας από τους δύο δεν έχει να προλάβει μαθήματα, deadline και δημόσιες υπηρεσίες.

Να ξυπνάς δίπλα στον άλλον μέρες σαν κι αυτή που ανοίγεις τα μάτια σου λίγο περισσότερο παιδί απ’ όσο συνήθως, που έχεις την πολυτέλεια να τεμπελιάσεις χωρίς τύψεις. Τότε που το μυαλό σου, όσο ζαλισμένο κι αν είναι από το χθεσινοβραδινό κρεπάλιασμα,  νηφάλια σε κάνει να αναρωτιέσαι τι έκανες για ν’ αξίζεις να σε αγκαλιάζει κάποιος με τόση θέρμη Κυριακή πρωί. Κι όταν αυτός ο κάποιος ανοίγει τα μάτια του και σε τραβάει λίγο πιο κοντά του να παίρνεις έτσι ήσυχα την απάντησή σου, χωρίς πολλά-πολλά και να βουλώνεις το στόμα οποιασδήποτε αμφισβήτησης σου τρυπούσε τόσην ώρα το κεφάλι.

Κι ας μην είναι τόσο όμορφοι, τόσο κομψοί, τόσο καλοδιάθετοι οι άνθρωποι εκείνες τις ώρες, κι ας έχουν πρησμένα μάτια και κεφάλι καζάνι. Εσύ να τον κοιτάζεις μέσα στην ατημέλειά του και να χαμογελάς με την καρδιά γεμάτη. Να ξέρεις πως υπάρχουν ομορφότεροι, ψηλότεροι κι εν γένει καλύτεροι από αυτόν, μα να πνίγεσαι από τη βεβαιότητα πως δε σε νοιάζει ούτε λίγο. Επειδή από τη στιγμή που εκείνη η τυχαία Κυριακή έγινε Κυριακές μαζί του εσύ άρχισες να κυνηγάς όνειρα, όχι απλά να τα βλέπεις, κι ένιωσες πόσο εύκολα μυρίζει αγάπη ένας άνθρωπος που ονειρεύεται περισσότερο απ’ όσο κοιμάται. Επειδή δίπλα του ένιωσες πως αν κάποιος σε νιώθει τις Κυριακές, λίγο σε νοιάζουν όλοι εκείνοι που σε γουστάρουν τα Σάββατα.

Δε θέλουν πολλά οι άνθρωποι για να ηρεμούν, ούτε παρακαλάνε για θαύματα, θέλουν μόνο να είναι η Κυριακή κάποιου· κάποιου που θα τους στέλνει τρυφερά, αστεία μα και παθιάρικα μηνύματα όχι μόνο βράδια Σαββάτου αλλά και μεσημέρια Δευτέρας, και Τρίτης, και Τετάρτης, και που τα λόγια του δε θα διαφέρουν στο ελάχιστο από τις πράξεις του.

Ναι, δε θέλουν όλοι οι άνθρωποι να τους θέλεις Σάββατο βράδυ, δεν τους είναι αρκετό· είναι μερικοί άνθρωποι που αν δεν τους φτάνουν τα μεθυσμένα, Σαββατιάτικα «θέλω» είναι επειδή κάποτε έζησαν νηφάλια, Κυριακάτικα «αγαπώ».  Και είναι συνήθως οι ίδιοι άνθρωποι που αν τύχει κάποτε ν’ ανοίξεις τα μάτια σου στο πλευρό τους, θα σε κάνουν να πιστέψεις πως το να βρεις κάποιον που αξίζει να ξυπνάς πλάι του είναι πολύ καλύτερο από το να βρεις κάποιον να κοιμάσαι.


Επιμέλεια Κειμένου Φρόσως Μαγκαφοπούλου: Κατερίνα Κεχαγιά.





ΠΗΓΗ...http://www.pillowfights.gr

Γυναίκα θα πει...




Γυναίκα θα πεί...

* Το βασανιστήριο που κάθε άντρας ζητά στη ζωή του. (Spiros Varkakos)

* H όαση στην έρημο. (Katerina Riga)

* H χαρά του ψυχολόγου. (Άντζελα Μπρόου)

*  Σύζυγος, φίλη, αδελφή ψυχή, νοικοκυρά, εργαζόμενη, μητέρα, γκομενα..αγαπάει και μισεί με πάθος! (Mara Kirmanidou)

* Oι πατατες στο πιτογυρο. (Rena Peters)

* Δύναμη. (Effie Ligouri)

* «Άσε με, δεν έχω τίποτα! Γιατί δε με ρωτάς τι έχω;» (Kostis MaidenManiac)

​*  Θα πει... Θα πει.. Και δεν θα σταματήσει να λέει. Αυτά όμως που πραγματικά νιώθει, ποτέ δε θα τα πει, καλείσαι εσύ να τα νιώσεις μαζί της. (Dom Perignon)​

​* Οι πενήντα αποχρώσεις του μπορντοροδοκόκκινου. (Stefanos Tsortsidis)

​* Αρχή και τέλος. Μάνα και Γη. (Iren Pantelidis)

​* Πλάσμα αιώνιο κι ανυπέρβλητο. (Ioanna Konstantelia)

​* ..κράτα και μια πισινή. (Stella Sdouf)

​* Πότε κόλαση και πότε ο παράδεισος. (Pampina Phillippou)











ΠΗΓΗ...http://www.pillowfights.gr

Σοφία 74 (περίπου)



Στο ένα χέρι, σακουλάκι από φαρμακείο. Γεμάτο. Στο άλλο δυο βασιλικοί. Πενήντα λεπτά ο ένας. Σύνολο ένα ευρώ. Το άλλο, με τα φάρμακα δεν μπορείς να υπολογίσεις πόσο κόστισε. Στέκεται και κοιτάζει τα λουλούδια στη λαϊκή με βλέμμα παιδιού που ζαχαρώνει παιχνίδια σε βιτρίνα. Αμίλητη. Το βλέμμα της παίζει από τα λουλούδια στην τιμή τους -2,50 ευρώ- και πάλι πίσω στα λουλούδια.

Ο πωλητής στη φούρια του, τη ρωτάει επίμονα: “Άσπρο, μοβ ή ροζ κυρά Σοφία;” Δεν απαντά. Ούτε σηκώνει τα μάτια να τον δει. Συνεχίζει να κοιτάζει τα λουλούδια, κάτι ντελικάτες καμπανούλες, σε ροζ άσπρο και μοβ με πέντε πέταλα και λεπτεπίλεπτους στήμονες. Τις φαντάζεται να θεριεύουν φυτεμένες στην αυλή της, να ανθίζουν, να σαλεύουν στον αέρα. Τις φαντάζεται να ηχούν σιωπηλά στο καλοκαίρι της, να δίνουν χρώμα στη ζωή της, τρυφεράδα στο μέσα της.

“Λοιπόν; Κυρά Σοφία, άσπρο, μοβ ή ροζ να σου βάλω;” επαναλαμβάνει ο πωλητής λίγο πιο μαλακά αυτή τη φορά κι εκείνη επιτέλους τον κοιτάζει στα μάτια και του λέει σιγανά, σαν να ντρέπεται: “Δεν έχω άλλα λεφτά παιδί μου. Πήρα τα φάρμακα.” Ύστερα κατεβάζει το κεφάλι, κάνει μεταβολή και φεύγει. Την κοιτάζουμε να απομακρύνεται αργά κρατώντας τη σακούλα με τους βασιλικούς στο ένα χέρι και τα φάρμακα στο άλλο. “Ξέρεις τι λεφτά μου έχει αφήσει αυτή η γυναίκα στο παρελθόν;” μού λέει ο πωλητής “Άλλες εποχές... Τώρα με τη σύνταξη που παίρνει και άνεργο γιο, ούτε τα φάρμακά της δεν μπορεί να αγοράσει”.

Μένουμε αμίλητοι κουνώντας τα κεφάλια μας -τι να πεις άλλωστε όταν σε μια γυναίκα 74 χρονών δεν  περισσεύουν ούτε 2,5 ευρώ για να αγοράσει τις καμπανούλες που λαχτάρησε. Ξαφνικά όμως τον βλέπω να βάζει βιαστικά δυο ρίζες -δεν πρόλαβα να δω χρώματα- σε μια σακούλα, να τρέχει, να την σταματάει, να της τα δίνει και πριν προλάβει εκείνη να συνέλθει από την έκπληξη, πριν προλάβει να τον ευχαριστήσει για το αναπάντεχο δώρο, να επιστρέφει στο πόστο του. Χαμογελώντας. Και σαν να θέλει να δικαιολογήσει την κίνησή του, μού λέει με σοβαρό ύφος: “Οι καμπανούλες κάνουν περισσότερο καλό στην υγεία από όλα τα φάρμακα του κόσμου.”






ΠΗΓΗ...http://tsalapetinos.blogspot.gr

Δισύλλαβο



Όταν μετά από χρόνια προσπάθησα να θυμηθώ το πρόσωπο της, δεν τα κατάφερα. Ούτε καν το σώμα της. Η μυρωδιά και η γεύση της είχαν αφήσει κάποια ίχνη ανάμνησης μα ήταν πενιχρά· δύσκολα θα μπορούσα βασιζόμενος σ` αυτά τα σπαράγματα να ανασυστήσω το σύνολο. Κι από το όνομά της -κατά πάσα πιθανότητα δισύλλαβο- είχε απομείνει μόνο το αρχικό λάμδα.

Μετά από χρόνια, έκπληκτος ανακάλυψα ότι η μόνη ξεκάθαρη εικόνα που απέμενε από εκείνη, ήταν το πουκάμισό μου ακουμπισμένο τακτικά πάνω στη ράχη της βιενέζικης καρέκλας που βρισκόταν ακριβώς απέναντι από το κρεβάτι της, δίπλα στο παράθυρο. Όλα τ` άλλα, πανταλόνι, εσώρουχα και κάλτσες ήταν συνήθως αθέατα, πεταμένα στο πάτωμα.

Έτσι κατέληξα να τη θυμάμαι με την κωδική ονομασία, Λήθη.  





ΠΗΓΗ...http://tsalapetinos.blogspot.gr

ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ...