Και ξαφνικά βρέθηκα στα βόρεια σύνορα όπου δεσπόζει ένα μεγάλο ποτάμι και σε ένα στρατόπεδο πολύ βόρειο, τόσο βόρειο που τα κουνούπια εκεί αρχίζουν να δαγκώνουν από τον Ιούλιο. Πριν καλά καλά καταλάβω πού βρισκόμουν, μας έχωσαν σε διάφορες υπηρεσίες με πιο συχνή εκείνη της φύλαξης του στρατοπέδου. Οι μοναχικές ώρες της σκοπιάς περνούσαν πολύ πιο εύκολα την ημέρα. Ειδικά τις πρώτες εκείνες μέρες ο χειμωνιάτικος ήλιος προσέφερε απλόχερα το φως του ομορφαίνοντας το παραποτάμιο τοπίο. Υπήρχε βέβαια και κάποια θολούρα από την υγρασία, που άφηνε ωστόσο να αχνοφαίνονται στο βάθος οι νωχελικές αγελάδες στη γης και οι περήφανοι ερωδιοί στον αέρα.
Αυτήν τη γαλήνη των Αλκυονίδων ημερών ανατάρασσε πότε πότε η φασαρία από τις φωνές και τα γέλια των φαντάρων που άφηναν πίσω τους την πύλη για να γευτούν λίγες ξέγνοιαστες ημέρες άδειας. Για εμάς τους υπόλοιπους που θα παραμέναμε έγκλειστοι μας περίμενε η λεγόμενη «βραδιά του οπλίτη», εκδήλωση που διοργάνωνε η διοίκηση του στρατοπέδου κάθε προπαραμονή Χριστουγέννων, για να γνωριστούμε καλύτερα με τους ανωτέρους μας και να μας υψωθεί το ηθικό ενόψει της επερχόμενης εντατικής μας εκπαίδευσης.
Μόλις έληξε, λοιπόν, στις 8 η υπηρεσία μου, αντάμωσα τους άλλους τρεις σκοπούς και σπεύσαμε στους κοιτώνες να αλλάξουμε ρούχα. Το κτήριο ήταν έρημο σαν να είχε χτυπήσει συναγερμός. Εισήλθαμε στο θάλαμό μας ακροποδητί για να μην ξυπνήσουμε το θαλαμοφύλακα και φορέσαμε τις καθαρές μας στολές εξόδου. Η εκδήλωση γινόταν μέσα στο ΚΨΜ. Μπαίνοντας μέσα στη ζεστή αίθουσα το θέαμα που αντικρίσαμε δεν ήταν ακριβώς αυτό που περιμέναμε: Ένα πλήθος αξιωματικών να συζητούν πίνοντας ελαφριά ποτά, ενώ κάποιοι φαντάροι δίπλα τους είχαν το ρόλο σερβιτόρων, μερικοί ακόμα φαντάροι ήταν μέσα στο μπαρ και είχαν το ρόλο των μπάρμαν, κάποιος φαντάρος είχε το ρόλο του υπεύθυνου γκαρνταρόμπας, δύο τρεις ακόμα φαντάροι το ρόλο των ψητάδων στην κουζίνα, δεν ξέρω πόσοι φαντάροι το ρόλο των καθαριστών και τέλος πέντε – έξι φαντάροι είχαν το ρόλο των κρυμμένων πίσω από τις κουρτίνες για ευνόητους λόγους. Τελικά η βραδιά του οπλίτη κατέληξε μια θεατρική παράσταση που στην πράξη απευθυνόταν σε καμιά εικοσαριά (υπ)αξιωματικούς και σε εμάς τους τέσσερις που μόλις είχαμε γυρίσει από τις σκοπιές και δεν είχαν προλάβει να αναθέσουν και σε μας ακόμα έναν ψυχαγωγικό ρόλο.
Εντούτοις εγώ δεν κρατάω κακίες και σκέφτηκα να πλησιάσω μια παρέα αξιωματικών και να τους γνωρίσω σαν ανθρώπους. Τους συστήθηκα με την ιδιότητά μου ως απόφοιτος της Φιλοσοφικής και, εφόσον το όλο περιβάλλον θύμιζε τόσο πολύ θεατρικό σκηνικό, σκέφτηκα να τους ρωτήσω αν έχουν άποψη για την ψυχολογική εμβάθυνση που κάνει ο Ίψεν στους θεατρικούς του ήρωες. Εκείνοι με κοίταξαν αμίλητοι για ώρα, μέχρι που άρχισε να με πιάνει κρύος ιδρώτας από την αμηχανία και το φόβο τιμωρίας για ανάρμοστη συμπεριφορά. Ξαφνικά κάποιος θυμήθηκε ότι Ίψεν λεγόταν ένα σέντερ φορ της Τρέλεμποργκ, μιας σουηδέζικης ομάδας, που με δικό του γκολ νίκησε την Γκέτεμποργκ και πέρασε τη Χέλσινγκμποργκ στη βαθμολογία. Η νίκη αυτή έδινε στο Στοίχημα απόδοση 3,8, πιο πολύ κι από ενδεχόμενη νίκη της Ελφσμποργκ έναντι της Χόγκαμποργκ. Το τραγικό στην όλη ιστορία ήταν ότι ο ίδιος ο αξιωματικός έπαιξε διαφορετικές ομάδες και το στοίχημά του κατέληξε στον κουβά. Τους χαιρέτησα στρατιωτικά και απομακρύνθηκα.
Παρέμεινα πάντως κοντά και έστησα αυτί από περιέργεια. Η συζήτηση, πέρα από το Στοίχημα, περιλάμβανε και προσωπικά ζητήματα. Ενός από αυτούς του άρεσε πολύ μία στρατιωτική γιατρός. Την κατάφερε να βγουν μαζί ραντεβού που δεν είχε όμως συνέχεια. Απορούσε μάλιστα αν την έδιωξε κάτι από αυτά που της είχε πει ή το ότι είχε βουτήξει το κουλουράκι του στον καφέ της. Έναν άλλον τον χώρισε η κοπέλα του γιατί έβλεπε σαπουνόπερες και συγκινούνταν. Ο πιο στενοχωρημένος όμως παρέμενε για αρκετή ώρα σιωπηλός παρά τις επίμονες προσπάθειες των άλλων αξιωματικών να τους πει τον πόνο του. Στο τέλος τους αποκάλυψε ότι του είχε χαλάσει η κεραία του συνδρομητικού καναλιού και θα έχανε το αγγλικό πρωτάθλημα. Ήταν συγκινητικό το πόσο ζεστά τον αγκάλιασαν και του ευχήθηκαν να ξεπεράσει γρήγορα το πρόβλημά του. Κάτι τέτοιες στιγμές σκέφτεσαι τι θα ήταν η ζωή χωρίς τη φιλία, χωρίς ένα ενθαρρυντικό άγγιγμα, χωρίς μια ζεστή κουβέντα κι ένα βλέμμα συμπόνοιας.
Η βραδιά του οπλίτη για εμάς τους τέσσερις έληγε τα μεσάνυχτα, γιατί έπρεπε να φορέσουμε πάλι τις παραλλαγές μας και να αναλάβουμε υπηρεσία μέχρι τις δύο τα ξημερώματα. Με μια μικρή καθυστέρηση έφτασα στο κουβούκλιο της σκοπιάς στην πίσω πλευρά του στρατοπέδου και άρχισα να μετράω ένα ένα τα λεπτά ώσπου να με αλλάξουν. Δύσκολη βραδιά με τον βοριά να λυσσομανάει και να απογυμνώνει τις γύρω λεύκες από τα τελευταία τους φύλλα. Από το πολύ κρύο το τσάι στο πλαστικό ποτήρι είχε παγώσει και το έγλυφα σαν παγωτό, για τις δε σταφίδες χρειάστηκα καρυοθραύστη. Κάποια στιγμή επιτέλους έληξε η βάρδιά μου, αντάμωσα τους υπόλοιπους τρεις σκοπούς και αποκαμωμένοι πήραμε το δρόμο για τον κοιτώνα αποζητώντας το κρεβατάκι μας. Η χαρά μας ήταν ανείπωτη που το ξημέρωμα της παραμονής Χριστουγέννων θα μας έβρισκε κάτω από τις κουβέρτες κι όχι ξυλιασμένους από το κρύο της σκοπιάς. Εισήλθαμε στο θάλαμο ακροποδητί για να μην ξυπνήσουμε το θαλαμοφύλακα, ξεντυθήκαμε γρήγορα και χωθήκαμε κάτω από τα σκεπάσματα.
Μόλις κουκουλώθηκα και άρχισα να μετράω αγελάδες, ένιωσα μια μικρή ενόχληση στο δεξί μου ώμο. Άλλαξα πλευρό και το ίδιο συνέβη και στον αριστερό μου ώμο. Πετάχτηκα από το κρεβάτι, άναψα το φως και ξέστρωσα τα σεντόνια. Κοριοί, τέλεια! Σε λίγο όλοι σχεδόν οι φαντάροι είχαν πεταχτεί από τα κρεβάτια τους ξεστομίζοντας βρισιές και κατάρες. Μόνο ένας παρέμεινε στο κρεβάτι του. Μας φάνηκε περίεργο, γιατί ο συγκεκριμένος συνήθως κουβαλούσε τόσους κοριούς επάνω του, που αρχίσαμε να του μιλάμε στον πληθυντικό. Εκείνος μας συμβούλευσε να εκμεταλλευτούμε τα φασόλια που φάγαμε το μεσημέρι. Πράγματι, έγειρε στο πλευρό, έριξε ένα δυνατό κρότο και σε λίγο δεκάδες μικροσκοπικοί κοριοί πήραν το δρόμο της προσφυγιάς από το κρεβάτι του. Οι υπόλοιποι προτιμήσαμε να διατηρήσουμε την αξιοπρέπειά μας και να μεταφερθούμε σε άλλο θάλαμο, ενώ την επόμενη μέρα βγάλαμε έξω τα κρεβάτια μας και τα πετρελαιώσαμε. Παρότι έκτοτε ησυχάσαμε οριστικά, εγώ συνέχισα να ονειρεύομαι μικρά πλασματάκια πάνω μου, αυτή τη φορά ως Γκιούλιβερ στη Λιλιπούπολη.
Το επόμενο διάστημα αποδείχθηκε εξαιρετικά επίπονο λόγω της εντατικής μας εκπαίδευσης. Δε θα αναφερθώ σε λεπτομέρειες, γιατί αποτελεί κρατικό μυστικό. Για να συνεννοούμαστε, ωστόσο, θα αναφέρω το κύριο αντικείμενο της εκπαίδευσής μας κωδικοποιημένα ως «όιντς-όιντς». Αυτή καθαυτή η εκμάθηση, λοιπόν, του «όιντς-όιντς» ήταν κάτι το ευχάριστο και αρκετά δημιουργικό – αν εξαιρέσω τη φτυαριά που έφαγα στο κεφάλι – όμως παρά την αποτελεσματικότητά μας και τα εύσημα που πήραμε από το διοικητή, το ηθικό μας παρέμενε πεσμένο.
Ο κύριος λόγος ήταν η έλλειψη γυναικείας παρουσίας στη γύρω περιοχή. Ήταν τόσο σοβαρή η κατάσταση που πολλοί φαντάροι δήλωναν πρόθυμοι να πηγαίνουν κάθε Κυριακή στην εκκλησία μόνο και μόνο για να βλέπουν τη γυναίκα του καντηλανάφτη. Η καντηλανάφτρα ήταν κάπως τροφαντή, όμως τα στήθη της μύριζαν μπαρούτι. Μερικοί από τους συναδέλφους μου ένιωθαν τόσο στερημένοι, ώστε, όποτε εκείνη καθόταν και ανασηκωνόταν κάπως η φούστα της αποκαλύπτοντας τον αστράγαλο, ο παπάς αναγκαζόταν να διακόψει τη Λειτουργία λόγω της αναστάτωσης που προκαλούνταν.
Η υπόλοιπη θητεία στους υπερβόρειους τόπους κύλησε μάλλον αδιάφορα με εξαίρεση τη πολυήμερη ετήσια άσκηση, όπου θα εκπαιδευόμασταν σε ρεαλιστικές συνθήκες όιντς-όιντς. Πέντε ημέρες πραγματικής ανδρείας, περηφάνιας, αυτοεπιβεβαίωσης και αυταπάρνησης. Λεπτομέρειες, όπως προανέφερα, δεν μπορώ να αποκαλύψω, παρά μόνο ότι το όιντς όιντς στέφθηκε τελικά με απόλυτη επιτυχία. Τη στιγμή πάντως που ολοκληρώθηκε η άσκηση και με ξέθαβαν από τη γούρνα, εμφανίστηκε εντελώς ξαφνικά και απροειδοποίητα ο στρατηγός. Όλοι έμειναν με ανοιχτό το στόμα από την έκπληξη, πρόλαβε, ωστόσο, και τον υποδέχτηκε ένα δικό μας άγημα από 50 στρατιώτες με πεντακάθαρες και σιδερωμένες στολές. Εντελώς συμπτωματικά, επίσης, έτυχε να βρίσκεται εκεί κοντά και μία στρατιωτική μπάντα που όλως τυχαίως εδώ και δέκα μέρες έκανε πρόβα διάφορα εμβατήρια για απροειδοποίητες υποδοχές στρατηγών. Ο στρατηγός έκανε ένα γρήγορο πέρασμα από το πεδίο όπου έλαβε χώρα το «όιντς-όιντς» και έθεσε κάποιες σχετικές ερωτήσεις σε αξιωματικούς και φαντάρους. Στη συνέχεια πέρασε από το υπαίθριο μαγειρείο και επιθεώρησε τις ντομάτες μία μία μένοντας εξαιρετικά ικανοποιημένος, σε σημείο μάλιστα που να με ανταμείψει προσωπικά με τιμητική άδεια επειδή τις είχα βάψει καλά.
Το τελευταίο πρωινό πριν την απόλυσή μου, προπαραμονή πάλι Χριστουγέννων, το ανάλωσα μαζεύοντας υπογραφές για την κάθε απίθανη χαρτούρα, ενώ αναλογιζόμουν ποιο ήταν το νόημα σε όλα αυτά που έκανα τους 14 μήνες που προηγήθηκαν. Το ίδιο ίσως θα αναρωτιόταν και ο υποψιασμένος συνάδελφός μου εχθρός στη χώρα απέναντι. Γιατί να χρειαστεί να μου επιτεθεί και να μου πάρει το σπίτι, όταν μπορώ να τον φιλοξενήσω όποτε θέλει με αυτήν την ωραία καινούρια πατέντα, το couchsurfing; Και όχι μόνο τον ίδιο, άλλους οχτώ νοματαίους θα μπορούσα να φιλοξενήσω, αρκεί να πλενόμαστε κάπου κάπου για να μη μας την πέσουν οι κοριοί και πετρελαιώνω το ωραίο μου κρεβατάκι. Και το καλοκαίρι έχουμε τις παραλίες μας που μας χωράνε όλους, και εμάς και τους συναδέλφους απέναντι, να ρεμβάζουμε στην άμμο, να μαζεύουμε βότσαλα και κοχύλια, να μουλιάζουμε στη θαλασσίτσα, να οργανώνουμε πότε πότε και καμιά κοκκορομαχία με τις κοπέλες μας, παίζοντας, γελώντας και πασπατεύοντας κάτω από το νερό τα μπουτάκια τους.
Με αυτές τις σκέψεις άφησα τον κουβά με το αλατόνερο πάνω στη μισάνοιχτη πόρτα του διοικητηρίου, πήρα το απολυτήριο και βγήκα από το στρατόπεδο. Πέρασα το δρόμο απέναντι, στάθηκα για λίγο και έστρεψα πάλι πίσω το βλέμμα. Τελικά δεν είναι τόσο κακοί, σκέφτηκα. Μέλη κι αυτοί ενός τεράστιου θεατρικού σκηνικού και μιας ατέλειωτης παράστασης πάνω στο δράμα της ανθρώπινης χαζομάρας. Γύρισα πίσω, αυτή τη φορά προς τον σκοπό στην άκρη της πύλης.
«Ψηλέ, ξέχασες τίποτα;», μου είπε με έκδηλη τη ζήλια στην έκφρασή του. «Όχι, απλώς... Καλά Χριστούγεννα και καλά να περάσεις απόψε στη βραδιά του οπλίτη. Τι ώρα τελειώνεις απόψε την υπηρεσία σου;» «Στις 8. Γιατί ρωτάς;» «Τίποτα, έτσι. Μόνο που... άκου, μη βιαστείς να πας στην εκδήλωση, βρες δικαιολογία να καθυστερήσεις... α, και όταν μπεις, βρες και καμιά παχιά κουρτίνα καλού κακού. Από σουηδικό πρωτάθλημα τι ξέρεις;»
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΠΑΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ
ΠΗΓΗ...http://www.lifo.gr/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής:
- Σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται από τα Προμαχιώτικα Νεα .
- Τα Προμαχιώτικα Νέα διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρέσουν οποιοδήποτε σχόλιο θεωρούν ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες.
- Τα Προμαχιώτικα Νέα δεν παρεμβαίνουν σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσουν το περιεχόμενο ενός σχολίου.
- Τα σχόλια αναγνωστών σε καμιά περίπτωση δεν αντιπροσωπεύουν τα Προαχιώτικα Νέα.
- Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε τους όρους χρήσης .
H συντακτική ομάδα των Προμαχιώτικων Νέων.