Η αλήθεια που δεν τόλμησα να πω
Η αλήθεια είναι
πως η αλήθεια σπανίως λάμπει. Συνήθως καταχωνιάζεται στα υπόγεια της ανθρώπινης
ύπαρξης περιμένοντας κάποιο τραύμα, κάποια στιγμή ψυχικής ωρίμανσης ή κάποιο
όνειρο που θα την ανασύρει στο επίπεδο
της συνειδητότητας. Ένα τέτοιο όνειρο,
επιφορτισμένο με την ανακάλυψη μιας ενδόμυχης αλήθειας, ήταν κι αυτό που θα σου
εξιστορήσω παρακάτω.
Ήμουν, λέει, 85 χρονών και βρισκόμουν έξω από μια
μεγάλη ξύλινη δίφυλλη πόρτα. Την κοιτούσα διατηρώντας μια αμφιθυμία για το αν
έπρεπε να την ανοίξω ή όχι. Η ησυχία που επικρατούσε πίσω από την ξύλινη πόρτα μου
δημιουργούσε μια περίεργη αναστάτωση και την επιθυμία να ανακαλύψω τι κρύβεται
από πίσω. Η παρορμητικότητά μου, που στα 85 μου χρόνια συνέχιζε να με
χαρακτηρίζει, οδήγησε το χέρι μου στο πόμολο της πόρτας.
Ο κρύος ιδρώτας
και η αίσθηση πως χάνω τη γη κάτω από τα πόδια μου ήταν αυτά που το σώμα μου
πρόλαβε να νιώσει πριν κατακλυστεί από οργή και θυμό. Έβλεπα μπροστά στα μάτια
μου να παίζεται η ζωή μου σε μια κατάμεστη από κόσμο κινηματογραφική αίθουσα.
«Μα τι συμβαίνει εδώ; Με ποιο δικαίωμα προβάλλεται η ζωή μου στον
κινηματογράφο; Ποιος σκηνοθέτησε την ταινία; Από πού προμηθευτήκατε τα
εισιτήρια; Γιατί δεν με ρώτησε κανείς;» ρωτούσα σαστισμένη σχεδόν ουρλιάζοντας.
Περιφερόμουν επί ματαίω στους διαδρόμους, ανάμεσα στους θεατές χωρίς κανένας να
αντιλαμβάνεται την παρουσία μου.
Εξουθενωμένη
σωριάστηκα στη μοναδική άδεια καρέκλα, η οποία βρισκόταν στην πρώτη σειρά στο
κέντρο της αίθουσας. Ένιωθα το σώμα μου να παραδίνεται, μην μπορώντας να
κουνηθώ. Ένιωθα σαν να είχε παραλύσει κάθε νευρικό μου κύτταρο. Δεν μπορούσα
καν να ανοιγοκλείσω τα μάτια μου. Ήμουν αναγκασμένη να δω αυτό που παιζόταν.
Ένιωσα ένα ηλεκτρικό φορτίο να με διαπερνά, χωρίς να μπορώ να κάνω τίποτα για
να το αποφύγω. «Θεέ μου, τι μαρτύριο!» σκέφτηκα. Ύστερα συνειδητοποίησα πως το
μαρτύριο που παιζόταν στην κινηματογραφική οθόνη ήταν μεγαλύτερο.
Σε μια απόσταση
περίπου δύο μέτρων έβλεπα να εκτυλίσσεται η ζωή μου. Ήμουν 18 χρονών και μόλις
είχαν ανακοινωθεί τα αποτελέσματα των πανελλήνιων εξετάσεων. Είχα περάσει στο
πανεπιστήμιο. Έβλεπα γύρω μου χαρούμενα πρόσωπα να με συγχαίρουν για την
επιτυχία μου. Οι γονείς μου στέκονταν υπερήφανοι δίπλα μου δεχόμενοι τις ευχές
άλλων γονέων και ανταποδίδοντας τις ευχές για τις επιτυχίες των δικών τους
παιδιών. Περιεργάστηκα το πρόσωπό μου. Έμοιαζα χαρούμενη. Χαμογελούσα. Είχα το
εισιτήριο για μια καλύτερη ζωή γεμάτη όνειρα και νέες ανακαλύψεις. Χαμογελούσα.
Ήμουν αισιόδοξη, καθώς οι κόποι μου είχαν ανταμειφθεί. Η αρχή της εισόδου μου
σε έναν καινούριο κόσμο ήταν πλέον γεγονός. Χαμογελούσα.
Πριν καλά καλά προλάβω να περιεργαστώ το
γεγονός, το πλάνο άλλαξε. Ήμουν στο δωμάτιό μου και ετοιμαζόμουν για την
ορκωμοσία μου, η οποία ήταν σε λίγες ώρες. Σχεδόν χαμογελούσα. Περιτριγυριζόμουν
από αγαπημένα πρόσωπα που με βοηθούσαν να ετοιμαστώ και με συνέχαιραν για το
πτυχίο μου. Η έκφρασή μου υποδήλωνε πως κάτι περίεργο μου συνέβαινε, αλλά
σχεδόν χαμογελούσα.
Πριν προφτάσω να
καταλάβω τι ήταν αυτό που μου συνέβαινε, το πλάνο άλλαξε. «Μα, τι παράξενη
ταινία!» σκέφτηκα. «Τα πλάνα αλλάζουν τόσο γρήγορα που ίσα προλαβαίνω να δω τι
γίνεται!». Στο πλάνο που έπαιζε αντίκριζα τη στιγμή που βγήκαν τα αποτελέσματα
των εισαγωγικών εξετάσεων στο μεταπτυχιακό. Αυτή τη φορά βρισκόμουν μόνη στο
σπίτι. Μάλλον χαμογελούσα, δεν μπορούσα ακριβώς να καταλάβω. Η ανακοίνωση της
επιτυχίας μου στο οικογενειακό και το φιλικό μου περιβάλλον συνοδεύτηκε από
κύματα χαράς και ευχών για το επόμενο βήμα προς το κτίσιμο της επαγγελματικής
μου καριέρας. Μάλλον χαμογελούσα. Κάτι στο ύφος μου έμοιαζε ξένο με τη χαρά που
υποτίθεται πως ένιωθα. «Μα ήμουν χαρούμενη, το θυμάμαι!» είπα από μέσα μου
σαστισμένη από το ύφος μου.
Αλλαγή πλάνου και
πάλι. «Μα σας παρακαλώ, γυρίστε στο προηγούμενο πλάνο.» κατάφερα μόλις να
ψελλίσω. Κανένας δεν με άκουσε. Καθόμουν σε ένα μεγάλο τραπέζι γεμάτο χαρτιά.
Μπροστά μου είχα έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Δεν χαμογελούσα. «Α, ναι τη
θυμάμαι αυτή τη στιγμή!» αναφώνησα. «Ήταν το
μήνυμα επιβεβαίωσης που μου είχαν στείλει για την πρόσληψή μου σε έναν
φορέα, στον οποίο είχα καταθέσει το βιογραφικό μου μετά από πολλαπλές
προσπάθειες αναζήτησης εργασίας.» Δεν χαμογελούσα. Η εργασία δεν αφορούσε το αντικείμενο μου,
αλλά… Νόμιζα πως ήμουνα χαρούμενη, μα… Δεν χαμογελούσα.
Ξαφνικά, η οθόνη μαυρίζει
και πέφτουν οι τίτλοι τέλους. «Μα, η υπόλοιπη ζωή μου;» σκέφτηκα. «Εδώ είμαι
μόλις 25 χρονών.» Η αίθουσα του κινηματογράφου είχε σχεδόν αδειάσει, όταν
συνειδητοποίησα αυτό που είχε συμβεί. Είχα καταφέρει μέσα σε μόλις 7 χρόνια να
προσαρμοστώ σε έναν εντελώς διαφορετικό και ξένο προς εμένα αστικό τρόπο ζωής,
να τελειώσω τις σπουδές μου χωρίς παράταση, να ολοκληρώσω με επιτυχία το
μεταπτυχιακό μου και να ξεκινήσω να εργάζομαι. Ήμουν μόλις 25 χρονών και είχα
καταφέρει με μεγάλη επιτυχία να γίνω μέλος αυτού του τεράστιου μοχλού που
ονομάζεται επαγγελματική καριέρα. Μα πόσο αφελής υπήρξα; Μέσα σε μόλις 7 χρόνια
είχα καταφέρει να ξεχάσω τι σημαίνει να διασκεδάζω με τους φίλους μου, οι
οποίοι είχαν εξίσου μπλεχτεί στα γρανάζια του προαναφερόμενου μοχλού. Είχα
ξεχάσει να ονειρεύομαι, όπως έκανα παιδί. Είχα ξεχάσει να πιστεύω σε ένα
καλύτερο αύριο, καθώς με είχαν κάνει να πιστέψω πως η απόκτηση πτυχίων είναι
αυτό που θα βελτιώσει τη ζωή μου, ενώ αντίθετα τα πτυχία λειτουργούσαν όπως
λειτουργεί μια απλή αναβάθμιση λογισμικού. Συνεχώς θα δημιουργούνται νέες
εκδόσεις, τις οποίες θα καλείσαι να ακολουθείς. Αυτό είχα κληθεί κι εγώ να
κάνω· να αναβαθμίζομαι προκειμένου να μπορώ να ακολουθώ την φρενίτιδα της
κοινωνίας στην οποία ζούσα. Μόνο που σχεδιάζονταν διαρκώς νέα μοντέλα, τα οποία
εναγωνίως προσπαθούσα να φτάσω. Είχα ξεχάσει να απολαμβάνω την βόλτα στην
παραλία που τόσο μου άρεσε να κάνω τα απογεύματα. Είχα ξεχάσει τους αγαπημένους
μου συγγραφείς που διάβαζα τα βράδια πριν κοιμηθώ και με γέμιζαν με πίστη για τον
άνθρωπο και τη ζωή. Έπεφτα πλέον για ύπνο αργά τη νύχτα εξουθενωμένη από το
κυνήγι της ευτυχίας που μας είχαν κάνει να πιστέψουμε πως βρίσκεται σε
υπογεγραμμένα χαρτιά που ονόμαζαν πτυχία.
Συνειδητοποίησα
πως δεν χαμογελούσα πια παρά μόνο κατά σύμβαση κι αυτό γιατί το απαιτούσε η
θέση εργασίας. Οι αγγελίες πλέον το έγραφαν ξεκάθαρα: «Αναζητούνται άτομα με
κέφι και όρεξη για δουλειά». Σε ένα περιβάλλον συναισθηματικά σχεδόν
αποστεωμένο η απαίτηση αυτή φαινόταν τουλάχιστον γελοία. Κι, όμως, εγώ τους ακολουθούσα.
Με κόστος τα όνειρα για τη ζωή μου, κι όμως… Τους ακολουθούσα. Πίστευα πως ο
δρόμος είχε ένα τέλος κι αυτό θα ήταν το δικό μου τέλος, αυτό που εγώ είχα ως
στόχο για τη ζωή μου. Η πορεία, όμως, αυτή αποδείχθηκε ατέρμονη, όπως ατέρμονη
πίστευα και τότε πως είναι και η ζωή μου. Τώρα, στα 85 μου χρόνια συνειδητοποιώ
πως η ζωή μου ήτανε μια στιγμή. Τώρα στα 85 μου καταφέρνω για πρώτη φορά να
ψελλίσω την αλήθεια που δεν τόλμησα να πω.
Έμεινα στην καρέκλα του κινηματογράφου
αποσβολωμένη, ανήμπορη να κάνω βήμα. Άρχισε να με παίρνει ένας γλυκός ύπνος,
στον οποίο δεν μπορούσα με τίποτα να αντισταθώ. Από το βάθος άκουγα έναν
μελωδικό ήχο μα είχα πια παραδοθεί.
Ένα τραγούδι του Αγγελάκα ακούγεται από το διπλανό
διαμέρισμα και με ξυπνάει.«Ποιος κλαίει μέσα μου και μου λέει ξύπνα δεν είναι όνειρο το
χιόνι που μας καίει».
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής:
- Σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται από τα Προμαχιώτικα Νεα .
- Τα Προμαχιώτικα Νέα διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρέσουν οποιοδήποτε σχόλιο θεωρούν ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες.
- Τα Προμαχιώτικα Νέα δεν παρεμβαίνουν σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσουν το περιεχόμενο ενός σχολίου.
- Τα σχόλια αναγνωστών σε καμιά περίπτωση δεν αντιπροσωπεύουν τα Προαχιώτικα Νέα.
- Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε τους όρους χρήσης .
H συντακτική ομάδα των Προμαχιώτικων Νέων.