Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2016
Βιρτζίνια Γουλφ «Τα κύματα»(απόσπασμα)
«Τούτο το ζεστό απόγευμα» είπε η Σούζαν, «σε τούτο τον κήπο, σε τούτο το χωράφι, όπου περπατώ με τον γιό μου, έφτασα στο απόγειο της εκπλήρωσης των επιθυμιών μου. Ο μεντεσές της αυλόπορτας είναι σκουριασμένος, ο γιος μου την ανοίγει. Τα βίαια πάθη των παιδικών μου χρόνων, τα δάκρυα στον κήπο όταν η Τζίννυ φίλησε τον Λούις, ο θυμός μου στην τάξη που μύριζε πεύκο, η μοναξιά μου σε ξένα μέρη, όπου τα μουλάρια περνούσαν κι οι μυτερές τους οπλές κροτάλιζαν κι οι Ιταλίδες φλυαρούσαν στη βρύση, με μπόλιες και γαρίφαλα στ’ αυτί, τώρα εξαγοράζονται με αισθήματα σιγουριάς, κατοχής, οικειότητας. Έζησα χρόνια ήρεμα, δημιουργικά. Ό,τι βλέπω γύρω μου το κατέχω. Σπόροι που φύτεψα γίνανε δέντρα. Έφτιαξα λίμνες που με χρυσόψαρα που κρύβονται στα πλατιά φύλλα των νούφαρων, παρτέρια με φράουλες και μαρούλια που σκέπασα με δικτυωτά. Έβαλα αχλάδια και δαμάσκηνα σε άσπρα σακκούλια και τα ‘ραψα, για να τα φυλάξω τις σφήκες. Είδα τους γιούς μου και τις κόρες μου, που κάποτε ήσαν στην κούνια, σαν φρούτα μ’ απλωμένο από πάνω τους το τούλι, να σχίζουν τις θηλιές, να σηκώνονται και να περπατούν μαζί μου, ψηλότερα από μένα, ρίχνοντας σκιές στο γρασίδι.
Είμαι περιφραγμένη, φυτεμένη εδώ όπως τα δέντρα μου.»….
«Κι όπως στέκομαι με το κλαδευτήρι ανάμεσα στα λουλούδια μου, αναρωτιέμαι, Από που μπορεί να μπει η σκιά; Τι μπορεί να απειλήσει τη ζωή μου, που φτιάχτηκε με τόσο μόχθο, περιμαντρώθηκε τόσο αμείλικτα; Κι ωστόσο, υπάρχουν φορές που μπουχτίζω από τη φυσική ευτυχία, και τους καρπούς που ωριμάζουν, και τα παιδιά που έχουν γεμίσει το σπίτι με κουπιά και όπλα και κρανία και βιβλία, βραβεία που τους απονεμήθηκαν και άλλα τρόπαια. Βαρέθηκα να ‘μαι χρυσοχέρα και προκομμένη και καπάτσα, βαρέθηκα όλα όσα σκαρφίζεται η μάνα, χωρίς κανένα ενδοιασμό, για να προστατέψει, να μαζέψει γύρω από ένα μεγάλο τραπέζι, κάτω απ’ το άγρυπνο βλέμμα της, τα παιδιά της, τα δικά της παιδιά πάντα.
» Κι όταν έρχεται η άνοιξη, με ψύχρα και ξαφνικές μπόρες, κι απρόσμενα κίτρινα λουλούδια, τότε καθώς κοιτάζω το κρέας που κρέμεται στη γαλάζια σκιά και ζουλάω τις βαριές ασημένιες σακούλες με το τσάι, με τις σταφίδες, θυμάμαι πώς έβγαινε ο ήλιος και τα χελιδόνια πετούσαν ξυστά πάνω απ’ τη χλόη, θυμάμαι τις φράσεις που έφτιαχνε ο Μπέρναρντ όταν είμαστε παιδιά, και τα φύλλα που σάλευαν από πάνω μας, πυκνά, ανάλαφρα κι έσπαζαν το γαλάζιο τ’ ουρανού και σκόρπιζαν το φως πάνω στις σκελετωμένες ρίζες της οξιάς όπου καθόμουν κι έκλαιγα. Το περιστέρι πέταξε. Πήδηξε πάνω κι έτρεξα πίσω από λέξεις που γλιστρούσαν και ξέφευγαν αν την κλωστή που κρέμεται από ένα μπαλόνι, κι όλο κι ανέβαιναν, όλο και πιο ψηλά, από κλαδί σε κλαδί, και χάνονταν. Και τότε , σαν ραγισμένο βάζο, η συμπάγεια του πρωινού μου έσπασε, και απιθώνοντας χάμω τα σακούλια με το αλεύρι, σκέφτηκα, Η ζωή γύρω μου είναι σαν το γυαλί γύρω από τη φυλακισμένη καλαμιά.»
Βιρτζίνια Γουλφ «Τα κύματα».
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου
Οι όροι χρήσης που ισχύουν για τη δημοσίευση των σχολίων, έχουν ως εξής:
- Σχόλια τα οποία είναι υβριστικά ή περιέχουν χαρακτηρισμούς ή ανώνυμες καταγγελίες που δεν συνοδεύονται από αποδείξεις θα αφαιρούνται από τα Προμαχιώτικα Νεα .
- Τα Προμαχιώτικα Νέα διατηρούν το δικαίωμα να αφαιρέσουν οποιοδήποτε σχόλιο θεωρούν ότι εμπίπτει στις παραπάνω κατηγορίες.
- Τα Προμαχιώτικα Νέα δεν παρεμβαίνουν σε καμία περίπτωση για να αλλοιώσουν το περιεχόμενο ενός σχολίου.
- Τα σχόλια αναγνωστών σε καμιά περίπτωση δεν αντιπροσωπεύουν τα Προαχιώτικα Νέα.
- Με την αποστολή ενός σχολίου αυτόματα αποδέχεστε τους όρους χρήσης .
H συντακτική ομάδα των Προμαχιώτικων Νέων.