Μνημόσυνο
Γενικά μνημόσυνο ονομάζεται η τελετή εκείνη που γίνεται σε μνήμη νεκρών. Συνήθως είναι θρησκευτική και συνοδεύεται με σχετικές δεήσεις προς ανάπαυση της ψυχής των.Κατ΄ άλλη εκδοχή καλείται έτσι και αυτός ο ίδιος ο τάφος του νεκρού (μνήμα ή μνημούρι).
Θρησκευτικά μνημόσυνα
Το θρησκευτικό μνημόσυνο έχει δύο μορφές. Είτε ψάλλεται τρισάγιο στον τάφο του νεκρού είτε ψάλλεται επιμνημόσυνη δέηση στην εκκλησία μετά τη λειτουργία (συνήθως αμέσως πριν την απόλυση). Τρισάγιο γίνεται στο τριήμερο («τριήμερα») και στις εννιά ημέρες («εννιάμερα») από τον θάνατο του νεκρού, ενώ επιμνημόσυνη δέηση ψάλλεται στο «σαρανταήμερο» ή «στα σαράντα» (δηλαδή στις σαράντα ημέρες), στους τρεις μήνες («τρίμηνα»), στους έξι μήνες («εξάμηνα») και στο χρόνο (ετήσιο) από τον θάνατο καθώς και στα τρία χρόνια από την κηδεία όπου γίνεται και η εκταφή. Αναγγέλεται στις εφημερίδες, αλλά και με ειδικά αγγελτήρια που επικολλούνται στην περιοχή – γειτονιά που ζούσε ο νεκρός.
Μετά το πέρας της τελετής του μνημοσύνου ακολουθεί το μοίρασμα κολλύβων στους συμμετέχοντες (όπως και στην κηδεία). Τα κόλλυβα ή «στερνά» είναι ένα γλύκισμα με κύρια συστατικά βρασμένο σιτάρι, σταφίδες και άλλα «ηδύσματα» καθώς και ζάχαρη. Αυτά λέγονται και «συγχώρια» επειδή καθένας που λαμβάνει για να φάει εύχεται τη συγχώρεση του νεκρού από τον Θεό με τη φράση «Θεός συγχωρέστον» ή «Θεός συγχωρέστω». Κόλλυβα δε μοιράζονται στο τρισάγιο.
Ψυχοσάββατο
Ψυχοσάββατο – Το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Απόκρεω, λέγεται – «Σάββατο των Ψυχών» ή Ψυχοσάββατο. Είναι το πρώτο από τα δύο Ψυχοσάββατα του έτους (το δεύτερο επιτελείται το Σάββατο πριν από την Κυριακή της Πεντηκοστής).
Ο λόγος που το καθιέρωσε η Εκκλησία μας, παρ’ ότι κάθε Σάββατο είναι αφιερωμένο στους κεκοιμημένους, είναι ο εξής: Επειδή πολλοί κατά καιρούς απέθαναν μικροί ή στην ξενιτιά ή στη θάλασσα ή στα όρη και τους κρημνούς ή και μερικοί, λόγω πτώχειας, δεν αξιώθηκαν των διατεταγμένων μνημοσυνών, «οι θείοι Πατέρες φιλανθρώπως κινούμενοι θέσπισαν το μνημόσυνο αυτό υπέρ πάντων των άπ’ αιώνος εύσεβώς τελευτησάντων Χριστιανών».
Επειδή την Κυριακή της Απόκρεω ποιούμε ανάμνηση της Δευτέρας Παρουσίας του Χριστού και οι κεκοιμημένοι μας ακόμη δεν κρίθηκαν, τους μνημονεύουμε σήμερα και, επικαλούμενοι το άπειρο έλεος Του, παρακαλούμε τον Θεό με το μνημόσυνο πού κάνουμε, να τους αναπαύσει. Συγχρόνως δε, ενθυμούμενοι και εμείς το θάνατο και «διεγειρόμεθα προς μετάνοιαν…».
Το Ψυχοσάββατο στη Λαογραφία
Στη γιορτή των Αγ. θεοδώρων τιμούνται μαζί, οι μεγαλομάρτυρες «Άγιος Θεόδωρος ο Τήρων» του 3ου αιώνα και Άγιος Θεόδωρος ο Στρατηλάτης του 4ου αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Θεόδωρος ο Τήρων που ονομάστηκε έτσι επειδή ήταν στρατιώτης επί Διοκλητιανού στο τάγμα των Τηρώνων (νεοσύλλεκτων), κατά τη διάρκεια λιμού στην περιοχή των Ευχαΐτων της Γαλατίας, έθρεψε τον πληθυσμό μιας πόλης με κόλλυβα. Από τότε καθιερώθηκε να προσφέρονται στους ναούς, το Σάββατο της πρώτης εβδομάδας των Νηστειών (και Ψυχοσάββατο), κόλλυβα.
Σύμφωνα με άλλη παράδοση, η καθιέρωση των κόλλυβων συνδέεται με ένα θαύμα που έκανε ο άγιος Θεόδωρος ο Τήρων επί Ιουλιανού, που ήταν αντίθετος στη νηστεία των χριστιανών. Ο αυτοκράτορας, διέταξε τον έπαρχο της Κωνσταντινούπολης, όταν πλησίαζε η πρώτη εβδομάδα των νηστειών, να εξαφανίσουν από την αγορά κάθε είδους τρόφιμα και να αφήσουν μόνο τα ειδωλόθυτα, ώστε να αναγκαστούν οι χριστιανοί να φάνε από αυτά που προέρχονταν από τις θυσίες. Τότε ο άγιος Θεόδωρος παρουσιάστηκε ως οπτασία στον πατριάρχη Ευδόξιο και του φανέρωσε το σχέδιο του Ιουλιανού, υποδεικνύοντας του συγχρόνως να χρησιμοποιήσουν οι χριστιανοί, αντί για άλλη τροφή, κόλλυβα.
Κατόπιν, με βάση την αρχαία δοξασία ότι οι νεκροί έχουν την ικανότητα να γνωρίζουν και να προλέγουν το μέλλον, το Ψυχοσάββατο αυτό είχε συνδυαστεί από παλιά με μαντικές λαϊκές δοξασίες όπου οι ανύπαντρες νέες έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι τους κόλλυβα των Αγίων Θεοδώρων, πιστεύοντας ότι θα δουν στο όνειρο τους τον άντρα που θα παντρευτούν. Σε άλλη εκδοχή, αυτή η μαντική τελετή γινόταν μεσάνυχτα (που πιστευόταν πως ήταν η ώρα των νεκρών), σε ένα σταυροδρόμι.
Προέλευση Μνημόσυνου
Τα μνημόσυνα είναι πανάρχαιο έθιμο. Οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν πως με δεήσεις, θυσίες και προσφορές ήταν δυνατόν να πετύχουν την συγνώμη των Θεών για τα αμαρτήματα των νεκρών (Ιλιάδα Ι 497). Υπήρχαν μάλιστα και ιερείς αγύρτες που επισκέπτονταν τις οικίες των πλουσίων, ισχυριζόμενοι πως είχαν από τους θεούς την εξουσία να συγχωρούν τις αμαρτίες «ζώντων και νεκρών» με κατάλληλες γι΄ αυτές ιεροτελεστίες και θυσίες (Πλάτων «Πολιτείαι» Β’ 364).
Οι αρχαίοι έλληνες τελούσαν μνημόσυνο την 3η, την 9η και την 30ή από της ημέρας θανάτου, καλούμενο το τελευταίο «τριακάς» όπου γινόταν και νεκρόδειπνο, καθώς και κατ’έτος κατά την επέτειο των γενεθλίων του αποθανόντος. Στο Άργος το πρώτο μνημόσυνο γινόταν υπέρ του νεκρού προς τιμή όμως του Απόλλωνα, το δε της 30ης προς τιμή του Ερμή. Γενικά σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο τελούνταν μνημόσυνα καλούμενα «Νεκύσια» με προσφορές οίνου, ελαίου, αρωμάτων και με θυσία κόκορα ή κότας, χρώματος όμως κατά κανόνα μαύρου.
Σε αντίθεση με τους αρχαίους Έλληνες οι Εβραίοι φαίνεται πως δεν τηρούσαν παρόμοιο έθιμο. Στη Παλαιά Διαθήκη αναφέρεται μόνο μια φορά παρόμοιο γεγονός στο Β’ Μακκαβαίων (12, 43) όταν ο Ιούδας φέρεται πως έστειλε από λάφυρα πολέμου το χρηματικό ποσό των περίπου 2.000 δραχμών στο ναό της Ιερουσαλήμ για τέλεση μνημοσύνου «θυσίας» για τα αμαρτήματα των νεκρών Εβραίων που σκοτώθηκαν σε μάχη επειδή προς στιγμή είχαν παραπλανηθεί στην ειδωλολατρεία που γι΄ αυτόν τον λόγο και σκοτώθηκαν!.
Συνεπώς σήμερα τα μνημόσυνα των Χριστιανών φαίνεται ότι αποτελούν ιστορική συνέχεια του αρχαίου ελληνικού εθίμου, τόσο κατά πεποίθηση, όσο και κατά περιόδους τέλεσης. Περί των μνημοσύνων των πρώτων χριστιανών έχουν αναφέρει οι Τερτυλλιανός, Κυπριανός, Αυγουστίνος, Διονύσιος Αρεοπαγίτης, Γρηγόριος Ναζιανζηνός, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, Γρηγόριος Νύσσης κ.ά.
Αντίθετα η Καθολική Εκκλησία από του 6ου αιώνος παραδέχεται στο δόγμα της το «Καθαρτήριο Πύρ» και έτσι απομακρύνθηκε των αρχών που οι Πατέρες είχαν θεσπίσει σχετικά. Από τους Βυζαντινούς χρόνους η Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία τηρεί κατά παράδοση τέλεση μνημοσύνων υπέρ αναπαύσεως των νεκρών κατά τη 3η ημέρα από του θανάτου (που σχετίζεται με την Ανάσταση), την 9η, την 40η (που σχετίζεται με την Ανάληψη), στη συμπλήρωση 3 μηνών, 6 μηνών και έτους. Μετά τη συμπλήρωση έτους τελούνται μνημόσυνα υπέρ όλων των νεκρών της οικογένειας, Βασιλέων και λαϊκών κατά τον εσπερινό της Παρασκευής των Απόκρεων ενώ την Παρασκευή της Τυροφάγου μόνο για τους κληρικούς, καθώς επίσης (και για όλους) το Ψυχοσάββατο των Αγίων Θεοδώρων (α’ Σάββατο Νηστειών), το Σάββατο του Λαζάρου ως και στον εσπερινό της Παρασκευής της προηγουμένης του Ψυχοσαββάτου της Πεντηκοστής (κοινώς του Ρουσαλιού).
Ειδικότερα η Εκκλησία της Ελλάδος καθόρισε επιπλέον τη Γ’ Κυριακή των Νηστειών (ή Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως) ετήσιο μνημόσυνο των «υπέρ πίστεως και Πατρίδος αγωνισαμένων και πεσόντων…». Παλαιότερα είχε επίσης καθορισθεί και η 29η Αυγούστου ετήσιο μνημόσυνο για τους πεσόντες εναντίον των συμμοριτών.
Εκκλησιαστικό δίκαιο
Σύμφωνα με τους κανόνες της Ορθόδοξης Ανατολικής Εκκλησίας μνημόσυνα τελούνται από αρχιερείς (αρχιερατικά) και ιερείς μόνο υπέρ νεκρών Χριστιανών. Απαγορεύονται ρητά σε αφορεσμένους, αυτόχειρες και μονομάχους εκτός κι αν μετανόησαν ειλικρινά πριν επέλθει το τέλος ή αποδειχθεί για τους αυτόχειρες ότι ενήργησαν με όχι «πλήρεις τας φρένας».
Άλλα μνημόσυνα
Επίσης, εκτός του όρου της «νεκρολογίας», κάθε αναφορά σε χαρακτηριστικά γεγονότα επί της ζωής νεκρού αποδίδεται και ως μνημόσυνο με επιμέρους διακρίσεις σε φιλολογικό, πολιτικό, νομικό, επιστημονικό, εθνικό κλπ.
Ιδιαίτερα για το πολιτικό μνημόσυνο, ο όρος αποτελεί μια λύση για την αποφυγή θρησκευτικών συνειρμών.
ΠΗΓΕΣ.....