Καλώς ήρθατε στον ιστότοπο του ιστορικού μας χωριού, όπου μπορείτε να δείτε άρθρα, που αφορούν όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού γίγνεσθαι. Περιπλανηθείτε στις αναρτήσεις μας για να ταξιδέψετε σε μια πλούσια ποικιλία θεμάτων που ετοιμάζουμε με μεράκι και αγάπη για τον ευλογημένο μας τόπο.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS
Κλίκ στην εικόνα

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

Ι.Μ Αγίου Ιλαριωνος

Ιερός Ναός Αγίου Ιλαρίωνος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άποψη του χωριού.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άποψη πλατείας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Το μνημείο των ηρώων.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Νερόμυλος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πετροντούβαρο.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Σοκάκι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Ι.Μ Αγίου Ιλαρίωνος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Πανοραμική άποψη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Καταρράκτης.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Αγία Παρασκευή.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Φράγμα.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

"Μπιτσκία".

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης .

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εξωκλήσι.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χορευτικός σύλλογος.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Εκκλησία - κοινότητα.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Το μνημείο των ηρώων.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Άνοιξη.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

ΠΡΟΜΑΧΟΙ

Χειμώνας.

Τρίτη 3 Νοεμβρίου 2020

Η λειτουργία υπηρεσιών του Δήμου Αλμωπίας μετά την επιβεβαίωση δύο νέων κρουσμάτων COVID – 19, σε υπαλλήλους του.



ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΔΗΜΟΥ ΑΛΜΩΠΙΑΣ

Μετά την επιβεβαίωση δύο νέων κρουσμάτων COVID – 19, σε υπαλλήλους του Δήμου, ενημερώνουμε τους πολίτες ότι:

1) Η υπηρεσία Ταμείου θα λειτουργήσει μόνο για επείγουσες πληρωμές. Πιο συγκεκριμένα: 

Από την Πέμπτη 5 Νοεμβρίου θα γίνεται μόνο είσπραξη τελών από διάθεση δασικών προϊόντων, ώστε να εξυπηρετηθούν οι ανάγκες για καυσόξυλα ή άλλου είδους ξυλεία.

Για τις υπόλοιπες οφειλές, θα υπάρξει σχετική παράταση έως το τέλος του μήνα και συγκεκριμένα έως τις 30/11/2020.

2) H Κοινωνική Υπηρεσία και το Κέντρο Κοινότητας, θα παραμείνουν κλειστά για τις επόμενες 14 ημέρες. Οι πολίτες θα μπορούν να εξυπηρετηθούν ηλεκτρονικά, με την αποστολή του αιτήματός τους στo e-mail: social@0598.syzefxis.gov.gr

Επισημαίνεται, ότι με βάση τα ισχύοντα μέτρα προστασίας της δημόσιας υγείας από τον κίνδυνο περαιτέρω διασποράς του κορωνοϊού (ΚΥΑ 69863/ 02/11/2020) η Π.Ε. Πέλλας κατατάσσεται σε επίπεδο αυξημένου κινδύνου (κόκκινο) και ως εκ τούτου, η εξυπηρέτηση του κοινού γίνεται μόνο σε επείγουσες περιπτώσεις και υποχρεωτικά κατόπιν ραντεβού (πληροφορίες στα τηλέφωνα 2384350210 και 2384350211).


Ευχαριστήριο 2ου Γυμνασίου Αριδαίας



 Το 2ο Γυμνάσιο Αριδαίας ευχαριστεί θερμά τους Ταρασίδου Ευτυχία και Μουρατίδη Ιωάννη για την προσφορά αντισηπτικών στο σχολείο μας. 

Ενέργειες όπως η παραπάνω μας εμψυχώνουν στις δύσκολες συνθήκες που δημιούργησε η πρωτόγνωρη για τη χώρα μας υγειονομική κρίση.

Η διευθύντρια και ο Σύλλογος Διδασκόντων 

Ιονέσκο: «Ο Μόνος»


Είναι κουτή αλαζονεία, ίσως να θέλεις να σκέφτεσαι αυτό που δεν είναι για να το σκέφτεσαι.
Όμως δεν υπάρχει αλαζονεία, τι πάει να πει αλαζονεία;
Το γεγονός είναι πως δεν μπορώ να ξεκινήσω.
Πιστεύω πως είμαι στον τοίχο του κόσμου, να ξεχάσω το πέρα από τον τοίχο.
Δεν τ' αποφασίζω να ξεκινήσω από τον τοίχο, ίσως να είναι αρρώστια.
Έμεινα ολομόναχος στημένος σ' αυτό τον τοίχο.
Ολομόναχος σαν ανόητος.
Αυτοί, προχώρησαν, ως και κοινωνίες οργανώνουν, κουτσά στραβά, είναι αλήθεια και υπάρχουν καταπληκτικά μηχανήματα.
Εγώ δεν κάνω τίποτα άλλο έξω από το να κοιτάω τον τοίχο και γυρίζω την πλάτη μου στον κόσμο.
Είχα ήδη αποφασίσει, ναι, να μην σκέφτομαι, μια και δεν μπορεί κανείς να σκέφτεται.
Παράξενο, πιστεύουν πως ο κόσμος, το σύμπαν, η δημιουργία, πιστεύουν πως αυτό είναι εντελώς φυσικό ή φυσιολογικό, δεδομένο.
Κι αυτοί είναι σοφοί κι εγώ ο κακός μαθητής, ο αμόρφωτος.
Είμαστε φυλακή, σίγουρα, είμαστε φυλακή.
Επειδή θέλω να τα μάθω όλα, δεν ξέρω τίποτε.
Άραγε θα καταφέρουν να δώσουν την απάντηση;
Ύστερα από δεκάδες ή εκατοντάδες γενιές θα συλλάβουν το ασύλληπτο, θα μπορέσουν να διανοηθούν το αδιανόητο.
Αν δε σταματάνε να δουλεύουν, να παίρνουν λεωφορεία, να φτιάχνουν βιβλία, να λογαριάζουν, να πηγαίνουν στ' άστρα για να τα κατακτήσουν, αν μικροσκόπια ανακαλύπτουν πως υπάρχει ένα απειροελάχιστο, είναι γιατί σίγουρα νιώθουν, μ' ένα τρόπο ασυνείδητο και φυσικό, πως θα τα καταφέρουν.
Όμως εγώ έχω την εντύπωση πως στηρίζονται πάνω στο μηδέν κι αυτό ακόμη δεν είναι παρά μια λέξη.
Δίνουμε ονομασίες που δεν σημαίνουν τίποτε, σε πράγματα που γι' αυτά δεν έχουμε τίποτε να πούμε.
Το απειροελάχιστο...
Κυριευμένος από το απείρως μεγάλο γιατί να μην αφήσω να με κυριέψει και το απειροελάχιστον...





Πηγή: negrarosanr

ΚΟΛΑΣΜΕΝΕΣ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ~ Σαρλ Μπωντλαίρ



Λάγγεμα απ την χλωμή φεγγιά των λύχνων ξεχυνόνταν,
Και στα βαθιά προσκέφαλα τα μοσχομυρωδάτα ,
η Ιππολύτη τα τρανά τα χάδια ονειρευόταν
που την αυλαία άνοιγαν στ αθώα της τα νιάτα.
Με τα μάτια γύρευε θολά απ της τρικυμίας τη ζάλη
Τον πάναγνο της ουρανό μακριά να ξεχωρίσει ,
Σαν κείνο τον ταξιδευτή που στρέφει το κεφάλι
Στους γαλανούς ορίζοντες που το πρωί είχε αφήσει.
Τα δάκρυα απ τα μάτια της , που πέφταν κουρασμένα ,
Το τσάκισμα , το ξάφνιασμα , η πικρή γλύκα , ο σάλος ,
Τα νικημένα μπράτσα της – όπλα πια πεταμένα ,
Όλα βοηθούσαν , στόλιζαν το τρυφερό της κάλλος .
Κι ολόχαρη στα πόδια της μπροστά , να γαληνεύει ,
Της έριχνε κάτι ματιές όλο φωτιά η δελφίνη .
Σαν ένα αγρίμι δυνατό που λες παραμονεύει
Το θύμα του , αφού δαγκωνιές πάνω του πρώτα αφήνει .

« Ω Ιππολύτη μου , τι λες για αυτή την ιστορία ;
Καταλαβαίνεις τώρα εσύ , χρυσή μου , πως δεν κάνει
Τα πρώτα ρόδα σου τ αγνά να προσφερθούν θυσία
Σ εκείνη τη βαρεία πνοή που θα σου τα μαράνει ;
Εμένα τα φιλιά μου είναι λαφρά ως πεταλουδάκια
Που λίμνες διάφανες, πλατειές , χαϊδεύουν σαν βραδιάζει ,
Και του εραστού σου τα φιλιά θ’ανοίξουν όμοια αυλάκια
Που κάρο , αλέτρι κοφτερό βαθιά τη γη χαράζει .

Και θα περάσουν πάνω σου σαν τα ζευγαρωμένα
βαριά βόδια κι αλόγατα με πέταλα ως μαχαίρι ….
Ω Ιππολύτη αγάπη μου , γύρισε κατά μένα
Εσύ ψύχη μου και κάρδια , μοναδικό μου ταίρι .

Γυρνά σ’εμέ τα μάτια σου που με αστέρι μοιάζουν
Για μια γλυκεία βαλσαμική μάτια σου εγώ θα σκίσω
Τους πέπλους που ανέγνωρες απόλαυσες σκεπάζουν
Και σ ένα ατέλειωτο όνειρο θε να σ΄ αποκομίσω .

Τότε η Ιππολύτη υψώνοντας το παιδικό κεφάλι
ξάφνου η κόρη ανοίγοντας τον άπειρο της πόνο
φώναξε : «νοιώθω μια άβυσσο ν απλώνεται βαθιά μου ,
μια άβυσσο ολάνοιχτη , κι αυτή είν’η κάρδια μου
που σαν ηφαίστειο ολόφλογη κι άπατη σαν τα χάη ,
Στην λάμια τούτη χορτασμό τίποτα δεν θα φέρει !!
μουγκρίζει , κ΄ η ερινύα που πάντα αίμα διψάει,
θα καίει της ως το κόκαλο με το δαυλό στο χέρι
Ας μας χωρίσουν οι κλειστές κουρτίνες απ τα πλήθη
και τα ερωτολαγγέματα τ’ανάπαμα ας μας δώσουν !!
Ω!! θέλω να εκμηδενιστώ μες τα βαθιά σου στήθη
κι απάνω εκεί τα στήθια μου τάφου δροσιά να νιώσουν

(Aπό τη συλλογή «Απαγορευμένα Ποιήματα» του Κάρολου Μπωντλαίρ σε απόδοση Γιώργου Σημηριώτη)

Ποίηση: Κάρολος Μπωντλαίρ
Απόδοση: Γιώργος Σημηριώτης
Σύνθεση: Χρήστος Φολτόπουλος, Γιάννης Βελίκης
Ερμηνεία: Γιάννης Βελίκης (Arpeggios M.P.)

Ηχοληψία – Παραγωγή: Χρήστος Φολτόπουλος.







ΠΗΓΗ...http://subcultures51.rssing.com

Οι νεκροί μας επισκέπτονται (και) ως πασχαλίτσες


Μετά από τόσες μέρες και νύχτες καύσωνα, μετά από ξημερώματα ζεστά και αφυπνίσεις με ιδρωμένο λαιμό, μετά από την καυτή άπνοια της πόλης και την αρρωστιάρικη δροσιά του κλιματιστικού, φάνηκαν αστραπές να φωτίζουν τον ουρανό πάνω απ’ τον Θερμαϊκό.
– Έρχεται βροχή, είπα στην Νέλλη.
– Μυρίζει, είπε εκείνη.
Λίγο μετά ξεκίνησε. Πρώτα το καταλάβαμε απ’ τα φύλλα που σταμάτησαν να είναι ακίνητα. Ύστερα λίγες σταγόνες και κρύος αέρας που σε κάνει να ανατριχιάζεις. Κι ύστερα ξεκίνησε. Στήσαμε τις καρέκλες στο μπαλκόνι, ν’ απολαύσουμε το θέαμα.
Το νερό που πέφτει.
Ένα ζευγάρι στο δρόμο που τρέχει για να γλιτώσει.
– Γιατί τρέχουν; ρωτάει η Νέλλη. Θέλω να κατέβω να περπατήσω στη βροχή.
– Κι εγώ.
Αλλά δεν πηγαίνει. Ούτε κι εγώ.

~~()~~

Θυμάμαι μια νύχτα, πριν πολλά χρόνια. Ήταν η αρχή του καλοκαιριού της ζωής μου, είκοσι χρονών και κάτι λίγα. Ήταν και καλοκαίρι.
Καθίσαμε με τον Νίκο σ’ ένα ουζερί, σε μια πλατεία. Πίναμε και μιλούσαμε, για τα μικρά ταξίδια που είχαμε κάνει και τα μεγαλύτερα που ονειρευόμασταν να κάνουμε. Η ώρα περνούσε και δεν μας ένοιαζε. Δεν είχαμε να ξυπνήσουμε το επόμενο πρωινό για να πάμε στη δουλειά, ούτε μας ενδιέφερε αν περνούσε ο χρόνος.
Δεν βιαζόμασταν, ήταν καλοκαίρι. Εποχιακά και ηλικιακά.
Το μαγαζί έκλεισε. Πήραμε δυο καραφάκια για καβάντζα, πήραμε και πάγο, και κάτσαμε έξω, στα παγκάκια.
– Θα πάω στη Χιλή, του είπα.
– Εγώ Ρωσία. Μπορεί και Ιαπωνία.
Όπως αστράφταν στο μυαλό μας τα τοπωνύμια κι οι χώρες, ξεκίνησε ν’ αστράφτει κι ο ουρανός. Λίγες ψιχάλες ιχνηλάτες και μετά ακολούθησε το κυρίως σώμα του στρατού. Στην πλατεία, στα μαγαζιά που ήταν ακόμα ανοιχτά, οι πελάτες σηκώθηκαν κι άρχισαν να τρέχουν πανικόβλητοι προς όλες τις κατευθύνσεις.
Εμείς μείναμε να τελειώσουμε το ούζο -υπό βροχή. Ο πάγος είχε τελειώσει, αλλά τα όμβρια ύδατα έπεφταν στο αλκοόλ κι έκαναν λευκούς λεκέδες. Προσπαθούσαμε να προστατέψουμε τα τσιγάρα μας, αλλά αυτά έλιωναν στη χούφτα μας κι ο αναπτήρας δεν άναβε μετά από λίγο.
Έτσι μουσκεμένοι και μεθυσμένοι, από ούζο και νιάτα, σηκωθήκαμε αργά να φύγουμε. Ήμασταν οι μόνοι που δεν έτρεχαν να γλιτώσουν. Να γλιτώσεις από τι; Απ’ τη ζωή;
Μόνο κοιτούσαμε τον ουρανό και γελούσαμε, τον ευχαριστούσαμε για το δώρο, που τότε μάλλον δεν ξέραμε ακόμα ποιο είναι. Εγώ, τουλάχιστον, δεν ήξερα. Έπρεπε να ζήσω για να μάθω.
Ο Νίκος ίσως να ήξερε, αλλά σκοτώθηκε πριν να μου το πει.

~~{}~~

Το μπουρίνι σταματάει, έτσι απότομα όπως ξεκίνησε.
– Αυτό ήταν; ρωτάει η Νέλλη.
– Τέλειωσε, της απαντάω.
Και δεν ξέρω, είναι λες και βλέπω το μέλλον, όποτε και να ‘ρθει, γιατί σίγουρα κάποια στιγμή θα έρθει.
– Αυτό ήταν; να ρωτάει η Νέλλη με άσπρα μαλλιά.
– Τέλειωσε, να της απαντάω εγώ, ένας γερο-εγώ με μασέλα και Πάρκινσον.
Αλλά θα ήθελα εκείνη τη στιγμή, όταν θα πω τα τελευταία λόγια, τετέλεσθαι, να νιώθω την ίδια ευγνωμοσύνη, όπως σήμερα, για το μπουρίνι.
Ναι, δεν διαρκεί πολύ, σχεδόν καθόλου, όταν το βλέπεις απ’ το τέλος προς την αρχή. Αλλά χώρεσε όλες εκείνες τις ανατριχίλες που σ’ έκαναν να απολαύσεις το «σχεδόν καθόλου».

~~{}~~

Δεν βρέχει πια, αλλά η δροσιά συνεχίζεται. Για πόσο ακόμα;
Σκέφτομαι όλους αυτούς τους φίλους που έφυγαν νωρίς, πριν καν τελειώσει το καλοκαίρι. Ονόματα και πρόσωπα και κουβέντες και χαμόγελα και υποσχέσεις και όνειρα και θα-τα-πούμε και μετά…
Αυτό που δεν είχα καταλάβει τότε, όταν περπατούσα με τον Νίκο κοιτώντας τη βροχή, μουσκεμένος ως την ψυχή, ήταν αυτό το «για πόσο ακόμα;»
Δεν θα είναι πολύ, όσα χρόνια κι αν διαρκέσει.
Η ζωή είναι ένα σύντομο κι απρόοπτο μπουρίνι, ανάμεσα σε δύο κλιματιζόμενους καύσωνες.
Μην καταριέσαι τη ζέστη ούτε τη βροχή. Είναι προνόμιο να τα ζήσεις όλ’ αυτά, είναι προνόμιο και τύχη να ζεις. Κι ας μην κάνεις όσα θα ήθελες.
Η ζωή δεν μετριέται σε μιλιγκράμ ευτυχίας και επιτυχίας. Δεν μπορεί να μετρηθεί, γιατί εξατμίζεται πριν προλάβεις να βγάλεις τη μεζούρα.

~~

Έχει δροσιά ακόμα, αλλά ίσως να μην κρατήσει ως το πρωί.
Τι σημασία έχει; Πρόλαβες να ανατριχιάσεις. Πρόλαβες να πιεις ένα ούζο με νερό της βροχής. Πρόλαβες να ερωτευτείς.
Δεν γίνεται να βρέχει για πάντα.

~~

Πατάω αποθήκευση και πριν κλείσω τον υπολογιστή γυρνάω για να πιω μια γουλιά κρασί. Μια μικρή πασχαλίτσα έχει κάτσει στην άκρη του ποτηριού μου και μεθάει με τα υπολείμματα κρασιού. Μια πασχαλίτσα μες το καλοκαίρι;
Μπορεί τελικά οι νεκροί φίλοι να μη γυρνάνε μόνο ως νυχτοπεταλούδες.
Να τους δίνει ο θεός επιλογές: Νυχτοπεταλούδα, πασχαλίτσα, μάντης, αράχνη, κουνούπι.
Πριν πάω για ύπνο θα κάνω μια σπονδή, για τους νεκρούς, για να πιούνε κι αυτοί. Όλοι έχουν έναν νεκρό στην άκρη απ’ τα χείλη τους.

-Αποθήκευση-

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Το γκράφιτι «Coloured rain», είναι του Banksy.








Ονειροπολώντας στο μπουντρούμι

Είναι μια σκηνή από το «Δόκτωρ Ζιβάγκο», του Ντέιβιντ Λιν. Η μόνη σκηνή της ταινίας που θυμάμαι. Όπου ο πρωταγωνιστής με την οικογένεια του έχουν κλειστεί σ’ ένα τρένο που τους μεταφέρει στην εξορία.Κάποια στιγμή ο Ομάρ Σαρίφ ανοίγει ένα μικρό παράθυρο και κοιτάζει το φεγγάρι. Το τρένο προχωράει για τις παγωμένες στέπες της Σιβηρίας κι αυτός, χωρίς θλίψη, αλλά με τα μάτια βουρκωμένα από το θέαμα, θαυμάζει το φεγγάρι.
~~{}~~
Η γενιά του Άβελ.Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που έχουν ταλέντο στην…  πραγματικότητα.Τους αναγνωρίζεις πολύ εύκολα, απ’ τα υπέροχα ρούχα τους, το υπέροχο αυτοκίνητο τους, την υπέροχη οικογένεια τους και την υπέροχη ζωή τους.Είναι αυτοί που έχουν πάντα δίκιο. Πατάνε γερά στη γη κι ο κόσμος τους ανήκει.Ποτέ δεν έχουν αμφιβολίες.
Ποτέ δεν σπαταλάνε τον πολύτιμο χρόνο τους.
Ποτέ δεν τεμπελιάζουν, μόνο ξεκουράζονται.
Ποτέ δεν ονειροπολούν, μόνο κάνουν σχέδια.
Ποτέ δεν προσπαθούν για κάτι, απλά το καταφέρνουν.
Ποτέ δε ρεμβάζουν, μόνο σκέφτονται.
Ποτέ κανείς δεν τους βοηθάει, παρά βοηθάνε όλους τους άλλους.
Ποτέ δε χάνουν, γιατί η λέξη «ήττα» δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο τους.
Κι αν κάποτε αστοχούν στις προβλέψεις τους, αυτό δεν είναι ποτέ δικό τους λάθος, αλλά απόρροια της αναγκαστικής συνεργασίας με ανθρώπους που δεν είναι τόσο υπέροχοι όσο εκείνοι.
~~{}~~
Ένα καλό παράδειγμα τέτοιων ανθρώπων είναι οι πολιτικοί. Είναι οι άνθρωποι που έκλεισαν τον Δόκτωρ Ζιβάγκο –καθώς και τον Παστερνάκ, το συγγραφέα του βιβλίου- σε ένα βαγόνι για τη Σιβηρία.
Όμως –όπως όταν ακούς έναν τραγουδιστή με «άψογη» φωνή και άρθρωση, που χειροκροτείς στο τέλος χωρίς να έχεις συγκινηθεί ούτε για μια στιγμή- δεν υπάρχει τίποτα πιο απάνθρωπο, πιο τεχνητό, από την τελειότητα.
Στη λογοτεχνία, το σημαντικότερο μυθιστόρημα όλων των εποχών θεωρείται εκείνο όπου ο ήρωας είναι τρελός και πεθαίνει στη Μάντσα αποκηρύσσοντας ακόμα και την τρέλα του.
Η αμφιβολία, η ονειροπόληση, η πίστη στο αδύνατο και στο μαγικό, η ελπίδα και η επίγνωση της ματαιότητας ταυτόχρονα, είναι το αντίδοτο στην αδυναμία προσαρμογής στην πραγματικότητα, γιατί υπάρχουν κάποιοι που δεν μπορούν να την αποδεχτούν.
~~{}~~
Η γενιά του Κάιν
Άνθρωποι με όνειρα, φιλοδοξίες, ταπεινή καταγωγή, ευσυνείδητοι, αιθεροβάμονες, απροσάρμοστοι, αυτοκαταστροφικοί, κυκλοθυμικοί, πολλές φορές και μανιοκαταθλιπτικοί, επιπόλαιοι, γενναιόδωροι, σπάταλοι, άφραγκοι,  ανικανοποίητοι, αντικοινωνικοί, με λάθος ημερομηνία και τόπο γέννησης, απογοητευμένοι.
Με ατενές βλέμμα, αλαφροΐσκιωτοι και νεραϊδοπαρμένοι, περιφέρονται στα άλση κραδαίνοντας την άρπα τους.
Ποιητές στίχων που κανείς δε θα μελοποιήσει, τροβαδούροι ασμάτων που ποτέ δε θα ηχογραφηθούν, ζωγράφοι νεκρών τοπίων που κανένα μουσείο δε θα αγοράσει, ιδανικοί κι ανάξιοι εραστές, χορευτές χωρίς μουσική συνοδεία και χωρίς παρτενέρ, ηθοποιοί κάτω από σβηστά φώτα, σε κενές αίθουσες.
~
Αυτοί οι άφρονες κι άσωτοι υιοί και θυγατέρες έχουν βρει διάφορους τρόπους για ν’ αναπτερώνουν το ηθικό τους. Καθείς και τα όπλα του.
Τσιγάρο, αλκοόλ, φαΐ, παραισθησιογόνα, οπιούχα, βαρβιτουρικά, σαδομαζοχισμός, ρώσικη ρουλέτα, ελεύθερη πτώση –με ή χωρίς αλεξίπτωτο, αυτοκτονία, ανατολική φιλοσοφία, γιόγκα, χουλιγκανισμός, ληστείες τραπεζών, επιστροφή στη φύση, γυμνισμός, εθελοντικός εγκλεισμός σε ψυχιατρείο, πατάτες τηγανιτές, συλλογή γραμματοσήμων, πλέξιμο, βελονισμός, αυτοακρωτηριασμός, τριχοτηλομανία, σύνδρομο Κοτάρ, κάποιοι καλλιεργούν γενειάδες, άλλοι γίνονται φύλακες στη σίκαλη, εκτρέφουν ιππόκαμπους, σκοτώνουν τους ιππόκαμπους όταν γεράσουν, διασχίζουν τη Μάγχη οπισθάγκωνα δεμένοι, παριστάνουν τον Γουλιέλμο Τέλλο με ένα ποτήρι σαμπάνιας στο κεφάλι της γυναίκας τους, αστοχούν.
~
Μπορείτε να τους δείτε παντού τριγύρω σας.
Αρκεί ν’ ανοίξετε τα μάτια σας και να παρατηρήσετε τον κόσμο.
Είναι εκείνοι οι συμμαθητές που αγνοούσατε την ύπαρξη τους, είναι τα παιδιά που στέκουν μόνα στην άκρη της παιδικής χαράς, είναι τα κορίτσια της συγγνώμης, τ’ αγόρια που δεν κατάφεραν ποτέ να βάλουν καλάθι.
Είναι κάποιες κουρτίνες σε σκοτεινά δωμάτια που παραμερίζουν για μια στιγμή, είναι ο άνθρωπος που κάθεται δίπλα μας στο λεωφορείο και ξαφνικά αρχίζει να γελάει, είναι αυτός που περπατάει κάτω απ’ τη βροχή με το πρόσωπο στραμμένο προς τα σύννεφα, είναι το μαύρο πρόβατο κάθε οικογένειας, είναι ο μουσικός που στήνει μεγαλειώδεις συναυλίες στο πεζοδρόμιο, καθώς κι ο γέρος που ταΐζει τα περιστέρια για να μη γυρίσει στο άδειο του σπίτι, είναι η γυναίκα που πηγαίνει μόνη της στο θέατρο κι όταν η παράσταση τελειώνει φεύγει όσο πιο γρήγορα μπορεί.
Eίναι η φωτογραφία ενός χλωμού πρόσωπου στα παραλειπόμενα της εφημερίδας συνοδευόμενη από δυο λέξεις «υπερβολική δόση», είναι ο ψαράς που χαίρεται όταν ανεβάζει άδεια δίχτυα κι ο κυνηγός που πετάει το όπλο του και μετατρέπεται σε θήραμα.
Είναι τα βουβά πρόσωπα στις κεφάτες παρέες και τα χαμογελαστά πρόσωπα στις κηδείες, είναι οι αλήτες συγγραφείς με τρύπια συκώτια κι άδειες τσέπες, είναι εκείνοι που κάηκαν για τις ιδέες τους πριν καν τις ξεκαθαρίσουν στο μυαλό τους, είναι οι έσχατοι άνθρωποι, τα κατάλοιπα της εξελικτικής διαδικασίας.
~~{}~~
Μεγαλύτερη παρηγοριά τους: Τ’ άστρα.
Όπως είπε κι ο Ιρλανδός που έσβησε σ’ ένα φτηνό δωμάτιο ξενοδοχείου στη Γαλλία:
«Όλοι βρισκόμαστε μέσα στο βούρκο. Αλλά κάποιοι κοιτάνε τ’ αστέρια.»




Ο ψαράς και η γοργόνα



Μια φορά κι έναν καιρό, ένας μικρός ψαράς είχε βγει για ψάρεμα με το καΐκι του. Κόντευε να ξημερώσει, μα η ψαριά του δεν ήταν καθόλου καλή.
- Πώς θα γυρίσω σπίτι, συλλογιζόταν, με άδεια δίχτυα;
Ξάφνου ο τόπος άστραψε και από τη θάλασσα ξεπρόβαλε μια γοργόνα. Πλησίασε το καΐκι του μικρού ψαρά και τον χαιρέτησε:
- Γεια σου παλικάρι, του είπε.
- Γεια σου και σένα γοργόνα, της απάντησε. Τι θέλεις από μένα;
- Σου φέρνω δύο σακούλια. Αν διαλέξεις το πρώτο, θα γυρίσεις σπίτι σου με την πιο καλή ψαριά που είχες ποτέ και όλοι θα τρίβουν τα μάτια τους για το κατόρθωμά σου.
- Κι αν διαλέξω το δεύτερο; ρώτησε το παλικάρι όλο περιέργεια.
- Αν διαλέξεις το δεύτερο, θα σου χαρίσω ένα φιλί.
Το παλικάρι απόμεινε σκεφτικό. Να γυρίσει πίσω με την πιο καλή ψαριά και όλοι να τον παινεύουν; Ή να δεχτεί το φιλί της γοργόνας; Ήταν το πιο όμορφο πλάσμα που είχε αντικρίσει ποτέ του και τα μάτια της αστραποβολούσαν φως. Γρήγορα έβγαλε απόκριση:
- Διαλέγω το δεύτερο σακούλι, είπε αποφασισμένος.
- Ωραία λοιπόν, έκανε η γοργόνα και αμέσως πέταξε το πρώτο σακούλι στη θάλασσα. Μονομιάς σκόρπισαν εκατοντάδες αστραφτερά μαργαριτάρια που είχε μαζέψει από τα βάθη του ωκεανού.
- Μα τι κάνεις εκεί! Φώναξε το παλικάρι. Είναι κρίμα. Τόσα σπάνια μαργαριτάρια…
- Δεν είναι καθόλου κρίμα, απάντησε ψύχραιμη η γοργόνα. Μην παραπονιέσαι παλικάρι. Είναι το σακούλι που αρνήθηκες, του είπε κι αμέσως ανασηκώθηκε από τη θάλασσα. Τότε το παλικάρι έσκυψε και δέχτηκε το πιο γλυκό φιλί του κόσμου. Έμεινε με κλειστά μάτια για να κρατήσει μέσα του όλη αυτή την ομορφιά, που ποτέ άνθρωπος δεν είχε ξαναγευτεί.
Όταν τα άνοιξε πάλι, η γοργόνα είχε χαθεί στα νερά κι είχε πάρει πάλι να σκοτεινιάζει. Στα χέρια του είχε απομείνει το δεύτερο σακούλι.
- Μα τι μπορεί να είναι πιο ακριβό από τόσα σπάνια μαργαριτάρια του βυθού; Συλλογίστηκε και έλυσε το κορδόνι. Στα χέρια του κρατούσε ένα σακούλι με μύθους, μύθους του βυθού. 
Χαμογέλασε και τότε μόνο κατάλαβε πως ούτε όλα τα μαργαριτάρια του κόσμου δεν άξιζαν όσο ένα ζωντανό, αληθινό παραμύθι.

Τα στήθη της βασίλισσας, τα σώβρακα του βασιλιά και ο ιππότης Φερδινάνδος


Ο ένδοξος ιππότης Φερδινάνδος, ο μέγας εξολοθρευτής των δράκων, είχε μια επικίνδυνη εμμονή: να χώσει το πρόσωπό του στα πλούσια στήθη της βασιλίσσης, αλλά ήξερε ότι για κάτι τέτοιο η ποινή είναι θάνατος. 

Μια μέρα εξομολογήθηκε αυτό το μυστικό του στο σύντροφό του, τον Λεόντιο τον ιατρό, ο οποίος ήταν και ο αρχίατρος του βασιλιά. Ο Λεόντιος ο ιατρός, αφού σκέφτηκε, του είπε ότι βρήκε έναν τρόπο για να του ικανοποιήσει την επιθυμία του, αλλά όλη η ιστορία θα του κόστιζε 1.000 χρυσά νομίσματα. 

Χωρίς δισταγμό, ο ιππότης Φερδινάνδος συμφώνησε με το ποσό.

Την επόμενη μέρα, ο Λεόντιος ο ιατρός παρασκεύασε μια φαγουρόσκονη και έριξε λίγη στο στηθόδεσμο της βασιλίσσης, όταν αυτή έκανε μπάνιο. Αμέσως μετά η βασίλισσα ντύθηκε και η φαγουρόσκονη άρχισε να ενεργεί. Όταν τον κάλεσαν στα ιδιαίτερα βασιλικά δωμάτια για να αντιμετωπίσει το περιστατικό, ο Λεόντιος ο ιατρός πληροφόρησε τον βασιλιά και τη βασίλισσα ότι μόνο ένα ειδικό σάλιο, αν εφαρμοστεί για τέσσερες ώρες, θα μπορούσε να θεραπεύσει αυτή τη φαγούρα. Και, σύμφωνα με τα τεστ, το μόνο κατάλληλο σάλιο, ως αντίδοτο, ήταν αυτό του ιππότη Φερδινάνδου, του μεγάλου εξολοθρευτή των δράκων.

Ο βασιλιάς αμέσως προσκάλεσε τον ιππότη Φερδινάνδο στο παλάτι. Ο Λεόντιος ο ιατρός έδωσε στον ιππότη το αντίδοτο της φαγουρόσκονης, το οποίο γρήγορα έβαλε στο στόμα του, και έτσι, για τις επόμενες τέσσερες ώρες, ο ιππότης εργαζόταν με ζήλο πάνω στα πλούσια και υπέροχα στήθη της βασίλισσας. Η φαγούρα πράγματι πέρασε, η βασίλισσα ανακουφίστηκε και ο ιππότης έφυγε ικανοποιημένος και τιμημένος σαν ήρωας.

Όταν ο ιππότης Φερδινάνδος επέστρεψε στο σπίτι του, βρήκε τον ιατρό Λεόντιο, ο οποίος απαίτησε την πληρωμή των 1.000 χρυσών νομισμάτων. Αλλά τώρα που η επιθυμία του είχε εκπληρωθεί, ο ιππότης Φερδινάνδος, επειδή γνώριζε ότι ο Λεόντιος ο ιατρός δεν θα μπορούσε ποτέ να αναφέρει την απάτη που κατασκεύασαν στο βασιλιά, τον έδιωξε χωρίς να του πληρώσει τίποτα.

Την άλλη μέρα ο Λεόντιος ο ιατρός έχυσε μια πολύ μεγάλη δόση φαγουρόσκονης στο εσώβρακον του βασιλιά. Ο βασιλιάς αμέσως εκάλεσε τον ιππότη Φερδινάνδο.

Όταν η ευτυχία δεν αρκεί: Το φαινόμενο της ηδονικής προσαρμογής

Ἐσεῖς ποὺ βρήκατε τὸν ἄνθρωπό σας
κι ἔχετε ἕνα χέρι νὰ σᾶς σφίγγει τρυφερά,
ἕναν ὦμο ν᾿ ἀκουμπᾶτε τὴν πίκρα σας,
ἕνα κορμὶ νὰ ὑπερασπίζει τὴν ἔξαψή σας,
κοκκινίσατε ἄραγε γιὰ τὴν τόση εὐτυχία σας,
ἔστω καὶ μία φορά;
Εἴπατε νὰ κρατήσετε ἑνὸς λεπτοῦ σιγή
γιὰ τοὺς ἀπεγνωσμένους; Ντῖνος Χριστιανόπουλος -
Άραγε κοκκινίζουμε από την τόση ευτυχία μας; Χαιρόμαστε πραγματικά και βαθιά όταν όλα πάνε καλά; Όταν η γνωστή επωδός των παραμυθιών «Και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα» πραγματοποιείται;
Όχι, η ζωή δεν είναι μόνο κλάμα, δράματα, πληγές και κακουχίες. Το νόμισμα συχνά πεισματικά αρνείται να μας δείξει την άσχημη όψη του και βιώνουμε ημέρες όμορφες, ήρεμες που όντως δε μας λείπει τίποτα. Αλλά ακόμα και τότε, εμείς οι άνθρωποι, ως μεμψίμοιρα όντα, δε νιώθουμε ευχαριστημένοι.
Γιατί συμβαίνει όμως αυτό;
Όλα κυλούν ομαλά, είμαστε ευτυχισμένοι με μια όμορφη ζωή, δουλειά, ανθρώπους που μας αγαπούν, έχουμε όλα όσα θα θέλαμε. Αυτό σταδιακά γίνεται ρουτίνα, ηευτυχία γίνεται απλά μια επανάληψη και συνήθεια. Όπως αναφέρει και η Σιμόν ντεΜποβουάρ, «οι ακίνητοι παράδεισοι δεν μας υπόσχονται παρά μια αιώνια πλήξη».
«Δύο είναι οι εχθροί της ανθρώπινης ευτυχίας: πόνος και ανία», λέει ο Άρθουρ Σοπενχάουερ.
Η ανία λοιπόν... Ίσως ακουστεί παράξενο, αλλά μπορεί να προκύψει από την ευτυχία. Ο άνθρωπος βαριέται εύκολα και είναι ικανός να βαρεθεί ακόμα και σε μια κατάσταση ευτυχίας. Μιλώντας πιο επιστημονικά, με όρους θετικής ψυχολογίας, ουσιαστικά αναφερόμαστε στην ηδονική προσαρμογή (hedonic adaptation).
Σύμφωνα με την ψυχολόγο Σόνια Λιουμπομίρσκι, «οι άνθρωποι έχουν μια τεράστια ικανότητα να προσαρμόζονται σε νέες σχέσεις, θέσεις εργασίας και επίπεδα πλούτου, μεαποτέλεσμα ακόμη και τέτοιες θετικές αλλαγές ζωής να αποφέρουν όλο και μικρότερες ανταμοιβές με την πάροδο του χρόνου. Η τάση μας να συνηθίζουμε σε σχεδόν οτιδήποτε θετικό μας συμβαίνει είναι ένα πολύ σημαντικό εμπόδιο για την ευτυχία μας. Πραγματικά, αν τελικά αρχίζουμε να παίρνουμε ως δεδομένη τη νέα καλύτερη δουλειά μας, το νέο μας έρωτα, το νέο μας σπίτι, τις νέες επιτυχίες μας, πώς είναι δυνατόν να διαρκέσει η χαρά και η ικανοποίησή μας από αυτά τα πράγματα;»
Θα πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τι πραγματικά σημαίνει ευτυχία για μας. Να θέσουμε τους δικούς μας στόχους και να σταματήσουμε να υφαρπάζουμε τους κοινωνικά κατασκευασμένους. Η ευτυχία είναι προσωπική υπόθεση και δεν πρέπει να εκλαμβάνεται ως κατάσταση με οικουμενικά χαρακτηριστικά. Δεν πρέπει να συγκρίνουμε τις ζωές μας με των άλλων, ούτε το επίπεδο διαβίωσής μας με το κοινωνικά αποδεκτό και προβεβλημένο. Τα ιδανικά και τα όνειρά μας οφείλουμε να τα προστατεύουμε και να τα ανακαλύπτουμε όπως προκύπτουν μέσα από τη συνειδητοποίηση του εαυτού μας.
Είναι σημαντικό όσα έχουμε να μην τα θεωρούμε δεδομένα. Να αφουγκραστούμε τηνευμεταβλητότητα, τη ρευστότητα που μας περιβάλλει. Να μην φτάνουμε στο σημείο νααναγνωρίζουμε την αξία των πραγμάτων όταν τα χάνουμε, πλημμυρισμένοι από μια αίσθηση ανικανοποίητου, ματαιοδοξία και απουσία πραγματικής γνώσης του εαυτού μας.
«Το βασικό σφάλμα είναι ότι υπερτιμάμε τη διάρκεια και την ένταση της απελπισίας που θα μας προκαλέσει ένα συγκεκριμένο αρνητικό γεγονός αλλά και τη διάρκεια και την ένταση της αγαλλίασης που θα μας προκαλέσει ένα συγκεκριμένο θετικό γεγονός. Ο κύριος λόγος για τον οποίο συμβαίνει αυτό συνοψίζεται εξαιρετικά στο απόφθεγμα: “Τίποτα στη ζωή δεν είναι τόσο σημαντικό όσο νομίζεις όταν το σκέφτεσαι”. Με άλλα λόγια δίνουμε υπερβολική σημασία στην επίδραση που θα ασκήσει στην ευτυχία μας μια αλλαγή στη ζωή μας, επειδή δεν μπορούμε να προβλέψουμε ότι δε θα την σκεφτόμαστε πάντα», όπως αναφέρει η ίδια ψυχολόγος.
Περιμένουμε με τόσο ενθουσιασμό και ανυπομονησία να έρθουν κάποια πράγματα στη ζωή μας, αλλά μόλις αυτά γίνουν πραγματικότητα δε μας αποδίδουν την ικανοποίηση που περιμέναμε και αυτό ίσως γιατί δεν υπήρξαν ποτέ πραγματικές μας ανάγκες και επιθυμίες. Έτσι, ο αρχικός ενθουσιασμός για ένα σπουδαίο γεγονός και απωθημένοφθίνει και μετατρέπεται σε κεκτημένο λάβαρο, σε νίκη, που πλέον έχει πάψει ναεπιτελεί το ρόλο της. Ακόμα, οι προσδοκίες μας πρέπει να τίθενται σε ρεαλιστικές βάσεις. Μεγαλοποιούμε τόσο τα θέλω και τις επικείμενες «νίκες» μας που όταν τις γευτούμε απογοητευόμαστε από τη θνητότητα που τις προσδιορίζει.
Όπως αποτυπώνει στο βιβλίο της «Οι Μύθοι της Ευτυχίας», αρκεί να καταλάβουμε πως «ευτυχισμένος δεν είναι αυτός που βιώνει μια σειρά συγκεκριμένων καταστάσεων, αλλά εκείνος που έχει συγκεκριμένους τρόπους αντιμετώπισης των καταστάσεων της ζωής».
«Αυτός που δεν είναι ευχαριστημένος με αυτό που έχει, δεν θα ήταν ευχαριστημένος και με αυτό που θα ήθελε να έχει» -Σωκράτης-
 Γράφει η  Χαρά Κουλοπούλου
Facebook: Xara Koulopoulou





Το bullying στη ζωή των παιδιών μας



Το bullying στη ζωή των παιδιών μας


Γράφει ο Ψυχολόγος-Οικογενειακός Σύμβουλος Γιάννης Ξηντάρας

Τι είναι η ενδοσχολική βία; Τι περιλαμβάνει αυτή η καινούργια έννοια, η οποία μπήκε στο λεξιλόγιο μας την τελευταία δεκαετία και μας απασχολεί όλο και πιο συχνά; Είναι εύκολο να την ορίσουμε με μια σχετική ευκρίνεια;

Ως κοινωνία, έχουμε την τάση να υπερβάλλουμε και οποιοδήποτε επεισόδιο, το οποίο μπορεί να μην μας αρέσει, το θεωρούμε ενδοσχολική βία, συχνά την αποκαλούμε bullying. Για αυτό το λόγο, θα χρειαστεί να ξεκαθαρίσουμε και να οριοθετήσουμε ένα πλαίσιο που περιγράφει την πράξη ως ενδοσχολική βία, με τα εξής τρία χαρακτηριστικά:

1). Εσκεμμένη πράξη: Ένα επεισόδιο που γίνεται με σκοπό την βία.
2). Απρόκλητη πράξη: Ένα επεισόδιο που γίνεται χωρίς να υπάρχει κάποιος σοβαρός λόγος ή κάποια πρόκληση από την άλλη πλευρά.
3). Επαναλαμβανόμενη πράξη: Ένα επεισόδιο που γίνεται σε τακτικά διαστήματα και όχι μία φορά.

Με αυτά τα τρία χαρακτηριστικά μαζί μπορούμε να υποστηρίξουμε πως μία πράξη θεωρείται bullying. Πρέπει να υπάρχει επανάληψη, σχέδιο και σκοπό να επιβληθούμε στον άλλο με βίαιο τρόπο(είτε σωματικό είτε ψυχολογικό).

Προσοχή! Όλα τα παιδιά θα τσακωθούν, θα μαλώσουν, θα διαφωνήσουν… ίσως και να κάνουν λάθη… Δεν πειράζει! Είναι από τη φύση τους, πιο  έντονα. Επικίνδυνο είναι μόνο αν οι πράξεις τους έχουν τα παρακάτω τρία χαρακτηριστικά.

ΕΣΚΕΜΜΕΝΗ – ΑΠΡΟΚΛΗΤΗ – ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΗ ΠΡΑΞΗ

Βασική αιτία της ενδοσχολικής βίας είναι πως τα παιδιά αναπαράγουν αυτά που βιώνουν γύρω τους και δυστυχώς η βία υπάρχει παντού. Βία στις ταινίες, βία στα videogames, βία στην πολιτική ζωή, βία στην κοινωνία, βία ανάμεσα στα κράτη… Μην απορείτε που συναντούν τη βία τα παιδιά μας. Συχνά αντί για ειρήνη και ευτυχία αντιμετωπίζουν βία και δυστυχία. Δυστυχώς…

Ένας τρόπος αντιμετώπισης για να τα βοηθήσουμε είναι να διαφοροποιηθούμε εμείς ως ενήλικες. Να αλλάξουμε πρώτα εμείς οι «μεγάλοι», πρώτα μέσα από το σπίτι και την οικογένεια και έπειτα σε ενδοσχολικό επίπεδο τις συμπεριφορές και τις συνήθειές μας, τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε πρόσωπα και καταστάσεις. Να μάθουμε πόσο σημαντικός είναι ο διάλογος, η συνεργασία, να βοηθάμε τους συνανθρώπους μας, να προσφέρουμε και να μην προσπερνάμε… Για φανταστείτε τότε πως θα ήταν η κοινωνία μας;

Ο Γιάννης Ξηντάρας είναι Ψυχολόγος-Παιδοψυχολόγος στην Αγία Παρασκευή, τ.συνεργ. στο Νοσοκομείο Παίδων “Αγία Σοφία”, μέλος της Ελληνικής Εταιρίας Εφηβικής Ιατρικής και του Ευρωπαϊκού Συλλόγου Ψυχοθεραπείας. Απόφοιτος Ε.Κ.Π.Α, επιστημονικός υπεύθυνος στο Κέντρο Συμβουλευτικής και Ψυχολογικής Υποστήριξης “Επαφή”.

Οι ‘’μαύρες τρύπες’’ άνθρωποι


Όλοι έχει χρειαστεί κάποια στιγμή να αντιμετωπίσουμε ανθρώπους που έχουν θέση και ρόλο στη ζωή μας αντίστοιχο με εκείνη τη θέση που έχουν οι μαύρες τρύπες για τους πλανήτες του σύμπαντος.

Όπως αυτές έτσι και οι συγκεκριμένοι άνθρωποι αδυνατώντας να δουν τη θετική πλευρά κάθε κατάστασης απλώς περιφέρονται στις ζωές των υπολοίπων χωρίς καμία πραγματική συνεισφορά.

Είτε βρέθηκαν τυχαία στη ζωή μας, είτε υπήρχαν από παλιά, τους έχουμε παρατηρήσει να αναλύουν με μιζέρια για το πόσο ‘’ζόρικη’’ είναι η καθημερινότητα και η ζωή τους και όντας μονίμως ‘’ταλαιπωρημένοι’’, αρνούνται να ξεχωρίσουν το παρελθόν από το παρόν.

Συγχρόνως, μοιράζονται τα ‘’προβλήματά’’ τους με τον κάθε θαρραλέο που θα τολμήσει να πλησιάσει αρκετά κοντά, ώστε να επηρεαστεί απο τη βαρύτητα της ‘’μαύρης τρύπας’’ τους. Δίνοντας τους με τον τρόπο αυτό, την ευκαιρία να βουτούν σε μια σειρά από λανθασμένες επιλογές τόσο για τους ίδιους, όσο και για τα πρόσωπα που υποστηρίζουν πως ‘’αγαπούν’’.

Κι όμως, ενώ εσύ πραγματικά αποδέχεσαι την διαφορετική τους οπτική για τον κόσμο, τις ανθρώπινες σχέσεις και την διαφορετικότητα του χαρακτήρα τους, το μοναδικό ζήτημα για το οποίο δείχνουν ενδιαφέρον είναι να σε ‘’ρουφήξουν’’ μέσα στον κόσμο τους.

Έναν κόσμο γεμάτο ανασφάλεια, αβεβαιότητα, ψέμα και μεγάλα λόγια που δεν αντιλήφθηκαν ποτέ, μέχρι τώρα, τη σημασία τους. Στέκονται αδρανείς λόγω εγωισμού, λόγω ανασφάλειας και καταπίνουν αχόρταγα στο διάβα τους όλους τους ανθρώπους γεμάτους αγάπη, σιγουριά και εμπιστοσύνη.

Είναι άνθρωποι ρηχοί κι εφήμεροι χαμένοι στη μετάφραση. Το ευτελές μυαλό τους πηγαινοέρχεται από το ένα πρόβλημα στο άλλο, χωρίς να αντιλαμβάνονται πως το μοναδικό τους πρόβλημα είναι το ίδιο τους το μυαλό. Αναμοχλεύουν σε λούπα το αρνητικό τους παρελθόν, το οποίο και κουβαλούν συνεχώς μαζί τους. Έχουν οι ίδιοι μουμιοποιήσει την ψυχή και το σώμα τους. Έχουν απορρίψει την ελεύθερη φύση τους.

Άνθρωποι άπληστοι και ‘’πεινασμένοι’’ χωρίς καμία δυνατότητα να γεμίσουν το κενό τους. Θα τους βρείς να πλάθουν σενάρια επί των σεναρίων στο μυαλό τους, φαντάζονται δολοπλοκίες και ίντριγκες εις βάρος τους, βλέπουν πάντα τη χειρότερη εκδοχή των καταστάσεων. Κρύβονται στον εαυτό τους και δημιουργούν έριδες χωρίς κανένα λόγο. Δεν έχουν μάθει να διαχειρίζονται την ευτυχία γιατί δεν θέλησαν ποτέ να ζήσουν μέσα της.

Πάντα κάτι θα ελλοχεύει από πίσω και εάν δεν υπάρχει πράγματι κάτι, τότε με ευκολία το ‘’γεννούν’’ στη δική τους πραγματικότητα. Στη χειρότερη μορφή τους, ζουν πίσω από κλειστά παραθυρόφυλλα γιατί φοβούνται ακόμη και την αντανάκλασή τους στο τζάμι. Καμία διέξοδος, καμία χαρά για ζωή.

Το χειρότερο; Νομίζουν πως είναι ευτυχισμένοι σε αυτή την κατάσταση.  Τι κι αν εσύ είσαι δυνατός και θέλεις να κάνεις μακροβούτι στη ‘’μαύρη τρύπα’’ τους. Τι κι αν εσύ σκέφτεσαι πως ό,τι και να συμβεί θα τους βρείς μες το σκοτάδι και θα τους σώσεις από την καταστροφή. Μάταια.

Όσο μεγάλες κι αν είναι οι προσπάθειες που κάνεις, τη στιγμή που πιάνεις το χέρι τους με στόχο να τους τραβήξεις έξω απο την δυστυχία και τη μιζέρια για να τους δείξεις πως ο δικός σου κόσμος είναι γεμάτος αγάπη, ειλικρίνεια και εμπιστοσύνη, γεμάτος χρώμα, αυτοί αρνούνται τη βοήθειά σου και σε τραβούν με λύσσα προς τα μέσα. Να χαθείς και εσύ.

Όσο γεμάτος θέληση άνθρωπος και να είσαι, όσο κι αν η επιθυμία σου να τους ‘’σώσεις’’ ξεπερνά όλες τις επιθυμίες που έχεις ακόμη και για τον ίδιο σου τον εαυτό, δυστυχώς δεν είσαι σε θέση να το πράξεις. Είναι επιλογή τους να ζουν μες το σπίτι με τα κλειστά παραθυρόφυλλα, είναι επιλογή τους να ζουν μες στο σκοτεινό τους δωμάτιο. Αυτοί έσβησαν το φώς που πάλεψες να φέρεις μέσα σε αυτό.

Έχεις την υποχρέωση να το σεβαστείς, παρ όλη τη ‘’συναισθηματική μουντζούρα’’ που σου προξενεί. Εάν δε δείξεις πως εσύ που τους αγάπησες ειλικρινά, κι ας εσύ έγινες θυσία στον βωμό τους, σέβεσαι τις επιλογές τους τότε ποιός θα το κάνει; Να θυμάσαι πως εσύ μπορείς να ζεις με την αλήθεια σου, αυτοί μπορούν να ζήσουν μες το ψέμα τους;


Γράφει ο Χρήστος Παπαδόπουλος






ΠΗΓΗ...http://www.thessalonikiartsandculture.gr

«Τι κακό μάς βρήκε» της Ντίνας Σαρακηνού


Δεν της έφτανε η μέρα. Πόσο λαχταρούσε να επιμηκύνει τον χρόνο, να γινόταν ένα θαύμα, να είχε η ώρα εξακόσια λεπτά. Στα εξήντα της χρόνια, τυραννισμένα τα περισσότερα, ένιωθε σαν τη Σταχτοπούτα.

Στη λαϊκή καμιά φορά χανόταν στις σκέψεις της. Χάιδευε για ώρα τις γυαλιστερές ολοστρόγγυλες ντομάτες, αν και στο τέλος πάντα διάλεγε δέκα ώριμες. Έσπρωχνε μετά το καρότσι της τρέχοντας, να προλάβει να μαγειρέψει για όλους. Διαφορετικά φαγητά: αλίμονο αν τάιζε τον εγγονό της τα ίδια με τους άλλους. Η κόρη της μετά το διαζύγιο είχε επιστρέψει στο πατρικό και στριμώχτηκε με τον γιο της στο παλιό παιδικό της δωμάτιο.

Από την πόρτα του σπιτιού μάζευε παπούτσια. Κάθε μέρα σφουγγάριζε τα πατώματα, ξεσκόνιζε τα ντουλάπια, καθάριζε τις τρίχες από το μπάνιο. Έπλενε τα πιάτα και έπειτα τα έτριβε με λεμόνι για να μην τους μυρίσουν. Τον άντρα της είχε συνηθίσει να τον βλέπει πάντα στην ίδια θέση. Στην πολυθρόνα του σαλονιού, μπροστά στην τηλεόραση. Μετά βίας τον έπειθε να μετακινηθεί λίγο στο πλάι για να χωράει και η σιδερώστρα της στο σαλόνι. Καθώς κολλάριζε τα πουκάμισα, ζήλευε αυτά που έλεγαν οι παρουσιάστριες, για εποικοδομητικό χρόνο, για λούσα, για ταξίδια. Λαχάνιαζε κάποιες στιγμές από τις δουλειές, αγανακτούσε κάποιες άλλες από τις έγνοιες. Αγνάντευε, από το παράθυρο πάνω από τον νεροχύτη της, πέρα από τον παραμελημένο της κήπο, πέρα από την απέναντι πολυκατοικία, πέρα από τη λεωφόρο, τα κότερα της μαρίνας, τη λαμπερή άμμο, τα πολύχρωμα κοχύλια και τον ωκεανό. Κι εκείνη τι έκανε; Εκείνη είχε μονάχα καταλήξει να απαντά στη λέξη «μάνα» τριάντα φορές την ημέρα. Ή μάλλον το άκουγε σαν: «Αμάν, ρε μάνα». Σκεφτόταν ότι πρόσφερε απλόχερα όμως, και έτσι έπαιρνε παρηγοριά. Εξάλλου, μάνα τους ήταν. Όφειλε.

Ένα βράδυ που είχε μείνει μόνη στο σπίτι, ανέτρεξε στο οικογενειακό άλμπουμ. Φωτογραφίες των παιδιών της σε παιδικά πάρτι, σε οικογενειακά τραπέζια, σε διακοπές στο χωριό, ο γιος της φαντάρος, η κόρη της νύφη, ο εγγονός της στο μαιευτήριο. Όπως γύριζε τις σελίδες, τα χρόνια περνούσαν ένα ένα από μπροστά της. Συγκινήθηκε και τα μάτια της έσταξαν νοσταλγία. Παρατήρησε και την πεθερά της, μακαρίτισσα πια, στην άκρη άκρη όλων σχεδόν των φωτογραφιών, με ένα μαύρο μαντίλι στο κεφάλι, να κοιτάει ανικανοποίητη. Στα τελευταία χρόνια της ζωής της, ο άντρας της την επέβαλε στο σπίτι τους. Αυτό το ανικανοποίητο της πεθεράς της σαν να αντάμωσε με το δικό της, κόχλασε μέσα της και της ανακάτεψε το στομάχι. Παράτησε το άλμπουμ και ήπιε ένα ποτήρι νερό. Ένιωσε φουσκωμένη, δυσκολευόταν να ανασάνει. Για μια στιγμή φοβήθηκε, αλλά δεν ήταν τίποτα τελικά. Ρεύτηκε και σαν να της φάνηκε πως μύρισε μπαρούτι.

Τα πρώτα συμπτώματα ήταν αθώα. Πολύ αλάτι στα γεμιστά. Μόνο εκείνη έφαγε, οι υπόλοιποι δοκίμασαν δυο τρεις μπουκιές και της ζήτησαν αμέσως νερό να ξεδιψάσουν. Τους κοίταζε απορημένη. Το επόμενο ήταν να μπερδέψει τα ασπρόρουχα με τα χρωματιστά. Κοιμήθηκαν σε γκρίζα σεντόνια, παραπονούμενοι για την αφηρημάδα της. Ώρες ώρες, την έβλεπαν να τριγυρνά σαν χαμένη μέσα στο σπίτι, αλλά και πάλι δεν έδωσαν σημασία. Μια μέρα, στο κυριακάτικο τραπέζι, τους σέρβιρε ωμά τα μακαρόνια, από τη συσκευασία κατευθείαν στα πιάτα, και τα περιέχυσε με σάλτσα. Τότε αποφάσισε ο πατέρας τους να δουν έναν γιατρό.

«Μια χαρά είναι η μάνα σας, μας πρότεινε φυτικά χάπια να τονώσουμε τη μνήμη της» τους είπε μόλις επέστρεψαν. Και μετά, στα κρυφά, τους μίλησε με περισσότερες λεπτομέρειες. Ότι όλα ήταν εντάξει, απλώς το διαζύγιο της κόρης μπορεί να την προβλημάτισε, να μην τα περιμένουν όλα από εκείνη, η μάνα τους χρειαζόταν ξεκούραση.

Ήθελε να τους καθησυχάσει. Ο ίδιος είχε θορυβηθεί όμως και, ίσως και από τύψεις, το ίδιο βράδυ δοκίμασε να την πλησιάσει ερωτικά.

«Πάει πολύς καιρός…» τόλμησε να της πει και ξεκίνησε να της τρίβει την πλάτη μόλις εκείνη έγειρε δίπλα του στο κρεβάτι. «Να είμαστε αθόρυβοι, όπως στα νιάτα μας» συνέχισε και πλησίασε το σώμα του στο δικό της.

Του χαμογέλασε, του είπε να την περιμένει να λουστεί πρώτα, κι εκείνος αναθάρρησε. Σηκώθηκε και πήγε στο μπάνιο. Μετά από δέκα λεπτά γύρισε στην κρεβατοκάμαρα. Έσταζε η νυχτικιά της νερό και αφρόλουτρα. Σαπουνάδες έβγαιναν από τα αυτιά της. Ένα περίγραμμα χαμόγελου με κόκκινο κραγιόν κάλυπτε το μισό της πρόσωπο. Είχε κρεμάσει κι από τον λαιμό της όλα της τα κολιέ. Αποσβολωμένος, έμεινε να την κοιτάει. Τον πλησίασε και έσκυψε να τον φιλήσει.

«Δεν φαίνεσαι καλά» της είπε με γουρλωμένα μάτια.

Εκείνη κλείδωσε την πόρτα της κρεβατοκάμαρας και άρχισε να γδύνεται, λικνίζοντας το σώμα της με απαλές κινήσεις και σιγοτραγουδώντας. Πέταξε το βρεγμένο της νυχτικό στο πάτωμα, ανακάτεψε τα μαλλιά της κυριευμένη από ερωτικό οίστρο και άρχισε να χαϊδεύεται και να τρίβεται νωχελικά στο πρόσωπο και στο σώμα. Ω Θεέ μου,σκέφτηκε εκείνος έτσι όπως την έβλεπε πασαλειμμένη και κατακόκκινη, τι κακό μάς βρήκε;

Ακολούθησαν και άλλα επεισόδια παράλογης συμπεριφοράς. Συχνά έβγαινε γυμνή στον δρόμο και τους την έφερναν οι γείτονες, άναβε δυνατά την τηλεόραση ξημερώματα με τη δικαιολογία ότι κάποιο σημαντικό μήνυμα θα της έστελνε η ξαδέλφη της από την Αμερική μέσω του παρουσιαστή, επισκεπτόταν τους συγγενείς τους απρόσκλητη, έβαψε τους τοίχους του σαλονιού μπλε ελεκτρίκ, έφερε χώμα μέσα στην κρεβατοκάμαρα και φύτεψε φακές στα συρτάρια. Αντί να πηγαίνει στη λαϊκή, αγόραζε καφτάνια και μεγάλα χρωματιστά καπέλα. Μάταια προσπαθούσαν να συζητήσουν μαζί της σοβαρά. Τους άκουγε μεν προσεκτικά, συμφωνούσε κιόλας μαζί τους, όμως μετά έκανε πάλι τα ίδια και τα ίδια. Κατά καιρούς, τους απάγγελνε και αποσπάσματα από την Αγία Γραφή. Ένα απόγευμα πήρε από το χέρι τον εγγονό της και ανέβηκαν μαζί στην ταράτσα. Τον σήκωσε στην αγκαλιά της και πλησίασε στα κάγκελα να δουν τη θέα από ψηλά. Με το που το αντιλήφθηκε η κόρη της, τους ακολούθησε και, βλέποντας τη σκηνή, άρχισε να ουρλιάζει. Της άρπαξε το παιδί με κλάματα υστερίας.

Έξι μήνες έκαναν υπομονή. Εντέλει, τακτοποίησε το θέμα ο άντρας της: «Γιατρέ, το και το, η γυναίκα μου τρελάθηκε. Ζητούμε, ως οικογένεια, εισαγγελική παραγγελία για ψυχιατρική εξέταση, με αίτημα τον ακούσιο εγκλεισμό της σε ψυχιατρείο».

Στη βαλίτσα της, έβαλε μέσα μόνο τα απαραίτητα: εσώρουχα, ρόμπες, τέσσερα φουστάνια, μια οικογενειακή φωτογραφία, την Αγία Γραφή. Τους αποχαιρέτησε με μια ζεστή αγκαλιά και δεν αντιστάθηκε καθόλου στους νοσοκόμους.

Στο ίδρυμα, το πρώτο βράδυ κοιμήθηκε δώδεκα ώρες. Ξύπνησε, ντύθηκε απλά και βγήκε στον κήπο. Ήταν Απρίλιος και τα λουλούδια ήταν ήδη ανθισμένα. «Μπορώ να αναλάβω να περιποιούμαι τον κήπο σας» είπε με ήρεμη φωνή στον προϊστάμενο του προσωπικού. «Ένα κλαδευτήρι μού αρκεί προς το παρόν». Το απόγευμα, τηλεφώνησε σε μια φίλη της. «Σε περιμένω να πιούμε καφέ. Ναι, ναι, μια χαρά είμαι. Όλα είναι καταπληκτικά. Και οι πάντες εδώ είναι πολύ ευγενικοί. Θα σου εξηγήσω. Α, και φέρε μου και κανένα περιοδικό, σε παρακαλώ, από τα lifestyle, ναι; Μην το ξεχάσεις. Σε λίγο καιρό θα έχω και τη δική μου τηλεόραση, μου είπαν, ναι, και κανένα βιβλίο φέρε μου, μόνο την Αγία Γραφή πήρα μαζί μου, μην τυχόν και με καταλάβουν».



Ευχαριστώ θερμά τον Κυριάκο Αθανασιάδη για τις σημαντικές επισημάνσεις του στο διήγημα.

Η Ντίνα Σαρακηνού κατάγεται από την Κέρκυρα, αλλά γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε βιοπληροφορική στη Μεγάλη Βρετανία. Είναι σύμβουλος επιχειρήσεων και διευθύνει το διαδικτυακό λογοτεχνικό περιοδικό Literature.gr.





ΠΗΓΗ...http://diastixo.gr

ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ...