Καλώς ήρθατε στον ιστότοπο του ιστορικού μας χωριού, όπου μπορείτε να δείτε άρθρα, που αφορούν όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού γίγνεσθαι. Περιπλανηθείτε στις αναρτήσεις μας για να ταξιδέψετε σε μια πλούσια ποικιλία θεμάτων που ετοιμάζουμε με μεράκι και αγάπη για τον ευλογημένο μας τόπο.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS
Κλίκ στην εικόνα

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

Ι.Μ Αγίου Ιλαριωνος

Ιερός Ναός Αγίου Ιλαρίωνος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άποψη του χωριού.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άποψη πλατείας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Το μνημείο των ηρώων.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Νερόμυλος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πετροντούβαρο.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Σοκάκι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Ι.Μ Αγίου Ιλαρίωνος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Καταρράκτης.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Αγία Παρασκευή.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Φράγμα.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

"Μπιτσκία".

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης .

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χορευτικός σύλλογος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εκκλησία - κοινότητα.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Το μνημείο των ηρώων.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άνοιξη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

Σάββατο 18 Νοεμβρίου 2017

Πευκωτό Αλμωπίας: "Μια ιστορία για ένα χωριό .....που στο τέλος θα έμενε μόνο το όνομά του…"


ΠΕΥΚΩΤΟ
Μια ιστορία που είχαν πει οι παλαιότεροι
για ένα χωριό που θα χτίζονταν τρεις φορές,
θα χάλαγε άλλες τόσες
και στο τέλος θα έμενε μόνο
το όνομά του…



Ιστορία – Κάτοικοι – Τοποθεσία
Το Πευκωτό χτίστηκε περίπου τον 16ο με 17ο αιώνα από ανθρώπους που ήδη ζούσαν στα βουνά, αλλά και από άλλους που ήρθαν από τον κάμπο της περιοχής της Αλμωπίας, κατατρεγμένους κυρίως από τους Τούρκους που δυνάστευαν την περιοχή. Η παλιά του ονομασία ήταν Ζμπόρτσκου και μετονομάστηκε σε Πευκωτό την 18η Μαρτίου του 1926.
Ήταν κεφαλοχώρι την εποχή της Τουρκοκρατίας και από τα χωριά που δεν ζούσαν Τούρκοι σε αυτό. Βρισκόταν σε υψόμετρο περίπου 600 μέτρων στην ορεινή περιοχή του βουνού Πίνοβο.
Ο μύθος λέει ότι οι πρώτοι κάτοικοι με δυο δίδυμους ταύρους και μια αλετριά ξεκίνησαν να οργώνουν περιμετρικά το χωριό. Όταν έφτασαν στο σημείο που ξεκίνησαν, θυσίασαν τους ταύρους για να ξορκίσουν το κακό και το χωριό να έχει υγεία και ευημερία. Τριακόσιες και πλέον οικογένειες αριθμούσε το χωριό εκείνα τα χρόνια, με τον αριθμό να φαντάζει μέχρι και σήμερα εξωπραγματικός.
Οι άνθρωποι αυτοί ζούσαν κυρίως από την κτηνοτροφία, την γεωργία, την υλοτομία, την εκτροφή μεταξοσκώληκα και από την Παρασκευή ασβεστοκάμινου τον οποίο πουλούσαν στους Τούρκους. Λίγο πιο κάτω από το χωριό, στον ποταμό Ασπρούλα (Μπέλιτσα) κατεβαίνοντας από δύσβατο μονοπάτι, υπήρχαν νερόμυλοι, όπου οι κάτοικοι άλεθαν το σιτάρι, το καλαμπόκι και τη σίκαλη μεταφέροντάς τα με άλογα και μουλάρια. Επίσης στο χωριό υπήρχε πανδοχείο για να ξαποσταίνουν οι περαστικοί, μικρά μαγαζιά που πουλούσαν διάφορα πράγματα, σιδεράς για τις απαραίτητες σιδηροκατασκευές της εποχής.
Η πίστη και τα γράμματα δεν έλειπαν από τους κατοίκους, όπου το χωριό αριθμούσε δυο Εκκλησίες και ένα Δημοτικό σχολείο με πολλά παιδιά.
Στη νεότερη ιστορία και στις αρχές του 20ου αιώνα με τους πολέμους που έγιναν, ξεκινώντας με τη σειρά από τον Μακεδονικό αγώνα, Βαλκανικοί, Α’ Παγκόσμιος, Β΄Παγκόσμιος και Εμφύλιος, το χωριό πληρώνει με τις ζωές πολλών κατοίκων την κόλαση των πολέμων και καταστρέφεται το ίδιο τρεις φορές από Γάλλους και Βουλγάρους την πρώτη φορά το 1916, από τους Γερμανούς την 21η Αυγούστου του 1944 την δεύτερη και από την Εθνοφυλακή την 26η Οκτωβρίου του 1946 την Τρίτη.
Φτάνουμε λοιπόν στο έτος 1946 όπου οι λιγοστοί κάτοικοι του χωριού, περίπου τριάντα οικογένειες, ταλαιπωρημένοι από τις κακουχίες των πολέμων και την Τρίτη καταστροφή, κατεβαίνουν στον κάμπο για να χτίσουν το χωριό εκεί. Επόμενος σταθμός λοιπόν το Βορεινό, παλιότερα λέγονταν Σέβρενοι και μετονομάστηκε Βορεινό το 1926, αλλά και το Νεοχώρι, παλιότερα λεγόταν Νιβόρ και μετονομάστηκε Νεοχώρι το 1926. Εννέα χρόνια φιλοξενούνται στα δυο αυτά χωριά, ώσπου το 1955 και με απόφαση του Αρείου Πάγου, χτίζεται το Πευκωτό στη σημερινή του τοποθεσία. Δόθηκαν από την Πρόνοια σε όλους τους κατοίκους του χωριού από 9.000 δραχμές και ξυλεία από το Δασαρχείο για την κατασκευή των σπιτιών.
Έκτοτε τα τρία αυτά χωριά, Πευκωτό, Βορεινό, Νεοχώρι, ανήκουν στην ίδια κοινότητα. Από τις τριάντα αυτές οικογένειες προερχόμαστε εμείς και είμαστε απόγονοι των ανθρώπων που έζησαν, ταλαιπωρήθηκαν, πολέμησαν, σκοτώθηκαν, εκτελέστηκαν, αλλά ΑΝΤΕΞΑΝ στο χρόνο και έφεραν το χωριό στη σημερινή τοποθεσία για ένα καλύτερο μέλλον.
Σήμερα το χωριό αριθμεί περί τους τριακόσιους κατοίκους, οι οποίοι ζουν κυρίως από την γεωργία, την υλοτομία, την κτηνοτροφία, γνώστες των εργασιών αυτών από παλαιότερα.
Το χωριό μας εκτός από την ιστορία που διαθέτει, έχει και πάτρα πολλές ομορφιές να επιδείξει. Για τους λάτρεις της φύσης η απίστευτη ομορφιά που διαθέτει η τοποθεσία του χωριού, το ποτάμι που βρίσκεται λίγα μέτρα πιο κάτω, το φαράγγι στις παρυφές της Τζένας, αλλά και η άγρια ομορφιά του βουνού Πίνοβο γενικότερα, κάνει τον προορισμό ακόμη πιο ενδιαφέρον.
Υπάρχει  ακόμη το παρατηρητήριο για το υπό εξαφάνιση είδος του χρυσαετού, που ζεί στα μέρη μας.












Ευχαριστίες στον Νίκο ΠαντελίδηΓιώργο Δημησίκο και τον συγγραφέα του βιβλίου  Παντελή Ι. Μπάδο για την παραχώρηση άδειας να δημοσιεύσουμε υλικό από τα αρχεία τους.

Οι «βροχερές μέρες» της ψυχής


Υπάρχουν πάντα και οι όχι τόσο καλές μέρες, οι ''βροχερές μέρες'' της ψυχούλας όπως μου αρέσει να τις λέω.

Κάτι δεν πήγε όπως σχεδίαζες, κάτι άλλαξε, κάτι δεν έκανες σωστά, κάτι ξέχασες. Έχεις μία κακή μέρα.

Βάζεις τα ακουστικά και δυνατά την μουσική, μπλοκάροντας τον έξω κόσμο, βάζεις κουκούλα και περπατάς, περπατάς όχι για να φτάσεις κάπου. Μάλλον για να φύγεις από κάπου...

Μερικές φορές σηκώνεις το κεφάλι σου για να δεις τον κόσμο που περνάει... Αναρωτιέσαι αν είχαν και εκείνοι μία κακή μέρα σήμερα. Μήπως εκείνοι θα είχαν λύση στο πρόβλημα σου; Δεν σε νοιάζει. Προχωράς, δυναμώνεις την μουσική για να υψώσεις πιο ψηλά τείχη ανάμεσα σε σένα, στις σκέψεις σου και σε αυτούς τους γνωστούς αγνώστους που κάθε τόσο προσπερνάς.

Τι ακούς; Δεν σε νοιάζει, μετά από λίγο περπατάς πιο γρήγορα, κλωτσώντας τον χρόνο για να έρθει το αύριο που σίγουρα θα είναι καλύτερο. Και προχωράς. Πάντα πρέπει να προχωράς.

Γράφει η Σίλεια Παπαδημητρίου






ΠΗΓΗ...http://www.thessalonikiartsandculture.gr

Με τόσα ψέματα που ντύθηκαν οι λέξεις…


Με τόσα ψέματα που ντύθηκαν οι λέξεις, πώς να σου πω το σ’ αγαπώ για να πιστέψεις;

Στίχοι γνωστοί, γνώριμοι σε κάθε φίλο του έντεχνου τραγουδιού. Κι όμως. Εκείνο το βράδυ, σε εκείνο το live, οι στίχοι αυτοί ήχησαν έντονα, διαφορετικά. Ήταν τότε που κατάλαβα τη σημασία τους. Ή που έδωσα εγώ σε αυτούς τη σημασία που ήθελα. Έτρεξα να τους καταγράψω για να μην ξεχάσω. Οι λέξεις και η συχνότητα - ο τρόπος που τις αξιοποιούμε μπορούν να αλλοιώσουν τη σημασία τους κι αυτές να χάσουν τη σπουδαιότητά τους.
Ήχησαν διαφορετικά οι στίχοι αυτοί, γιατί ούτε εγώ φέρομαι σωστά στις λέξεις. Η συχνή, η άστοχη, η λανθασμένη χρήση οδηγεί σε παρανοήσεις, οδηγεί σε ισοπέδωση, οδηγεί σε διαστρέβλωση της δικής μου πραγματικότητας αλλά κι αυτής που πλάθω με τους γύρω μου.

Κ ήρθες εσύ τώρα να μου το θυμίσεις. Να μου θυμίσεις πως οι λέξεις που χρησιμοποιώ δεν είναι απλά γλωσσικά βοηθήματα που επιπόλαια διαλέγουμε. Ότι πριν μιλήσουμε πρέπει να ξέρουμε ακριβώς τι θέλουμε να πούμε, ποια λέξη θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε και να είμαστε σίγουροι ότι τη χρησιμοποιούμε σωστά.
Σωστά για την επίτευξη επικοινωνίας στα πλαίσια ενός κοινού κώδικα. Σωστά για την ειλικρινή και ακριβή έκφραση της σκέψης και των συναισθημάτων μας. Σωστά για να εξασφαλίσουμε την προστασία και ακεραιότητα των νοημάτων που κρύβουν. Ιδιαίτερα εκείνες οι σπουδαίες. Με τα νοήματα που τις κάνουν να ξεχωρίζουν, που καθιστούν απορριπτέο να τις ξεστομίζουμε εύκολα και άστοχα. Επειδή ακριβώς γι’ αυτό έχουν σημασία μεγάλη. Γιατί δεν είναι εύκολο να τις νιώσεις για να τις πεις. Δεν είναι τόσο απλό να τις φωνάξεις, να παραδεχτείς ότι σε εκφράζουν, να κουβαλήσεις το βάρος τους, να συνειδητοποιήσεις τη δυναμική τους.
~~
Η γλώσσα μας. Οι λέξεις. Επικοινωνούμε με αυτές και εκφραζόμαστε. Τις βουτάμε στην ψυχή μας και δίνουν σάρκα και μορφή στις βαθύτερες σκέψεις και θέλω μας.
Τόσες πολλές και διαφορετικές λέξεις για να περιγράψουμε κάθε μας συναίσθημα, εμπειρία, βίωμα. Τις χρησιμοποιούμε, όμως, αυθαίρετα. Με γενικότητες, χωρίς να αντιλαμβανόμαστε τη διαφορετικότητά τους. Τις οικειοποιούμαστε βίαια, τις προφέρουμε με θράσος σε κάθε περίσταση και όχι ανάλογα με το εννοιολογικό τους υπόβαθρο.
Και αλλοιώνονται πια. Μικραίνει η σημασία τους. Η περίοπτη θέση που κατείχαν χάνεται. Φοριούνται ακούσια και η όψη τους φθείρεται.

Το σ’ αγαπώ έγινε καραμέλα στο στόμα μας, αυθόρμητη άμεση απάντηση για κάτι που μας αρέσει και θέλουμε να δώσουμε έμφαση. Ειρωνική, οξύμωρη έκφραση αντίθετων συναισθημάτων σε μια προσπάθεια συγκάλυψης των πραγματικών σκέψεων. Εύκολη λύση για αποφυγή καυγάδων και παρεξηγήσεων. Συνήθεια, λέξη που συνδυάζεται με συγκεκριμένα άτομα και αποτελεί χαρακτηριστικό, συνοδευτικό τους. Έχασε τη σημασία και την αξία που είχε. Που θα έπρεπε να έχει.

Μα το σ’ αγαπώ δεν το προφέρεις απλά. Το σκέφτεσαι, το υπολογίζεις πριν το πεις... Το νιώθεις τόσο έντονα που σε πνίγει αν δεν το πεις και αυτή είναι η πιο καλή στιγμή για να το κάνεις. Η πιο αυθεντική, ειλικρινής και ουσιαστική φωνή που το αρθρώνει δεν περνά από τις φωνητικές χορδές, αλλά από την καρδιά. Φωτίζει το βλέμμα, διαπερνά σαν ηλεκτρισμός το σώμα, συνταράσσει την ψυχή. Γι’ αυτό και θα έπρεπε να ακούγεται πιο σπάνια. Να διακρίνεται η μοναδικότητα και το αντίκτυπό του όταν επιλέγεται. Το σ’ αγαπώ φέρει ευθύνη. Φέρνει χαμόγελο. Ο ήχος του είναι μαγικός. Και αυτός που το λέει οφείλει να προφυλάσσει τη μαγεία αυτή.

Συγνώμη, συγνώμη, συγνώμη παντού. Συν + γιγνώσκω: έχω την ίδια γνώμη με κάποιον, αλλάζω γνώμη, μετανοώ
Δηλώνει μεταμέλεια. Θεωρείται δύσκολο να ακουστεί από τα χείλη κάποιου γιατί υποδεικνύει αποδοχή του λάθους και πρόθεση για αλλαγή.
Παλιά μετρούσες τη συγνώμη αλλιώς. Όποιος την εξέφραζε, έθετε τον εαυτό του προ των ευθυνών και των λαθών του. Παραδεχόταν την αδυναμία του, έπληττε την υπερηφάνεια, τον εγωισμό του και αναγνωρίζοντας τη σημασία του να προδίδεις τον ίδιο σου τον εαυτό, να τον εκθέτεις, να τον υποβιβάζεις, αποζητούσε τη συγχώρεση. Γενναία αποκάλυπτε το σφάλμα του και επιθυμούσε την εξιλέωση.
Τώρα φτάνει στην άκρη της γλώσσας σου αβίαστα. Την επιλέγεις για να ξεχαστεί γρήγορα το λάθος σου, δεν την πιστεύεις πραγματικά, δε βιώνεις τη ρήξη, το θυμό, την ταπείνωση, τη λύτρωση. Τώρα η συγνώμη ρίχνει αυλαία σε λογομαχίες, συγκαλύπτει βαθιές προθέσεις.  
Γρήγορα ξεχνιέται και ξαναπροφέρεται, αφού ένα νέο λάθος εύκολα θα μπορούσε να δώσει τη σκυτάλη σε μια νέα συγγνώμη. Δε γίνεται βαθιά αυτοκριτική, αποδοχή του λάθους. Σκεπτόμενοι επιφανειακά, υποτιμώντας τον ίδιο μας τον εαυτό, τις δυνατότητες, τις αδυναμίες, την αξία μας, τον θεοποιούμε, τον ξεγυμνώνουμε, τον αφήνουμε να βάλλεται στα λάθη μας και στα σωστά μας. Δρώντας ανώριμα, απερίσκεπτα, υποτιμώντας την ανοχή, την υπομονή, την αξία των γύρω μας στη ζωή μας, τους αφήνουμε απροκάλυπτους, απροστάτευτους, έρμαια των δικών μας λανθασμένων πράξεων. Χωρίς να υπολογίζουμε τις συνέπειες, το βάρος της ευθύνης, τη σημασία ανάπτυξης ειλικρινών σχέσεων με σεβασμό, εμπιστοσύνη και ακεραιότητα.

Φίλος. Η οικογένειά σου από καρδιάς, όχι εξ αίματος. Το γνώριμο βλέμμα, η οικεία φιγούρα που σε γνώρισε και είναι δίπλα σου γι’ αυτό που πραγματικά είσαι. Ο άνθρωπος που σε αγκαλιάζει στις λύπες και στις χαρές σου. Που μοιράζεται εμπειρίες και όνειρα μαζί σου.
Όμως έχει γίνει πια προσφώνηση οποιουδήποτε. Μια λέξη πιο απρόσωπη, κοινή, ισοπεδωτική από ποτέ. Απαριθμούμε με καμάρι και κρινόμαστε με βάση την απήχησή μας. Την προφέρουμε για να προσελκύσουμε, να διευρύνουμε τον κύκλο γνωριμιών μας. Μετατράπηκε σε μέσο για ικανοποίηση των ανασφαλειών μας, αντιμετώπιση της μοναξιάς μας, εκφράζει τις ενδόμυχες ανάγκες και φόβους μας. Τα στάνταρ μας χαμήλωσαν, τα όρια χάθηκαν, οι απαιτήσεις μειώθηκαν. Οι κοινές έξοδοι, τα κοινά χόμπι και η επιφανειακή επαφή αποτέλεσαν νέο προσδιοριστικό στοιχείο.  
Μην επιδιώκεις πολλούς φίλους, αλλά αληθινούς. Μη μετονομάζεις σε φίλους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρέφεσαι. Μην προσπαθείς να πείσεις τον εαυτό σου πως είσαι αρεστός, κοινωνικός, επιθυμητός. Όταν προφέρεις τη λέξη αυτή, όταν χαρακτηρίζεις κάποιον ως φίλο, να νιώθεις τον απόηχό του στην καρδιά σου. Την ευθύνη σου απέναντί του. Το δεσμό σου και την ένωσή σου μαζί του. Τα κομμάτια σου που του έδωσες και τα νέα που δημιουργήσατε.
~~
Η γλώσσα. Η πιο σπουδαία εφεύρεση του ανθρώπου. Τόσες πολλές και διαφορετικές λέξεις για να καλύψουν την πολύπλευρη ζωή και ιδιοσυγκρασία μας.
Δεν πρέπει να ισοπεδώνουμε την ποικιλομορφία των συναισθημάτων μας επιλέγοντας συγκεκριμένες λέξεις. Δεν πρέπει να παραγνωρίζουμε τη σημασία κάποιων σε αντίθεση με άλλες. Οφείλουμε να δίνουμε την προσοχή που πρέπει σε ό,τι προφέρουμε και μας αντιπροσωπεύει.
Οι λέξεις δεν είναι απλά συνδυασμοί γραμμάτων. Διευκολύνουν την επικοινωνία μας και έχουν δημιουργηθεί για να εκφραζόμαστε με σαφήνεια. Έχουν δυναμική και ουσία και πρέπει να διαλέγονται με προσοχή γιατί αποτελούν στιγμιαίες προσωπογραφίες μας.  
Αλλοιώνοντας τη σημασία τους, επιλέγοντας να τις χρησιμοποιούμε λανθασμένα, φερόμαστε υποσκάπτοντας τον ίδιο μας τον εαυτό, τα νοήματα, τις σκέψεις, τα θέλω μας. Μη δίνοντας αξία στις λέξεις που μας αντιπροσωπεύουν κάθε στιγμή κάνουμε την επικοινωνία διαστρεβλωμένη πτυχή της πραγματικότητας, ψευδαίσθηση της αλήθειας.
Πώς να σου πω σ’ αγαπώ, το πιο μεγάλο και ουσιαστικό σ’ αγαπώ απ’ όσα νιώθω και να το πιστέψεις, όταν προφέρω τόσα πολλά αγαπώ μπροστά σου; Για πράγματα που με συναρπάζουν, που θαυμάζω, με εκπλήσσουν, έχω δεθεί μαζί τους. Δεν τα αγαπώ πραγματικά. Γι’ αυτό θα επιλέγω τις σωστές λέξεις πια. Και να ακούς το σ’ αγαπώ εκείνο που βγαίνει μόνο από τα βάθη της καρδιάς μου.
Πώς να σου πω συγνώμη, την πιο ειλικρινή και βαθιά μου ανάγκη να συγχωρέσεις το λάθος μου και να την πιστέψεις; Όταν κρύβομαι πίσω από αυτή, όταν τη χρησιμοποιώ ιεροτελεστικά ως συνώνυμο της ανθρώπινης τρωτής μου φύσης και περιμένω να την αποδεχτείς ξανά και ξανά, πλήττοντας την εμπιστοσύνη σου; Όταν δεν την εννοώ πραγματικά, γιατί δεν την καταλαβαίνω, γιατί δεν καταλαβαίνω το ίδιο το λάθος μου; Όταν ως συνήθεια την προφέρω για να τερματίσω έναν καυγά και καταλήγω να ξανακάνω λάθη, να δρω απρόσεκτα ξεχνώντας τη βαρύτητα των πράξεών μας, τη σημασία σου στη ζωή μου; Γι’ αυτό θα ωριμάσω, θα σκέφτομαι τις πράξεις μου, θα προλαβαίνω τα λάθη μου και αν κάνω κάποιο θα το επεξεργάζομαι βαθιά, θα μαθαίνω από αυτό, θα αντιμετωπίζω τις συνέπειες και από τα βάθη της ψυχής μου θα περιμένω καρτερικά το συγγνώμη μου να διαδεχτεί τη συγχώρεσή σου.
Πώς να σε αποκαλέσω φίλο μου, δείχνοντάς σου τα αληθινά  αισθήματά για σένα και να το πιστέψεις; Όταν ακούς να λέω φίλους ανθρώπους που δε με ξέρουν όσο εσύ, δε με νοιάζονται, δε με προσέχουν, δεν έχουν ζήσει όσα εσύ μαζί μου; Πώς να αντιληφθείς ότι εσένα σε ξεχωρίζω από τους άλλους και να πιστέψεις ότι είσαι σημαντικός για μένα; Γι’ αυτό θα σταματήσω να εκθέτω τον εαυτό μου στους πολλούς, θα σταματήσω να προσδοκώ τη γενική αποδοχή και σύνδεσή μου με ανθρώπους που δεν αγγίζουν την καρδιά μου, που δεν αξίζουν την προσοχή μου. Θα θέσω κριτήρια αυστηρά, γιατί διακυβεύω πολλά, τον ίδιο μου τον εαυτό, μα κι εσένα που περιμένεις από μένα βαθιά συναισθήματα και αναγνώριση της αξίας σου.

Συγνώμη φίλε μου, σ’ αγαπώ…


Γράφει η  Χαρά Κουλοπούλου





ΠΗΓΗ...http://www.o-klooun.com

«Η πραγματική μοναξιά βρίσκεται σ' ένα τόπο όπου ζει κανείς για τον εαυτό του, όπου δηλαδή ο ξένος είσαστε εσείς...»


«Μου κόλλησε η ιδέα πως για τους άλλους δεν ήμουνα αυτός που ως τώρα φανταζόμουνα μέσα μου πως ήμουνα..»

«Η πραγματική μοναξιά βρίσκεται σ'ένα τόπο όπου ζει κανείς για τον εαυτό του και που για σας δεν έχει ούτε ίχνη, ούτε φωνή, όπου δηλαδή ο ξένος είσαστε εσείς...»

«Και κάθε πράγμα που διαρκεί, φέρνει μαζί του την τιμωρία της μορφής του, την τιμωρία να'ναι έτσι και να μην μπορεί να'ναι αλλιώς.»

«Εξακολουθούσα να περπατάω, όπως βλέπετε, με τέλεια συνείδηση πάνω στην υποδειγματική οδό της τρέλας, που'ταν ακριβώς ο δρόμος της πραγματικότητας για μένα...»

«Συγχωρήστε με αν μιλάω κάποιες στιγμές με τον τρόπο πού μιλούν οι φιλόσοφοι. Σάμπως όμως είναι ή συνείδηση κάτι απόλυτο πού μπορεί να αρκεί από μόνη της; Αν ήμασταν μόνοι, ίσως ναί. Τότε, όμως, φίλτατοί μου, δεν θα υπήρχε συνείδηση. Δυστυχώς, υπάρχω εγώ, και υπάρχετε κι έσείς. Δυστυχώς.»

Δύο επισκέψεις
Είμαι ευτυχής λοιπόν που μόλις τώρα, ενώ διαβάζετε αυτό το βιβλιαράκι μου με το περιπαιχτικό χαμόγελο που απ’ την αρχή συντρόφευε την ανάγνωσή σας, δύο επισκέψεις, η μια μέσα στην άλλη, ήρθαν ξαφνικά να σας αποδείξουν πόσο χαζό ήταν εκείνο σας το χαμόγελο.

Είσαστε ακόμη αναστατωμένος -σας βλέπω- εξοργισμένος, πληγωμένος για την απαίσια εντύπωση που κάνατε στον παλιό σας φίλο, που τον ξαποστείλατε όταν λίγο αργότερα εμφανίστηκε ξαφνικά ο καινούριος, με μια άθλια δικαιολογία, επειδή δεν αντέχατε πλέον να τον βλέπετε μπροστά σας, να τον ακούτε να μιλάει και να γελάει παρουσία εκείνου του άλλου. Μα πώς; Να τον ξαποστείλετε έτσι, ενώ λίγο πριν φτάσει εκείνος ο άλλος, ευχαριστιόσασταν τόσο να μιλάτε και να γελάτε μαζί του;

Τον ξαποστείλατε. Ποιον; Τον φίλο σας; Σοβαρά πιστεύετε ότι ξαποστείλατε εκείνον;

Σκεφτείτε το λιγάκι.
Τον παλιό σας φίλο, μέσα του και για τον εαυτό του, δεν υπήρχε κανένας λόγος να τον ξαποστείλετε, με το που εμφανίστηκε ξαφνικά ο καινούριος. Οι δυο τους, μεταξύ τους, δεν γνωρίζονταν καθόλου· εσείς παρουσιάσατε τον έναν στον άλλον· και θα μπορούσαν να παραμείνουν μαζί κανένα μισάωρο στο σαλόνι σας να κουβεντιάζουν περί ανέμων και υδάτων. Καμία αμηχανία ούτε για τον έναν ούτε για τον άλλον.

Την αμηχανία τη νιώσατε εσείς, και γινόταν όλο και πιο ζωντανή και δυσβάσταχτη, όσο μάλιστα τους βλέπατε εκείνους τους δύο σιγά-σιγά να συμφιλιώνονται μεταξύ τους για να κάνουν μαζί μια συμφωνία. Τη σπάσατε αμέσως εκείνη τη συμφωνία. Γιατί; Μα επειδή εσείς (ακόμη δεν λέτε να το καταλάβετε;) εσείς, ξαφνικά, δηλαδή με την άφιξη του καινούριου σας φίλου, ανακαλύψατε δύο, τον έναν τόσο διαφορετικό απ’ τον άλλον, που αναγκαστικά κάποια στιγμή, μην αντέχοντας πλέον, έπρεπε να ξαποστείλετε κάποιον. Όχι τον παλιό σας φίλο, όχι· ξαποστείλατε τον ίδιο σας τον εαυτό, εκείνον τον έναν που είστε για τον παλιό σας φίλο, διότι τον αισθανθήκατε εντελώς διαφορετικό από εκείνον που είστε ή που θέλετε να είστε για τον καινούριο.

Ασύμβατοι μεταξύ τους δεν ήταν εκείνοι οι δύο, ξένοι ο ένας στον άλλον, αρκετά καλότροποι και οι δύο και φτιαγμένοι ενδεχομένως να συνεννοηθούν θαυμάσια· αλλά εσείς οι δύο που ξαφνικά ανακαλύψατε στον ίδιο σας τον εαυτό.

Δεν μπορέσατε ν’ ανεχτείτε ότι τα πράγματα του ενός είχαν μπλεχτεί μ’ εκείνα του άλλου, χωρίς αυτά να έχουν κυριολεκτικά τίποτα το κοινό μεταξύ τους. Τίποτα, τίποτα, αφού για τον παλιό σας φίλο εσείς έχετε μια πραγματικότητα και για τον καινούριο μια άλλη, τόσο διαφορετικές στο σύνολό τους ώστε ν’ αντιλαμβάνεστε ο ίδιος ότι, όταν απευθυνόσασταν στον έναν, ο άλλος θα έμενε να σας κοιτάζει άναυδος· δεν θα σας αναγνώριζε πλέον· θα φώναζε στον εαυτό του:

«Μα πώς; Αυτός είναι; Έτσι είναι;»

Και μέσα στην αφόρητη αμηχανία που βρισκόσασταν, έτσι, δύο, ταυτόχρονα, αναζητήσατε μια άθλια δικαιολογία για ν’ απελευθερωθείτε, όχι απ’ τον έναν από εκείνους, αλλά απ’ τον έναν εκ των δύο που εκείνοι οι δύο σας ανάγκαζαν να είστε την ίδια στιγμή.

Άντε, άντε, γυρίστε να διαβάσετε αυτό το βιβλιαράκι μου, χωρίς πλέον να χαμογελάτε όπως κάνατε μέχρι τώρα.

Πιστέψτε επίσης ότι, αν μπόρεσε να σας προκαλέσει κάποια δυσαρέσκεια η εμπειρία που μόλις τώρα είχατε, δεν είναι τίποτα αυτό, αγαπητέ μου, διότι εσείς δεν είστε μονάχα δύο, αλλά ποιος ξέρει πόσοι, χωρίς να το ξέρετε, και νομίζετε ότι είστε πάντοτε ένας.

[...]
Luigi Pirandello, «Ένας, κανένας και εκατό χιλιάδες» -αποσπάσματα





ΠΗΓΗ...http://www.o-klooun.com

Έρμαν Έσσε - Όλοι οι θάνατοι


Έρμαν Έσσε - Όλοι οι θάνατοι

Μέχρι στιγμής έχω γευτεί όλους τους θανάτους 
και θα πεθάνω γι' άλλη μια φορά 
γνωρίζοντας το θάνατο του ξύλου μες στο δέντρο , 
το θάνατο της πέτρας στο βουνό , 
το θάνατο της γης στην άμμο ,
το θάνατο των φύλλων στου θερινού χόρτου το θρόισμα 
κι ακόμα το φτωχό , αιματηρό θάνατο του ανθρώπου . 

Όμως θα ξαναγεννηθώ ανθός , 
δέντρο και χλόη θα ξαναγεννηθώ ,
ψάρι κι ελάφι πούλι και πεταλούδα .
Και μέσ' από την όποια μου μορφή 
η νοσταλγία θα μ' ανεβάσει και θα φτάσω 
τον ύστερο πια πόνο 
τον πόνο των ανθρώπων . 

Μετάφραση : Ανδρέας Αγγελάκης 





ΠΗΓΗ...http://logocafe.blogspot.gr

Το να είσαι εσωστρεφής, δε σημαίνει ότι είσαι ντροπαλός.


«Όταν ήμουν εννιά χρονών πήγα στην καλοκαιρινή κατασκήνωση για πρώτη φορά. Η μητέρα μου έφτιαξε μια βαλίτσα γεμάτη βιβλία, πράγμα που μου φαινόταν απολύτως φυσιολογικό γιατί στην οικογένειά μου ήταν κύρια ομαδική δραστηριότητα. Κι αυτό μπορεί να σας ακούγεται αντικοινωνικό, απλά για εμάς ήταν ένας διαφορετικός τρόπος κοινωνικότητας.  Έχεις τη ζωώδη ζεστασιά της οικογένειάς σου, να κάθεται δίπλα σου, αλλά παράλληλα είσαι ελεύθερος να περιπλανιέσαι στη γη της περιπέτειας μέσα στο μυαλό σου. Και θεωρούσα ότι η κατασκήνωση θα είναι ακριβώς έτσι, αλλά κι ακόμα καλύτερη.
Είχα μια εικόνα 10 κοριτσιών να κάθονται σε μία σκηνή διαβάζοντας βιβλία και φορώντας ασορτί νυχτικά. Η κατασκήνωση ήταν σαν πάρτι, αλλά χωρίς αλκοόλ. Και την πρώτη κιόλας μέρα η σύμβουλος μας μάζεψε όλες μαζί και μας έμαθε μια κραυγή που μας είπε ότι έπρεπε να λέμε κάθε μέρα, για το υπόλοιπο Καλοκαίρι, προκειμένου ν’ανεβάσουμε το ηθικό της κατασκήνωσης. Αν και δεν ήμουν ενθουσιασμένη με το εγχείρημα, έλεγα την κραυγή μαζί μ’όλες τις άλλες, περιμένοντας πότε θα’ρθει η ώρα που θ’αποσυρθώ να διαβάσω με την ησυχία μου τα βιβλία μου.
Την πρώτη μέρα που’βγαλα το βιβλίο απ’τη βαλίτσα μου, με πλησίασε το πιο κουλ κορίτσι της παρέας και μου είπε:
– Γιατί είσαι τόσο ήσυχη;
Δεν απάντησα, αλλά έβαλα τα βιβλία στη βαλίτσα μου και τ’άφησα εκεί για όλο το υπόλοιπο Καλοκαίρι. Κι αισθανόμουν λίγο ένοχη γι’αυτό, γιατί ένιωθα ότι τα βιβλία μου με χρειάζονται μ’έναν τρόπο. Ότι με φώναζαν κι εγώ τα εγκατέλειπα.
Τώρα σας λέω την ιστορία με την κατασκήνωση, ενώ μπορώ να πω άλλες 50 ίδιες μ’αυτή, για να σας εξηγήσω πως κάθε φορά που λάμβανα το μήνυμα ότι ο ήρεμος κι εσωστρεφής τρόπος ζωής μου δεν ήταν απαραίτητα σωστός, ότι θα’πρεπε να προσπαθήσω να’μαι πιο εξωστρεφής, προσπαθούσα να είμαι. Βαθιά μέσα μου, όμως, ήξερα ότι αυτό ήταν λάθος κι ότι οι εσωστρεφείς μια χαρά ήταν όπως ήταν.
Αλλά για χρόνια αρνιόμουν την διαίσθησή μου κι έτσι έγινα δικηγόρος αντί να γίνω συγγραφέας, όπως ονειρευόμουν, εν μέρει γιατί ήθελα ν’αποδείξω στον εαυτό μου ότι ήμουν δυναμική.
Θυμάμαι ότι πήγαινα σε μπαρ με πολύ κόσμο για ποτό αντί να κάτσω σπίτι με φίλους που το προτιμούσα. Κι έκανα όλες αυτές τις επιλογές αυταπάρνησης τόσο αντανακλαστικά που δεν είχα συναίσθηση ότι τις έκανα. Αυτό είναι κάτι που κάνουν πολύ εσωστρεφείς. Κι είναι εις βάρος τους, βέβαια, αλλά είναι, επίσης, εις βάρος των συναδέλφων τους κι εις βάρος των κοινοτήτων μας. Και με κίνδυνο να ακουστώ υπερβολική, είναι εις βάρος του κόσμου. Γιατί όταν πρόκειται για δημιουργικότητα και ηγεσία χρειαζόμαστε τους εσωστρεφείς να κάνουν αυτό που ξέρουν να κάνουν καλύτερα.
Όλοι, από μικροί, καταπιέζουμε την εσωστρέφειά μας, γιατί έτσι έχουμε μάθει από την κοινωνία. Το να είσαι εσωστρεφής, δεν σημαίνει ότι είσαι ντροπαλός. Η ντροπή έχει να κάνει με τον φόβο της κοινωνικής κρίσης. Η εσωστρέφεια έχει να κάνει περισσότερο με το πώς αντιδράς σε κοινωνικά ερεθίσματα. Οι εξωστρεφείς επιθυμούν μεγάλες ποσότητες εξωτερικών ερεθισμάτων, ενώ οι εσωστρεφείς αισθάνονται πιο ικανοί και σ’εγρήγορση όταν βρίσκονται σ’ένα ήρεμο περιβάλλον. Σε μια κουλτούρα όπου η κοινωνικότητα κι η εξωστρέφεια θεωρούνται τα μεγαλύτερα πλεονεκτήματα, η εσωστρέφεια μπορεί να’ναι δύσκολη, ακόμα και ντροπιαστική.
«Ντρέπεται», σπεύδουν να εξηγήσουν γονείς μ’απολογητικό βλέμμα όταν τα παιδιά τους σωπαίνουν, χαμηλώνουν το βλέμμα ή κρύβονται, αρνούμενα να υποταχθούν στους κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς. Η συστολή δεν ανήκει στις ιδιότητες που ενισχύουν τη γονεϊκή υπερηφάνεια, οπωσδήποτε, όμως, είναι προτιμότερη απ’την αγένεια ή, ακόμα χειρότερα, την αντικοινωνικότητα. Με την αυτοπροβολή και τις δημόσιες σχέσεις να’χουν αναχθεί σε ύψιστες αξίες, γονείς και εκπαιδευτικοί εύλογα τείνουν να επιβραβεύουν την εξωστρέφεια, την αυξημένη κοινωνικότητα και τη λεκτική επιδεξιότητα, ακόμα και στις πολύ νεαρές ηλικίες.
Η εσωστρέφεια – μαζί με τα “ξαδέλφια” της, την ευαισθησία, τη σοβαρότητα και τη συστολή – έχει γίνει πια ένα χαρακτηριστικό προσωπικότητας δευτεροκλασάτο. Κάτι μεταξύ απογοητευτικού και παθολογικού. Η εξωστρέφεια, ως τύπος προσωπικότητας, είναι εξαιρετικά γοητευτική. Την έχουμε, όμως, μετατρέψει σε καταπιεστικό δεδομένο, με το οποίο οι περισσότεροι νιώθουμε πως οφείλουμε να συμμορφωθούμε.
Ας σκεφτούμε όμως πως τουλάχιστον ένας στους τρεις ανθρώπους που γνωρίζουμε είναι εσωστρεφής. Είναι τα άτομα που προτιμούν να ακούνε παρά να μιλάνε. Να διαβάζουν παρά να ξεφαντώνουν. Καινοτομούν και δημιουργούν, χωρίς να επιδιώκουν την προσωπική τους προβολή. Αποδίδουν καλύτερα όταν σκέφτονται μόνοι τους παρά σε ομάδες. Συχνά περνάνε απαρατήρητοι…».
Κι όμως, η ιστορία είναι γεμάτη από σπουδαίους εσωστρεφείς:
Από τον Μαχάτμα Γκάντι, τον Μαρσέλ Προυστ και τον Άλμπερτ Αϊνστάιν μέχρι την Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και τον Γουόρεν Μπάφετ. Κι από πολλούς αφανείς, αλλά σημαντικούς, όπως τον άντρα σου ή τη γυναίκα σου, το παιδί σου ή τους γονείς σου. Ακόμα και τον ίδιο σου τον εαυτό.
Οι εσωστρεφείς είναι παντού.
Χωρίς τους εσωστρεφείς, θα είχαμε στερηθεί σημαντικές ανακαλύψεις, μοναδικά έργα τέχνης και πολιτικά κινήματα. Χωρίς αυτούς δεν θα είχε διατυπωθεί ποτέ η θεωρία της σχετικότητας. Δεν θα είχε γραφτεί το 1984. Δεν θα υπήρχαν τα Ηλιοτρόπια του Βαν Γκογκ.

Απόσπασμα από την ομιλία της  Σούζαν Κέιν (Susan Cain), δικηγόρου και συγγραφέως του best seller «Η δύναμη των εσωστρεφών»
Επιμέλεια Λίνα Παπαδοπούλου





ΠΗΓΗ...http://www.anapnoes.gr

Η Ελλάδα πάντα από κάπου αιμορραγεί.


Της Δικαίας Μαραβέλια.

Αγαπητέ μου Έλληνα, ξέρεις από τότε που η Ελλαδίτσα μας θυμάται τον εαυτό της, πάντα από κάπου αιμορραγεί.

Τραβάς εσύ από την μια, τραβούν οι υπόλοιποι από την άλλη και τώρα είναι η ώρα που χρειάζεται την καλύτερη περίθαλψη γιατί αιμορραγεί στο κέντρο της.

Οι αξίες μας, ο πολιτισμός μας, η ψυχή μας, εμείς οι ίδιοι αφήσαμε να μας τα πάρουν… και τώρα απαιτείς να στα επιστρέψουν. 
Φοβάσαι να πεις δημόσια, ότι φοβάσαι για τα παιδιά σου;
Ξέρεις φοβάμαι, που φοβάσαι. Φοβάμαι που νομίζεις ότι τα θέματα που απασχολούν ολόκληρο τον πλανήτη δεν σε απασχολούν.

Ναι ζούμε στην πιο ευλογημένη χώρα στο κόσμο, στην χώρα της δημοκρατίας, στην χώρα που κάνουμε ποστ μόνο, τις σοφίες των σοφών μας, χωρίς να γνωρίζουμε το βαθύτερο νόημα τους.

Φοβάμαι… αλλά είμαι αισιόδοξη. Για τα παιδιά ρε, για τα παιδιά μας!





ΠΗΓΗ...http://www.anapnoes.gr

Ανέραστη ιστορία


Μια πικραμένη χωλή φωταγωγία, από σκιές που δείχνουν το τέλος του πανηγυριού, απλώθηκε στον χώρο. Το μικρό ξωκκλήσι θα βυθιζόταν και πάλι, μετά τη σημερινή μέρα, στη σιωπή. Θα ανάμενε έναν ολάκερο χρόνο για να ξαναζωντανέψει, να ντυθεί με όλον του τον φωτισμό και με τις μουσικές από τους καλεσμένους και πλανόδιους μουσικούς.
Η Άρτεμις, η μητέρα της της έδωκε το όνομα ετούτο να μοιάσει της Θεάς, κούνησε το αριστερό της πόδι σηκώνοντάς το και με τα δυο της χέρια.
Εκ γενετής μ’ ετούτο «το κουσούρι», το αριστερό της πόδι δεν κινιόταν το ρημάδι, ήταν ωσάν κούτσουρο, μονάχα μπορούσε να στηριχτεί κάπως πάνω του, κι αυτή το έπαιρνε με τα δυο της χέρια, το σήκωνε και το πάγαινε μπροστά για να κάνει ένα βήμα.
Προχώρησε λοιπόν η Άρτεμις έξω από τα πληγωμένα φώτα και τους λίγους εναπομείναντες θαμώνες. Άλλοι από αυτούς δεν τέλειωσαν ακόμη, καθώς φαίνεται, τις μακρές συζητήσεις τους και άλλοι κουτσόπιναν βραδαίνοντας, πότε να τελειώσουν τις καράφες τους. Κανείς μάλλον δεν ασχολιόταν με τους μουσικούς ή και τον τραγουδιστή που άρχισε εδώ και μισή περίπου ώρα τους αμανέδες και ίσως αυτή να ήταν η αιτία για την έξαφνη διάλυση της μεγάλης σύναξης.
Η Άρτεμις είχε απομείνει μόνη εδώ και μια ώρα περίπου, η παρέα της κίνησε να συνεχίσει το γλέντι αλλού κι εκείνη καθόταν ηθελημένα έρμη, να κοιτά τα φώτα και να μετρά τη ζωή της. Ήταν δυνατή η Άρτεμις ως χαρακτήρας και δεν ασχολιόταν με τα παλιά, για το πώς γεννήθηκε, για τα παιδικά της και τα μετέπειτα χρόνια, δεν ήταν μεμψίμοιρη και πάντα προσπαθούσε να χαράξει το μέλλον. Όσο μπορούσε, με το ατροφικό της πόδι.
Ήταν πανέμορφη ως κορασίδα η Άρτεμις και τώρα ως νέα πιο έμορφη, με στητή και πανώρια κορμοστασιά, με θείο πρόσωπο που πάνω του κυριαρχούσαν τα τεράστια μελιά μάτια της. Σαν καθόταν ή έμενε στητή δεν υπήρχε περίπτωση να μην σκαλώσουν πάνω της τα μάτια των αντρών. Και τους έρωτές της είχε, κάτι περαστικούς έρωτες που έρχονται και φεύγουν, γιατί μάλλον δεν ήταν έρωτες στιβαροί μα πάνω στο σεξ στηριζόταν. Μα η Άρτεμις δεν αισθανόταν καημένη και δεν λυπόταν για την κατάληξη της κάθε της σχέσης, στην αρχή βέβαια το είχε πάρει πολύ κατάκαρδα, δίκιο τους έδινε τώρα, αυτή ευχαριστιόταν τις στιγμές που ζούσε τον έρωτα και μετά, σαν εκείνος έφευγε για πάντα, κοιτούσε τον ουρανό, κάποιο σύννεφο θα την πλησίαζε πάλι και είναι τα σύννεφα προσωρινά, όσο χαρούμενα και αν είναι.
Ο Αντώνης ήταν από τους πιο ονομαστούς νοικοκυραίους του τόπου, με γυναίκα, τρία παιδιά και πολλά στρέμματα. Αν και είχε περάσει τα πενήντα και ήταν όλα αυτά τα χρόνια στα χωράφια, το παρουσιαστικό του ήταν επιβλητικό. Έμοιαζε πολύ μικρότερος, είχε ευλύγιστο σώμα και μια χιλιάρα μηχανή που την χρησιμοποιούσε για να πηγαίνει στις δουλειές που έπρεπε να τελειώσει γρήγορα. Μεγαλωμένος μέσα στα χωράφια, στα βαμβάκια και στα ζαχαρότευτλα, στις ροδακινιές και στις αχλαδιές, είχε στα χέρια του γερά κρατημένη τη ζωή του. Ρεαλιστής και σφιχτοχέρης ήταν και τα όνειρά του ήταν μικρά για να μπορεί να τα πιάσει.
Καθώς η Άρτεμις προχωρούσε προς τον χώρο που είχε αφημένο το αυτοκίνητό της, εκείνο των αναπήρων, ο Αντώνης προσπαθούσε να βάλει μπρος τη μηχανή του.
«Παναθεμά σε», έλεγε κάπως δυνατά και η μηχανή αρνιόταν να τον υπακούσει. Η Άρτεμις τον πλησίασε, τον κοίταξε μειδιώντας και κάτι πήγε να πει. Σα να το μετάνιωσε και γύρισε να φύγει.
«Μήπως μπορείς να με πας ως το χωριό;» της πέταξε ο Αντώνης. Γύρισε και τον κοίταξε. Από όλους στον τόπο ο Αντώνης ήταν αυτός για τον οποίο λέγαν πως περισσότερο την είχε κακολογήσει. Κι ήταν τα λόγια του βαριά και οι κουβέντες του κακιασμένες χωρίς καμιά τους να κρατά μέσα της έστω ένα χνούδι λύπησης.
«Έλα», του πέταξε.
Το αυτοκίνητο βγήκε από τον χώρο του ξωκλησιού και σαν έπιασε τη δημοσιά ο Αντώνης παρατήρησε στα κλεφτά το πόδι της Άρτεμις. Το γερό της πόδι που πατούσε το γκάζι. Το φουστάνι είχε ένα μεγάλο άνοιγμα και φανερωνόταν όλος ο μηρός περίπου. Ένιωσε τον ανδρισμό του να μεγαλώνει. Κι απέμεινε εκεί να κοιτά. Η Άρτεμις, ρίχνοντάς του μια φευγαλέα ματιά, είδε το βλέμμα του να στηρίζεται πάνω στο πόδι της. Μειδίασε. Πώς της ήρθε, κι έστριψε απότομα το αυτοκίνητο σε ένα πλάτωμα που είχε δεξιά ο δρόμος. Ο Αντώνης παραξενεύτηκε. Την κοίταξε στα μάτια. Είδε τον πόθο της. Εκείνη ένιωσε τη δικιά του ηδονή. Δεν ήταν δύσκολο να συμβεί.
Πέρασε μια βδομάδα από τότε. Κάθε φορά που η Άρτεμις περνούσε από τον κεντρικό δρόμο του χωριού ή από την πλατεία, έβλεπε τον Αντώνη να την παίρνει από πίσω με τη μηχανή του. Σαν κάπου στεκόταν ερχόταν δίπλα στο παραθύρι του αυτοκινήτου της, τη ρωτούσε τι κάνει και της χαμογελούσε αινιγματικά. Έλεγαν δυο τρεις κουβέντες και σαν τον ένιωθε πως κάτι περισσότερο ήθελε να της πει, αυτή πατούσε το γκάζι κι εξαφανιζόταν. Νοούσε, εκείνες τις στιγμές που της μιλούσε, το πάθος του. Έβλεπε τον ανδρισμό του να διαγράφεται ξεσηκωμένος. Και σε αυτήν κάποια υγρά γέμιζαν τον χώρο κάτω της.
Σήμερα τον αισθάνθηκε πιο αποφασισμένο.
«Δεν έρχεσαι για έναν καφέ;» της είπε και της έδειξε το καφέ μπαρ δίπλα τους. Η Άρτεμις κρατούσε το τιμόνι γερά και τις ψεσινές της σκέψεις.
«Ίσως είναι μια ευκαιρία. Να σπείρω την καταστροφή του. Ή να πλέξω μαζί του μια πρόσκαιρη ιστορία και όσο πάρει να χαρώ την ηδονή. Ή να τον αφήσω στην ποταπότητά του και να κινήσω, αμέτοχη στο μέλλον του».
Η φωτογραφία του Αντώνη που πηδούσε μια γυναίκα ριγμένη στα τέσσερα και με τα μαλλιά της να της κρύβουν το πρόσωπο, έκανε θραύση στο διαδίκτυο. Η εικόνα αυτή διάβηκε και κάθισε στο κατώφλι του νου της Άρτεμις. Κοίταξε τον Αντώνη αινιγματικά και προσπάθησε μέσα της να μετρήσει το μέγεθος της κακίας της. Αυτής που κουβαλά την εκδίκηση.

Θεόδωρος Πάλλας





ΠΗΓΗ...https://tovivlio.net

Αν σε αγαπούν επειδή σε χρειάζονται… δεν σε αγαπούν. Σε χρειάζονται


Αν νιώθεις πως για να αγαπηθείς, πρέπει να δίνεις και να είσαι χρήσιμος… δεν σε αγαπάς. Σε χρησιμοποιείς.

Υπάρχουν άνθρωποι που θα αγαπήσουν αυτό που τους δίνεις και όχι εσένα.

Άνθρωποι που θα γυρνούν κοντά σου γιατί έχουν ανάγκη τον θησαυρό σου, το φως σου, την αγάπη σου. Όχι εσένα.

Άνθρωποι που θα είναι ερωτευμένοι με τον έρωτά σου.

Θα μάθεις να τους ξεχωρίζεις… όταν μάθεις να αγαπάς δίχως την ανάγκη να είσαι χρήσιμος.

Θα τους αναγνωρίζεις όταν μπορέσεις να αγαπήσεις δίνοντας ελευθερία… στον εαυτό σου και στον άλλο.

Ελευθερία να είσαι αυτό που είσαι. Ελευθερία να είναι αυτός που είναι. Είτε όταν εσύ δίνεις… είτε όταν σταματάς.

Την σχέση δε τη διαμορφώνουν αποκλειστικά όσα δίνουμε. Αλλά και εκείνα που δε δώσαμε ακόμα ή που δε θα δώσουμε ποτέ.

Γιατί μέσα σου, κρυφά, σιωπηλά, περιμένεις τον άνθρωπο που θα σε αγαπήσει όπως και αν είσαι, ό,τι και αν έχεις.

Εκείνον που θα αισθάνεται όταν σε κοιτάζει, όταν σε ακούει, όταν σε αγγίζει, όταν σε βλέπει να φρικάρεις, όταν θυμώνεις, όταν αποστασιοποιείσαι, όταν τσαλακώνεσαι, όταν είσαι οι 1000 και 1 εαυτοί σου.

Εκείνον που θα αγαπάει εσένα… όχι το πόσο όμορφο τον κάνει η αγάπη σου.

Υ.Γ: Το να προσφέρεις είναι ένα κομμάτι της αγάπης σου, όχι ολόκληρη η αγάπη. Μάθε να δέχεσαι αγάπη, όχι μόνο να προσφέρεις.

Συγγραφέας Χαρά Βλαχοδήμου





ΠΗΓΗ...http://enallaktikidrasi.com

Λίγη ζωή ακόμα


Κάποτε ο θάνατος διάλεξε τέσσερις ανθρώπους 
και τους φανέρωσε το πώς θα πεθάνουν. 
Και οι τέσσερις θα διάβαζαν ένα βιβλίο. 
Θα ερχόταν σ'αυτούς λοιπόν, μόνο όταν διάβαζαν το τέλος του.

Ο πρώτος, δίχως δεύτερη σκέψη, δεν το διάβασε διόλου, 
παρά μόνο το πήρε και το έριξε στη φωτιά για να ξορκίσει το κακό.

Ο δεύτερος, το διάβασε μέχρι λίγο πριν το τέλος
και δίχως περιέργεια το άφησε από τα χέρια του.

Ο τρίτος όμως δεν ησύχαζε. Το μυαλό του έκοβε κι έραβε σενάρια και εκδοχές.
Οπότε μετά την τελευταία λέξη που πέρασε απ τα μάτια του, παραδόθηκε.

Κι ο τέταρτος ξεκίνησε το βιβλίο ανάποδα. 
Από το τέλος ως την αρχή. Έμαθα πως έζησε.

Δεν κατάλαβα όμως αν έφταιξε η ευφυΐα του ή αν απλά διάβαζε το λάθος βιβλίο.  

Γκουτσίδου Κορίνα





ΠΗΓΗ...http://pic-a-poem.gr

Ο αρμόδιος ενταταλμένος περιφερειακός σύμβουλος Πέτρος Ζέρζης για τα αντιπλημμυρικά έργα της Αλμωπίας


Αναδημοσιεύουμε ανάρτηση από aridaia-gegonota.blogspot.gr  χωρίς καμία παρέμβαση δική μας.


"...Στα capital control  και γενικά τα τραπεζικά προβλήματα απέδωσε την καθυστέρηση στην ολοκλήρωση των αντιπλημμυρικών έργων της Αλμωπίας ο αρμόδιος ενταταλμένος περιφερειακός σύμβουλος Πέτρος Ζέρζης.
 Μιλώντας στο ΡΑΔΙΟ ΑΛΜΩΠΙΑ χαρακτήρισε δικαιολογημένες τις ανησυχίες του κόσμου , αλλά και τον ορατό κίνδυνο που απειλεί και τα έργα που ήδη έχουν γίνει αν δεν ολοκληρωθούν .
 Εκτίμησε ότι τα προβλήματα θα ξεπεραστούν και μέχρι τα Χριστούγεννα  αισιοδοξούν να τελειώσουν .

 Σχολιάζοντας την μετατόπιση της γέφυρας των Προμάχων που οδηγεί στο γήπεδο , αλλά και σε παρακείμενες εγκαταστάσεις , δήλωσε ότι προβλέπεται νέα  γέφυρα με την ολοκλήρωση των εργασιών. Για τον λόγο αυτό δόθηκε προτεραιότητα στην προστασία του Περιφερειακού δρόμου η οποία και επετεύχθη. 

Απαντώντας σε παρατηρήσεις κατοίκων των Προμάχων, ότι το έργο ξεκίνησε ανάποδα, δήλωσε ότι αυτά είναι τεχνικά ζητήματα τα οποία χειρίζονται ο εργολάβος και οι υπεύθυνοι του έργου

Απαντώντας για τις γέφυρες που γίνονται με σωλήνες  και διαρκώς καταστρέφονται, αλλά αποτελούν και μόνιμη πηγή κινδύνων , αφού φράζουν εύκολα, τόνισε ότι είναι ένα θέμα που πρέπει να απασχολήσει και να αναθεωρηθεί."



ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ...