Μεγαλώνεις προσπαθώντας να είσαι “καλό” παιδί, υπακούοντας τα ΠΡΈΠΕΙ της κοινωνίας, αγνοώντας τα δικά σου ΘΕΛΩ.
Πας στο σχολείο προσπαθώντας να γίνεις “καλός” μαθητής γιατί έτσι κάνουν τα “καλά” παιδιά, ανταγωνιζόμενος τους συμμαθητές σου στη στείρα αποστήθιση.
Διαβάζεις και εκπαιδεύεσαι στα ίδια μαθήματα με όλους, άσχετα με τις ικανότητες σου, τις κλίσεις σου ή τις προτιμήσεις σου. Πασχίζεις να πάρεις μεγάλους βαθμούς, γιατί έτσι θα θεωρείσαι “έξυπνος”.
Αν είσαι αγόρι, προσπαθείς να δείχνεις ότι έχεις πολλές σεξουαλικές επαφές, ενώ αν είσαι κορίτσι πως έχεις λίγες έως καθόλου.
Πλακώνεσαι στα φροντιστήρια και διαβάζεις για να περάσεις σε ένα πανεπιστήμιο ή ΤΕΙ, πάντως πρέπει οπωσδήποτε να σπουδάσεις κάτι.
Δίνεις επιτέλους πανελλήνιες και περνάς κάπου, χωρίς να έχει σημασία αν το θες ή ήταν η τελευταία επιλογή σου, αρκεί να πάρεις ένα χαρτί.
Σαν φοιτητής προσπαθείς απεγνωσμένα να μιμηθείς “τη συνταγή της ευτυχίας”, ξοδεύοντας χρήματα σε ξενύχτια και ποτά, ενώ οι συναναστροφές σου με τον κόσμο βρίσκονται σε μια ανισορροπία του παιδιού που ήσουν και του ενηλίκου που φαντάζεσαι ότι θα γίνεις.
Όταν πάρεις “το χαρτί” αισθάνεσαι περήφανος, λες και έκανες κάτι διαφορετικό από το μέσο όρο, και φυσικά θεωρώντας ότι έχεις όλα όσα χρειάζεται για να βρεις δουλειά.
Αν είσαι αγόρι, πας στρατό και παρόλο που δυσανασχετείς λίγο στην αρχή, στο τέλος γουστάρεις κιόλας σε βαθμό που διηγείσαι ιστορίες για την υπόλοιπη ζωή σου. Δεν το αντιλαμβάνεσαι σαν έλλειψη ελευθερίας.
Τι διαφορά έχει από την υπόλοιπη μίζερη ζωή σου άλλωστε;
Σερβίρεις καφέδες για καμιά τριετία μέχρι να βρεις τον “έρωτα της ζωής σου”.
Έχεις φτάσει τα τριάντα, άρα παντρεύεσαι, γιατί πως αλλιώς θα μπορέσεις να κάνεις παιδιά;
Για να τα βγάλεις πέρα, ή διορίζεσαι στο δημόσιο ή ανοίγεις ένα μαγαζάκι.
Ξοδεύεις τα χρόνια σου μέχρι την πολυπόθητη στιγμή της συνταξιοδότησης σου, διαμαρτυρόμενος για την άδικη ζωή που “σου δόθηκε”.
Γκρινιάζεις για το τρέξιμο με τα παιδιά που κάνεις “τα πάντα για το καλό τους” και αυτά δεν ακούνε, για τα χρέη, για τα έξοδα. “Ε τι να κάνεις; Είναι δύσκολα τα πράγματα.”
Αν δουλεύεις στο δημόσιο παραπονιέσαι που δεν μπορείς να έχεις όσα λεφτά έχουν κάποιοι ελεύθεροι επαγγελματίες κι αν απασχολείσαι στον ιδιωτικό τομέα για όλα τα λαμόγια που κάνουν την ίδια δουλειά με εσένα αλλά κερδίζουν περισσότερα.
Σε κάθε περίπτωση όμως, εσύ μένεις πάντα ηθικός, ευτυχώς.
“Που πήγαν τα παλιά καλά χρόνια”;
Όταν επιτέλους βγεις στη σύνταξη, αναπαράγεις ακούραστα το πόσο όμορφα και ξεχωριστά πέρασες εσύ τα χρόνια σου.
“Καλά περάσαμε εμείς, ααααχ, ήρθε η ώρα για τα εγγόνια μας να ζήσουν”. Πεθαίνεις.
Γιατί τα γράφω όλα αυτά;
Ερωτώμαι συχνά σε συζητήσεις, πως θα προέτρεπα εγώ ένα μαθητή να ξεκινήσει το δικό του ατομικό ταξίδι για την πνευματική αναζήτηση και γνώση. Όταν απαντώ σε σχετικές ερωτήσεις, συνήθως δε με παίρνουν στα σοβαρά όμως, είτε εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας μου, είτε επειδή στη συζήτηση μπορεί να συμμετέχει κάποιος εκπαιδευτικός, οπότε η άποψη μου απορρίπτεται αυτόματα γιατί ως γνωστόν θα ισχύει απαραιτήτως πως “Άκου αυτόν που έχει χρόνια στη δουλειά, εσύ είσαι μικρός ακόμα”.
Έγραψα λοιπόν το κείμενο για να τραβήξω την προσοχή όσων δεν θέλουν να ζήσουν μια “ζωή” σαν την παραπάνω.
Η συμβουλή μου λοιπόν ως μαθηματικός που κοντεύω να γίνω επίσημα (τώρα που πήγα πανεπιστήμιο και ξέχασα αρκετά από αυτά που υποτίθεται πως ξέρει ένας μαθηματικός καθηγητής) είναι η μόρφωση.
Η μόρφωση είναι εμπειρική και γνωστική. Δηλαδή γνωρίστε όσους περισσότερους ανθρώπους μπορείτε, και ταξιδέψτε σε όσα περισσότερα μέρη μπορείτε. Διαβάστε κάθε μέρα. Αρχίστε με λογική και φιλοσοφία. Μην σταματήσετε ποτέ.
Η πραγματική επανάσταση γίνεται μέσω της μόρφωσης. Ζήστε ελεύθεροι!
Γράφει ο Σπύρος Δαρζέντας