Καλώς ήρθατε στον ιστότοπο του ιστορικού μας χωριού, όπου μπορείτε να δείτε άρθρα, που αφορούν όλες τις εκφάνσεις του κοινωνικού γίγνεσθαι. Περιπλανηθείτε στις αναρτήσεις μας για να ταξιδέψετε σε μια πλούσια ποικιλία θεμάτων που ετοιμάζουμε με μεράκι και αγάπη για τον ευλογημένο μας τόπο.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΜΕ ΤΟ GOOGLE MAPS
Κλίκ στην εικόνα

Πέμπτη 10 Αυγούστου 2017

Θρηνώ και οδύρομαι, όταν εννοήσω τον θάνατον...


Χειμώνας 2016
- Δημήτρη θα αργήσω λίγο, έχω να πάω τον πατέρα μου στον γιατρό.

Άνοιξη 2017
- Άργησα λίγο, τρέχουμε με τον πατέρα μου, νοσοκομεία, χειρουργεία κλπ.

Καλοκαίρι 2017
- Χρήστο, σου πήρα ένα κομποσκοίνι από τη Μονή, να σας βοηθήσει ο Άγιος στην περιπέτεια που περνάτε.

Τετάρτη 9 Αυγούστου 2017 ώρα 16.50 μ.μ. 
- Γρήγορα Δημήτρη, να τελειώσουμε με τη δουλειά, έχω να πάω επειγόντως τον πατέρα μου στο νοσοκομείο.

Τετάρτη 9 Αυγούστου 2017 ώρα 21.15 μ.μ.
- Έλα Δημήτρη, δυστυχώς ο πατέρας μου «έφυγε».

Πέμπτη 10 Αυγούστου 2017 ώρα 11.30 π.μ.
Διασχίζοντας το  κατάξερο τοπίο, λόγω της πρωτοφανούς ξηρασίας που πλήττει τον πολυθρύλητο κάμπο της Αλμωπίας και τρομάζοντας κάπου κάπου από τα μηχανήματα άντλησης νερού κάποιων γεωργών οι οποίοι πασχίζουν να περισώσουν από την ξηρασία τις καλλιέργειές τους, ένθεν κακείθεν του επαρχιακού δρόμου προς το χωριό Νεοχώρι, όπου και ο τελικός μου προορισμός, σκουπίζω τον καυτό ιδρώτα από το πλούσιο μέτωπό μου.
Ο πατέρας του φίλου μου του Χρήστου, δεν τα κατάφερε τελικά και πέρασε πλέον στον κόσμο των «αθανάτων» κι εγώ κατευθύνομαι με μια περίεργη θλίψη μέσα μου, να αποτείσω το ύστατο «χαίρε».
Αφήνοντας πίσω μου τα διάφορα πάλαι ποτέ μεγαθήρια κονσερβοποιία του Βορεινού και τα αρκετά συγκροτήματα μεταποίησης ξύλου, εγγίζω προς το χωριό, κάνοντας διάφορους ελιγμούς στα γραφικά στενά σοκάκια των δυο όμορφων γειτονικών χωριών.
Ένα ενοχλητικό άγχος με διακατέχει σε όλη τη διαδρομή, μιας  και δεν γνωρίζω και πολύ καλά τη ρυμοτομία του Ποντιακού χωριού, ούτε και τα κατατόπια, ενώ προσπερνώ μια μαυροφορεμένη γυναίκα με κάποια γαρύφαλλα στα χέρια της, η οποία βάλθηκε να αναμετρηθεί με την μεσημεριανή κάψα του ήλιου, ο οποίος βομβάρδιζε ανελέητα με τις πυρωμένες του ακτίνες, και προσέγγιζε στα πρώτα σπίτια του χωριού πεζή.
Ευτυχώς μπαίνοντας στο κέντρο  του οικισμού, αντίκρισα το Ναό όπου δέσποζε σε μια άκρη της μικρής γραφικής πλατείας. Διάφορα μικρά μαγαζάκια, καφέ κι ένα περίπτερο, συμπλήρωναν το μωσαϊκό ενός τυπικού μικρού αγροτικού χωριού.
Αφού άφησα το αυτοκίνητό μου σε μια ανήλιαγη γωνιά, βγήκα έξω με το βλέμμα μου να ψάχνει, έστω κάποιον γνωστό να ρωτήσω, να ενημερωθώ.
Εις μάτην.
Ρωτώντας μια ευγενέστατη ηλικιωμένη κυρία, πληροφορούμαι ότι η κηδεία θα ξεκινήσει σε λίγο κι ότι ο Ναός που είναι μπροστά μας είναι αυτός στον οποίο θα ψαλλεί η εξόδιος ακολουθία.
Αφού ανασκίρτησα από την τρομάρα μου, λόγω της πένθιμης καμπάνας η οποία ξεκίνησε να χτυπάει, με αποφασιστικό βήμα εισέρχομαι στο Ναό, κι αφού άναψα το κεράκι μου στον περιποιημένο προθάλαμο, μπαίνω μέσα και καταλαμβάνω ένα ακριανό στασίδι.
Μια κατευναστική δροσιά με τυλίγει κι ένα εξιλεαστικό ψυχρό ρεύμα με αγκαλιάζει καθώς τα δυο κλιματιστικά του Ναού λειτουργούν με φουλ τις μηχανές.
Είναι ένας μικρός τυπικός Ναός με αρκετές αγιογραφίες στους τοίχους και τις οροφές του, ενώ οι προσπάθειες αποκατάστασης και βελτίωσης κάποιων τμημάτων του, είναι εμφανείς, από τα πρόχειρα μερεμέτια που έχει υποστεί.
Αριστερά, κάποιες κυρίες έχουν καταλάβει επίκαιρες θέσεις, όπως και στα δεξιά κάποιοι ηλικιωμένοι κάθονται στα στασίδια αναμένοντας καρτερικά, ενώ εγώ προσηλώνομαι σε μια μικρή εικονίτσα της Αγίας Χρυσής, η οποία κατά έναν θαυμαστό τρόπο (μια ιστορία πίστης την οποία θα αναλύσω άλλη φορά) έχει γίνει η αγαπημένη προστάτιδά μου.
Ο ιεροψάλτης του Ναού, στη θέση  του, τακτοποιεί τα σχετικά βιβλία, ενώ ξεροβήχοντας δοκιμάζει σιγανά τη φωνή του.
Στο κέντρο του Ναού και μπροστά στην Ωραία Πύλη,  οι σχετικές προθήκες όπου θα τοποθετηθεί το φέρετρο κι όλοι αναμένουμε να ξεκινήσει η Ακολουθία.
Σε λίγα λεπτά ο χώρος γέμισε από πιστούς, ενώ η ζέστη άρχισε να εμφανίζεται λόγω της πολυκοσμίας κι ένα αίσθημα αγοραφοβίας με τύλιξε, νιώθοντας τα βλέμματα τριών γιαγιάδων να με κοιτούν βλοσυρά και να αναρωτιούνται ποιος είναι  αυτός ο ξένος και τι σχέση έχει με τον κεκοιμημένο.
Τις ανούσιες φοβίες μου διέκοψε η επιβλητική είσοδος τεσσάρων ευθυτενών παλικαριών, τα οποία ντυμένα με την παραδοσιακή ποντιακή φορεσιά του τοπικού μορφωτικού συλλόγου, μπήκαν και κατέλαβαν τις τέσσερεις γωνίες γύρω από την σωρό του Βασίλη Χριστιαννίδη.
Αφού έγιναν όλα τα τυπικά και τα δέοντα, όπως ορίζει η Ορθόδοξη παράδοση της Εκκλησίας μας και μετά το «Δεύτε τελευταίον ασπασμόν…» πλησιάζω να αποχαιρετίσω κι εγώ τον πατέρα του φίλου μου.
Ο Βασίλης Χριστιανίδης, υπήρξε επί χρόνια ο νταουλτζής του συλλόγου, η ψυχή και η κινητήρια δύναμή του κι όπως με πληροφόρησαν εκ των υστέρων μιας κι εγώ δεν τον γνώρισα ποτέ, ήταν από τους  πιο δραστήριους και υπομονετικούς ανθρώπους, που αγαπούσε την παράδοση κι έδινε πάντα το «παρών» όταν τον χρειάζονταν. Άνθρωπος με πηγαίο χιούμορ και δοτικός προς όλους τους νέους.
Αφού φίλησα την εικόνα που ήταν στημένη μπροστά του ρίχνω μια κλεφτή ματιά να τον δω, έστω κι αυτή την τελευταία ώρα. Ντυμένος με ένα καφέ, σοβαρό κουστούμι κι ένα επιβλητικό μουστάκι , θαρρείς και κοιμόταν αποπνέοντας ένα μειλίχιο χαμόγελο, αναπαύονταν πλέον στους κόλπους της γαλήνης και της αιωνιότητας.
Αδιαφορώντας για την υποσαχάριας ζώνης ζέστη που επικρατούσε έξω, προσεγγίζω τον Χρήστο και τον συλλυπούμαι αγκαλιάζοντάς τον σφιχτά, ψιθυρίζοντας του δυο τρεις παρηγορητικές κουβέντες.
Ακολουθεί μια πομπή προς το κοιμητήριο του οικισμού, με τα στέφανα και τα διάφορα εξαπτέρυγα να προπορεύονται, ενώ η συνοδεία των μελών του μορφωτικού συλλόγου τιμάει τον Βασίλη με την δέουσα μεγαλοπρέπεια. Σε μια άκρη της πομπής διακρίνω τον ξακουστό λυράρη Διογένη με τον οποίο ο Βασίλης υπήρξε συνεργάτης να ακολουθεί συντετριμμένος, ενώ πολλοί γνωστοί πολιτικοί και μέλη διαφόρων συλλόγων, συμμετέχουν στην όλη ακολουθία.
Καταπνίγοντας κάποια συγκινησιακά συναισθήματα ακούγοντας τις γοερές κραυγές των πολύ οικείων, κι αφού καταβροχθίζω λαίμαργα το ψωμί με την ελιά που μου προσφέρθηκε στην έξοδο των κοιμητηρίων κατευθύνομαι κάθιδρος προς το αυτοκίνητό μου, για να αναχωρήσω στη βάση μου.

Κοιτώντας πίσω στον καθρέφτη του αυτοκινήτου μου το καμπαναριό του Ναού και δίπλα του την τεράστια φωλιά των πελαργών που έχουν στρατοπεδεύσει στο γραφικό χωριουδάκι, μούρχονται σαν την αρχαιοελληνική «κάθαρση» στα αυτιά μου τα λόγια και οι μελωδίες από το πλέηερ, το  «Έγινε η απώλεια συνήθειά μας» του Θάνου και σιγομουρμουρίζοντας τα λόγια του τραγουδιού, φέρνοντας στη μνήμη μου δικές μου «απώλειες» σκέφτομαι ότι «Η απώλεια δεν θα γίνει πότε συνήθεια , πάντα θα μας πνίγει αυτό το γιατί!»

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής:

- Σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται από τα Προμαχιώτικα Νεα .

- Τα Προμαχιώτικα Νέα διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρέσουν οποιοδήποτε σχόλιο θεωρούν ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες.

- Τα Προμαχιώτικα Νέα δεν παρεμβαίνουν σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσουν το περιεχόμενο ενός σχολίου.

- Τα σχόλια αναγνωστών σε καμιά περίπτωση δεν αντιπροσωπεύουν τα Προαχιώτικα Νέα.

- Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε τους όρους χρήσης .

H συντακτική ομάδα των Προμαχιώτικων Νέων.

ΔΙΑΔΩΣΤΕ ΤΟ...