Μετά την νυχτερινή υπερπανσέληνο, που χιλιοτραγουδήθηκε από πολλούς Νεραϊδοίσκιωτους ρομαντικούς, ένας λαμπρός ήλιος ξεπροβάλει στο ακριτικό κεφαλοχώρι, προσπαθώντας να εισβάλλει παντού, λούζοντας με τις ακτίνες του και την τελευταία σκιά, θέλοντας να δηλώσει την ηγετική παρουσία του και να αποδείξει το ποιος είναι το Αφεντικό.
Ένα λευκό στρώμα, σαν νυφικό πέπλο, έχει απλωθεί σε όλη την χλωρίδα, μια παγωμένη χλαμύδα πάχνης έχει καλύψει τα πάντα τριγύρω, κάνοντας τα κάθε λογής αδέσποτα τετράποδα να κουρνιάζουν , προσπαθώντας να ζεσταθούν κάτω από τις οριακές θερμοκρασίες.
Δεκάδες στήλες καπνού, αναδύονται από τις ψηλές καμινάδες των σπιτιών, σε μια ευθεία πορεία προς τα πάνω, θέλοντας λες να φτάσουν στο άπειρο, και η αίσθησή σου είναι ότι βρίσκεσαι σε κάποια περιοχή της Ευρώπης την περίοδο της βιομηχανικής επανάστασης.
Στην πετρόχτιστη μεγάλη πλατεία, ήδη έχουν καταφθάσει οι ηρωικοί πωλητές κι έχουν στήσει τους πάγκους τους, διαλαλώντας την πραμάτεια τους, φωνάζοντας με δυνατές ιαχές, όχι τόσο για την διαφήμιση των ζαρζαβατικών, όσο για να ξορκίσουν το ανυπόφορο κρύο που τους περονιάζει τα κόκαλα. Κάποιος μάλιστα, πιο προνοητικός, έχει ανάψει μια φωτιά, ρίχνοντας κάποια ξερά κούτσουρα σε μια αυτοσχέδια σόμπα, χρησιμοποιώντας ένα κομμένο βαρέλι, ενώ τριγύρω έχουν μαζευτεί αρκετοί συνάδερφοί του, τρίβοντας τα χέρια τους.
Νοικοκυρές, τυλιγμένες στα χοντρά πανωφόρια τους, περιφέρονται από πάγκο σε πάγκο, ελέγχοντας προϊόντα και τιμές, ενώ στα διπλανά καφενεία, ομάδες υλοτόμων προμηθεύονται τον καφέ τους στα ειδικά πλαστικά ποτήρια, να τον πάρουν μαζί τους στο δρόμο προς τις συστάδες του βουνού, όπου εργάζονται. Μπορεί να διακρίνει κανείς τα χνώτα τους σε κάθε εκπνοή, σημάδι της παγωνιάς που επικρατεί, αυτή την πρωινή ώρα της Τετάρτης του Νοέμβρη.
Κάποιοι πιστοί, ακολουθώντας τον προσκλητήριο ήχο της καμπάνας από το πανύψηλο καμπαναριό του Αγίου, κατευθύνονται με γυρτό κορμί προς το Ναό, για να προσευχηθούν και να συνομιλήσουν με το Θείο.
Αυτοκίνητα διασχίζουν τα πολυδαίδαλα σοκάκια του οικισμού, βγάζοντας άσπρους καπνούς, προσπαθώντας να ζεστάνουν τις παγωμένες μεταλλικές μηχανές τους, έχοντας μέσα γονείς και μικρούς μαθητές, που κουκουλωμένοι σαν κρεμμύδια, κατευθύνονται προς τα σχολεία, για το καθημερινό μάθημα.
Ένας ηλικιωμένος, ξερακιανός άνδρας, απόμαχος πλέον τσοπάνης, κρατώντας ένα σκαλιστό αυτοσχέδιο μπαστούνι, γεμάτο ρόζους, προσπαθεί να ξεχωρίσει το δρομολόγιο προς τον φούρνο, επιστρατεύοντας την εξασθενημένη του όραση, μονολογώντας και σιγοβρίζοντας, ένας θεός ξέρει τι.
Από τα ανατολικά του χωριού, ακούγεται η ντουντούκα του "Φρέσκου", του πλανόδιου ψαρά, ο οποίος βάζοντας όλη του την τέχνη, διαλαλεί τα "φρέσκα πρωινά ψάρια" του, τραγουδώντας και κάπου κάπου ψάλλοντας.
Στον αντίποδα, από τα δυτικά σοκάκια, ο "Πόρος", με το υπερσύγχρονο ηχοσύστημα στο κίτρινο φορτηγάκι του, διαφημίζει τα πορτοκάλια και μανταρίνια του, ενώ η γοερή φωνή του Παντελίδη, συγκινεί με τα λαϊκά ερωτικά άσματα στη διαπασών.
Κάποια θεόρατα τρακτέρ κατευθύνονται προς τα ορεινά, έχοντας προσαρμοσμένα κάποιου είδους μαχαίρια, σαν μπουλντόζες, στο μπροστινό τους μέρος, αναστατώνουν με τον εκκωφαντικό τους θόρυβο, ενώ οι καρότσες που σέρνουν πίσω τους, αναταράσσονται σε κάθε κοίλωμα του δρόμου, κάνοντας την ηχορύπανση, ακόμη πιο αισθητή.
Παρέες γερόντων, συγχνοτίζονται στα στέκια τους, στο εσωτερικό πλέον των καφενείων, αφού το καλοκαίρι τελείωσε, δίπλα στην ξυλόσομπα, έτοιμοι για την καθημερινή μάχη της "ξερής", ενώ η μυρωδιά του φρεσκοψημένου Ελληνικού καφέ ανακατεύεται με την μεθυστική οσμή του τσίπουρου και της ρέγγας, ταξιδεύοντάς σε σε εικόνες της Ανατολής.
Μια παρέα πλανόδιων μουσικών, Βούλγαροι μάλλον αν κρίνω από την προφορά τους που μοιάζει με το τοπικό μας ιδίωμα, περιφέρονται από μαγαζί σε μαγαζί, παίζοντας το "Ντομάκινε", ευελπιστώντας σε κάποιο χαρτζιλίκι από κάποιον μερακλή, ενώ το κλαρίνο, ανταγωνίζεται σε φάλτσο τα στριγκλά κακαρίσματα του κόκορα από το γειτονικό κοτέτσι.
Ενώ η ώρα έχει περάσει κι ο ήλιος έχει πάρει την ανιούσα, ζεσταίνοντας κάπως την κρύα, παγωμένη ατμόσφαιρα, το χωριό δείχνει να έχει ξυπνήσει και η ζωή παίρνει τον γνώριμο ρυθμό της, πολύβουο μελίσσι, φωλιάζοντας μέσα του τις αγωνίες, τους πόθους και τα όνειρα των κατοίκων....
Καλημέρα.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής:
- Σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται από τα Προμαχιώτικα Νεα .
- Τα Προμαχιώτικα Νέα διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρέσουν οποιοδήποτε σχόλιο θεωρούν ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες.
- Τα Προμαχιώτικα Νέα δεν παρεμβαίνουν σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσουν το περιεχόμενο ενός σχολίου.
- Τα σχόλια αναγνωστών σε καμιά περίπτωση δεν αντιπροσωπεύουν τα Προαχιώτικα Νέα.
- Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε τους όρους χρήσης .
H συντακτική ομάδα των Προμαχιώτικων Νέων.